Η εξαφάνιση της πανέξυπνης, υπερκινητικής αρχιτεκτόνισσας είναι ένα παζλ με χαμένο κομμάτι την πρωταγωνίστρια και παίκτες τους δικούς της ανθρώπους που πασχίζουν να καταλάβουν τι έχει συμβεί στη ζωή μιας γυναίκας που τα έχει όλα και τα βροντάει, προς άγνωστη κατεύθυνση.

 

Η Μπερναντέτ δεν έχει σχεδιάσει τίποτε ιδιαίτερο εδώ και χρόνια, είναι αγοραφοβική και προτιμά να μένει σπίτι και να ασχολείται με μικροζημιές που χρονίζουν, τον τεχνοκράτη, συμπαθή σύζυγό της και την άριστη, ευγενέστατη κόρη της ‒ αν και το φόρτε της δεν είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Φοράει μεγάλα μαύρα γυαλιά σαν να θέλει να κρυφτεί από τα αδιάκριτα βλέμματα και συχνά συμπεριφέρεται σπασμωδικά.

 

Το ίδιο άτσαλα την προσεγγίζει ο συνήθως laid back Ρίτσαρντ Λίνκλεϊτερ. Ο σκηνοθέτης της ρομαντικής Before τριλογίας και του αριστουργηματικού Boyhood, σε μια εξαίρεση από τους ανδρικούς χαρακτήρες που συνήθως ιχνογραφεί, διστάζει ή απλώς δεν μπορεί να δει βαθύτερα από την επιφάνεια και τα πολλά επιμέρους στοιχεία, υπογραμμίζοντας το χάος που η ίδια δημιουργεί στη ζωή της με άμεσα και απροσποίητα πλάνα, αλλά με έναν «σπασμένο», κωμικό ρυθμό που δεν συνάδει με την περίπτωση.

 

Η Μπερναντέτ της ταινίας δεν υπονοεί απλώς ψυχική νόσο ‒ τη διατρέχει εμφανώς μια σοβαρή νεύρωση, που αφηγηματικά καλύπτεται συστηματικά από μια επινοημένη, εκκεντρική περσόνα. Τα εξωτερικά της τικ αποδίδονται με αυτοσχέδιο σταριλίκι που η Κέιτ Μπλάνσετ έχει βέβαια στο τσεπάκι της, αλλά που όταν δεν συντεθεί δραματικά και όποτε δεν υποστηρίζεται από τον χαρακτήρα καταντά μια υπερτονισμένη παρωδία ερμηνείας ‒ εδώ δανείζεται από την οικειότητα που είχε αποκτήσει από την οσκαρική της απόδοση στην υπερβολή της Κάθριν Χέμπορν, συνδυασμένη με την κοινωνική αδεξιότητα της επίσης κατά βάθος θλιμμένης Τζάσμιν.

 

Η Μπερναντέτ, δυνάμει, αποτελείται από ενδιαφέροντα υλικά. Κάποτε υποσχόταν επανάσταση στον τομέα της οικολογικής αρχιτεκτονικής. Δεν είναι μια μοναχική και μίζερη ύπαρξη ‒ έχει φτιάξει οικογένεια, ανησυχεί και νοιάζεται, αλλά εκτοξεύει τις ευαισθησίες αντί να τις συναισθανθεί και να τις αφήσει να διαρρεύσουν φυσικά, γιατί την πλακώνει ο πανικός και πνίγεται σε μια κουταλιά νερό, ώσπου να δραπετεύσει, κυριολεκτικά, από το παράθυρο. Στην Ανταρκτική ή κάπου αλλού; Μέχρι ο Λίνκλεϊτερ να μαζέψει τα κομμάτια προς το φινάλε, το διασκευασμένο best seller της Μαρία Σέμπλε έχει εξατμιστεί σε ένα παραφορτωμένο αίνιγμα χωρίς αποδέκτη.