Σε μια συνθήκη διπλής ζωής τοποθετεί την αντι-ηρωίδα του βραδυφλεγούς δράματος το Μυστικό της Μαντλίν Κόλινς ο Αντουάν Μπαρό στην τρίτη του μεγάλου μήκους ταινία, σε δικό του, πρωτότυπο σενάριο.

 

Η Ζιντίτ είναι παντρεμένη με τον επιτυχημένο διευθυντή ορχήστρας Μελβίλ και ζει στη Γαλλία, φαινομενικά ανέφελα, αστικά, κοσμικά και ωραία, αν και σταδιακά ο μεγαλύτερος από τους δυο γιους της, Ζορίς, διαισθάνεται πως κάτι δεν πάει καλά.

 

Παράλληλα, μεγαλώνει ένα κοριτσάκι, τη Νινόν, με τον νεότερό της Αμπντέλ στην Ελβετία, έχει μάλιστα εκδώσει πλαστή ταυτότητα, υιοθετώντας το ονοματεπώνυμο Μαργκό Σοριανό. Τη συναντάμε για πρώτη φορά σε ένα κατάστημα όπου ετοιμάζεται να προβάρει ένα φόρεμα, λιποθυμά, συνέρχεται και αποχωρώντας υποβασταζόμενη, σωριάζεται αιμόφυρτη. Είναι μια πάθηση που την ταλαιπωρεί, υπόταση, όπως η ίδια ισχυρίζεται, όταν της συμβαίνει ξανά ένα παρόμοιο περιστατικό, ή μια ψυχοσωματική αντίδραση σε μια σειρά μυστικών που καλείται να επικαλύψει σχηματίζοντας μια χιονοστιβάδα μέσα από ένα ατελείωτο πηγαινέλα μεταξύ των δύο χωρών, κάνοντας παράλληλα μια απαιτητική δουλειά διερμηνείας.

 

Το μυστικό του δραματικού θρίλερ είναι η πρωταγωνίστρια Βιρζινί Εφιρά. Η Γαλλίδα ηθοποιός που προέρχεται από την ψυχαγωγική τηλεόραση και αρχικά δοκιμάστηκε με επιτυχία στις ανώδυνες κωμωδίες κυριαρχεί σε μια ποικιλία ειδών και ρόλων την τελευταία πενταετία, αρχής γενομένης με τη βραβευμένη Ντελφίν του Grand Bain, φτιαγμένη από τον Ζιλ Λελούς και την παρέα του. Η δραματική της στροφή στη Βικτόρια και η παραγωγικότατη περίοδος που διανύει (σαν να μην μπορεί να πει όχι στις προκλήσεις) έχει φτάσει στο απόγειο, με το ρίσκο της «αγίας» Μπενεντέτα του Βερχόφεν, τη συμμετοχή της στο υπερτιμημένο Adieu les cons του Αλμπέρ Ντιποντέλ, τις εμφανίσεις της στα μεγάλα φεστιβάλ, με διπλή παρουσία στις πρόσφατες Κάννες και το Δεκαπεθήμερο των Σκηνοθετών με τις ταινίες του Σερζ Μποζόν και της Αν Βινοκούρ, και τους δυο αιχμηρότερους δραματικούς ρόλους της καριέρας της στο επερχόμενο En attendant Bojangles του Ρεζίς Ρουενσάρ και στο Μυστικό της Μαντλίν Κόλινς αντίστοιχα.

 

Η συγκράτηση της μεταδοτικής της ενέργειας και ο έλεγχος των εκφράσεων στο γήινο πρόσωπό της αντισταθμίζουν τέλεια το αίνιγμα που ανανεώνεται σε κάθε απόκρουση της αντικειμενικής αλήθειας που αντιμετωπίζει οργανωμένα. Αντίστοιχα, τα ψέματα που γεννά για να διατηρήσει το δίπορτο της παράδοξης καθημερινότητάς της προχωρούν όλο και πιο βαθιά τις εστίες που επισκέπτεται. Ποθεί ειλικρινώς τον Αμπντέλ και θαυμάζει αυθεντικά τον Μελβίλ. Αν και έχει σημασία η μηχανική της απόκρυψης που έχει εφεύρει, ακόμα πιο ιδιαίτερη είναι η ματιά του Μπαρό στις μικρές στιγμές που φανερώνει την οικειότητα με τους άνδρες της επί δύο ζωής της.

 

Στη διπλή της υπόσταση η υπεκφυγή ανταγωνίζεται γενναία την επιθυμία της να το ζήσει μέχρι τέλους. Γνωρίζει πώς να καθησυχάζει τα αγόρια της, ειδικά τον Ζορίς (σε μια σκηνή που υποπτεύεται πως έχει ερωτευθεί χωρίς ανταπόκριση έναν συμμαθητή του, του αντιγυρίζει πως και οι δυο ανακαλύπτουν συνεχώς πράγματα για τον άλλον) και πάσχει όταν βρίσκεται μακριά από το μικρό κορίτσι που κλαίει όταν η μαμά του δεν είναι τόσο συχνά στο σπίτι για να της διαβάσει το αγαπημένο της παραμύθι και να την καληνυχτίσει.

 

Πώς όμως είναι δυνατό να έχει μια κόρη μικρότερη από τα δυο αγόρια της; Γίνεται να έχει περάσει περίπου εννέα μήνες μακριά από την κύρια οικογένειά της, χωρίς κανείς να έχει καταλάβει τίποτε;

 

Επιπρόσθετα, οι γονείς της είναι άνθρωποι του κόσμου (ένα μικρό θαύμα η Ζακλίν Μπισέ σε έναν ρόλο που θα ελπίζαμε να είναι πιο μεστός) και λογικά θα το είχαν αντιληφθεί. Η Ζιντίτ/Μαργκό κινείται κάτω από το ραντάρ και υπάρχει κάτι στις κινήσεις και το σλάλομ στη φαντασιακή πραγματικότητα που εκλιπαρεί να αποκαλυφθεί. Το δείχνει με τη σταδιακή της κατάρρευση και στον μοναδικό της αμυντικό μηχανισμό αναδιπλώνεται και συνεχίζει προς μια συνειδητοποιημένη επιβίωση ‒ κάνει διάγνωση ως ψυχαναλύτρια του εαυτού της και απορεί όταν κανείς από τους εμπλεκόμενους δεν έχει πιάσει τα προειδοποιητικά της σήματα.

 

Κάτι μεταξύ Ζιλιέτ Μπινός και Σοφί Μαρσό, η Εφιρά αναπτύσσει μεθοδικά ένα οξύμωρο μοιραίας ξανθιάς της διπλανής πόρτας που ο Χίτσκοκ θα έβρισκε πολύ ενδιαφέρουσα στη σημερινή, πιο πεζή και ρεαλιστική εποχή.