Ως νέα στη περιοχή, δοκιμάζει να πιάσει φιλίες με τη Λίζα, μια συνομήλική της, η οποία είναι το μοναδικό κορίτσι σε μια παρέα γεμάτη αγόρια. Όμως, εκείνη, κρίνοντας απ’ το κάθε άλλο παρά κοριτσίστικο φέρσιμό της, το κοντοκουρεμένο της κεφάλι και το ντύσιμό της που αποτελείται κατά βάση από ένα τζιν κι ένα λευκό t-shirt, την περνά για αγόρι. Τότε η Λορ, θεωρώντας ότι έτσι θα γίνει πιο εύκολα αποδεκτή, αποφασίζει να συστηθεί στην ίδια και στην παρέα της ως «Μίκαελ». Ωστόσο, δεν έχει την παραμικρή υποψία πού θα την οδηγήσει αυτό...

 

Χωρίς επεξηγηματικές πολυλογίες ή εμφατικούς συναισθηματισμούς, η Σελίν Σιαμά (στη δεύτερη ταινία της) στήνει καταστάσεις μ’ εμπιστοσύνη και νατουραλισμό, αφήνοντας τα σχόλια στον θεατή για τα ερωτήματα που θέτει η απόφαση ενός κοριτσιού να ποζάρει ως αγόρι στην κρίσιμη στιγμή ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την εφηβεία, όταν τα φύλα μπερδεύονται, οι ταυτότητες αναστατώνονται κι οι ρόλοι μοιράζονται. Αντί για ψεύτικη βία, κλισέ εκφοβισμούς και μελό παιδικά νάζια, η Λορ/Μίκαελ είναι ένα γενναίο, τρελό κι ατρόμητο πλάσμα που αγνοεί τις συνέπειες κι επιστρέφει το τραύμα στους ενήλικους - απόρροια του πρώτου έρωτα που δοκιμάζεται. Καμιά ταινία δεν μοιάζει με το Αγοροκόριτσο.