H ταινία ξεκινά βρίσκοντας τη Μαρίσα, μια εξηνταπεντάχρονη συνταξιούχο γιατρό από την Ισπανία, εθελόντρια σε προσφυγικό καταυλισμό στην Ελλάδα. Οι μέθοδοι με τις οποίες φροντίζει τα παιδιά ξεφεύγουν σημαντικά από τους προβλεπόμενους κανονισμούς. Σύντομα θα δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Αχμέντ, έναν πιτσιρικά που δεν μιλά, και θα έρθει σε σύγκρουση με την υπεύθυνή της. 

 

Με μια ντοκιμαντερίστικη, πλην παντελώς αδιάφορη οπτικά γραφή, το φιλμ της Νέλι Ρεγκουέρο ακροβατεί άτσαλα ανάμεσα στην ανάδειξη των προβλημάτων ενός «άλλου» κόσμου, στην άγνοια των Δυτικών για την πραγματική φύση τους και στην οικειοποίησή τους ως αντίδοτου στην ενοχή του προνομίου, αλλά και στη συστημική αδυναμία διευθέτησής τους, χωρίς να έχει επί της ουσίας τίποτα παραπάνω να καταθέσει γύρω από αυτά, αλλά ούτε και κάποιον ξεχωριστό τρόπο για να τα (επι)κοινωνήσει κινηματογραφικά, ακόμα και εντός των σχηματικών πλαισίων που τα μεταχειρίζεται – αποτυγχάνει δηλαδή παταγωδώς τόσο στο «τι» όσο και στο «πώς», στα δυο ζητούμενα μιας κινηματογραφικής δημιουργίας.

 

Η αλμοδοβαρική Κάρμεν Μάτσι παλεύει να βγει αλώβητη μέσα από διαλόγους παρμένους από εφηβικό think tank και από μια δραματουργική ανάπτυξη που κάνει ό,τι μπορεί για να την εκθέσει, ειδικά σε μια τρίτη πράξη που παραπέμπει σε μια κάκιστη, άνευρη παραλλαγή του ισραηλινού The kindergarten teacher του Ναντάβ Λαπίντ και του (ανώτερου) αμερικανικού ριμέικ του. Συμμετέχει και ο Γιάννης Τσορτέκης στον ρόλο ενός ιδιοκτήτη ταβέρνας – παραμένει από τις πιο κινηματογραφικές «φάτσες» του εγχώριου υποκριτικού δυναμικού.