«Η τέχνη μιμείται τη ζωή» συνηθίζουμε να λέμε, ενίοτε συμβαίνει και το αντίστροφο. Στο σινεμά εδώ και δύο δεκαετίες, περισσότερο από τη ζωή, η τέχνη μιμείται την τέχνη. Ασφαλώς, έχοντας κλείσει πάνω από έναν αιώνα ζωής και τόσο δημοφιλές που είναι, έχει κερδίσει το δικαίωμα στην αυτοαναφορά. Είναι όμως τόσο συχνές πια οι διακινηματογραφικές αφηγήσεις και ο meta σχολιασμός που έχει χαθεί το στοιχείο της έκπληξης.

 

Καμία έκπληξη δεν μπορούν να προκαλέσουν, λοιπόν, τα πρώτα λεπτά του See how they run, όπου ο γλοιώδης κινηματογραφικός παραγωγός ‒ένας μπριόζος Έντριαν Μπρόντι‒ απαριθμεί τις συμβάσεις του whodunit, του είδους στο οποίο ανήκει το φιλμ δηλαδή, μόνο για να τις δούμε στη συνέχεια να συμβαίνουν στην οθόνη μας μία προς μία. Και επειδή είναι ένα είδος το οποίο οφείλει τη δημοτικότητά του στην Άγκαθα Κρίστι, τα έργα της, αλλά και η ίδια, παίζουν σημαντικό ρόλο στην πλοκή του έργου – δεν κάνει να αποκαλύψουμε περισσότερα.

 

Ευτυχώς ο σκηνοθέτης Τομ Τζορτζ δεν παριστάνει ότι ανακαλύπτει τον τροχό. Όλη αυτή η μεταμοντερνίζουσα διάθεση μοιάζει να είναι απλώς η γαρνιτούρα ώστε να συστήσει ένα δοκιμασμένο, λαχταριστό κινηματογραφικό πιάτο (και) σε μια νεότερη γενιά θεατών, χωρίς να αφήνει παραπονεμένους τους λάτρεις του είδους, οι οποίοι θα εκτιμήσουν (και) τη βρετανικότητα του εγχειρήματος - να, π.χ. ένα στοιχείο που απουσίαζε από την αντίστοιχη απόπειρα του Ράιαν Τζόνσον, το Knives Out.

 

Η σκηνογραφία και ιδιαίτερα η διάταξη των αντικειμένων, τα χρώματα και οι κινήσεις του φακού συχνά παραπέμπουν στο σινεμά του Γουές Άντερσον, τα διαλογικά μέρη διαθέτουν το απαραίτητο ραφινάρισμα και εκφέρονται σπινταριστά από το πολυπληθές καστ, με τους Σαμ Ρόκγουελ και Σίρσα Ρόναν να συνθέτουν ένα αταίριαστο αστυνομικό δίδυμο το οποίο, αν ήταν στο χέρι μας, θα παραγγέλναμε να βλέπουμε στη μεγάλη οθόνη κάθε χρόνο.