Ένα ζευγάρι ζει σε ένα σπιτάκι, σε φτωχική γειτονιά του Τόκιο. Συγκατοικεί με μια υπέργηρη που τσοντάρει με ένα μικρό, σταθερό εισόδημα, με αντάλλαγμα τη φροντίδα και την παρέα. Αν και δουλεύουν, για να τα βγάλουν πέρα κλέβουν σούπερ-μάρκετ και ψιλικατζίδικα.

 

Χρησιμοποιούν για κάλυψη ένα αγόρι που έχουν μυήσει στην τεχνική. Ένα κρύο βράδυ βλέπουν ένα κοριτσάκι μόνο και προφανώς εγκαταλελειμμένο σε ένα σπίτι, στην ίδια συνοικία, και το περιμαζεύουν επειδή το λυπούνται. Σταδιακά, το δασκαλεύουν να συμμετέχει στα κόλπα τους και γίνεται κι αυτό μέλος του νοικοκυριού.

 

Η ευάλωτη ισορροπία της επιβίωσης κλονίζεται σε τρεις περιπτώσεις: με έναν θάνατο, μια πτώση και μια σύλληψη.

Συνθέτοντας περίτεχνα μια ανθολογία της θεματικής του γύρω από τις εύθραυστες, ελάχιστα παγιωμένες οικογενειακές σχέσεις, ο Ιάπωνας σκηνοθέτης Χιροκάζου Κορε-έντα πλάθει ένα πρωτεϊκό σπιτικό που αποκαλύπτεται στο πέρασμα του χρόνου.

 

Τα σχήματα αλλάζουν, το ίδιο και η δυναμική των δεσμών ανάμεσα στα παλιά και στα νέα μέλη, και μόνο μετά από δραματικά περιστατικά ενήλικοι και μικροί είναι σε θέση να αρθρώσουν τις λέξεις που χαρακτηρίζουν τους εξ αίματος δεσμούς και που στην αρχή μόνο προσποιούνταν πως κατέχουν.

 

Η ευάλωτη ισορροπία της επιβίωσης κλονίζεται σε τρεις περιπτώσεις: με έναν θάνατο, μια πτώση και μια σύλληψη. Ο Κορε-έντα υπονοεί ένα ντικενσιανό πλαίσιο ανέχειας και ανομίας, όπου ο άνδρας του σπιτιού, αδύναμος, ανασφαλής, αλλά και τρυφερός και ευγενικός, ως άλλος Φάγκιν, δείχνει στα δυο πιτσιρίκια τον τρόπο της μικροκλοπής και τους εκπαιδεύει ως κλέφτες καταστημάτων, ωστόσο οι εικόνες του, λουσμένες με δυνατό, λευκό φως, έχουν μεγάλη αισθητική απόσταση από το βικτωριανό Λονδίνο.

 

Επιβραβεύοντας έναν δημιουργό που εμπνέεται από το ύφος και τα θέματα του κλασικού σινεμά της χώρας του και ειδικεύεται στα υπόκωφα, αιώνια διλήμματα της οικογένειας

Οι κοινωνικές παράμετροι έχουν αλλάξει και το σχόλιο του Κορε-έντα για τη φτωχή, ήσυχη πλευρά μιας εκρηκτικά πλούσιας πόλης εντάσσεται οργανικά στον στοχασμό του για την ουσία της ανθρώπινης επαφής. Η ετερόκλητη, όχι όμως δυσλειτουργική «μπάντα» των ηρώων συνιστά μια ιδιόμορφη παρέα ορφανών που ζουν στο όριο, σίγουρα στερούνται επιλογών, ζουν την κάθε τους μέρα με πλάνα εκ των ενόντων, αλλά καταφέρνουν, φευγαλέα και εγκάρδια, να χαίρονται στο ξέφωτο της ανασφάλειας και των προβλημάτων, μερικές φορές σαν μια οικογένεια που τα έχει όλα.

 

Κρίνοντας σοφά και ψύχραιμα, η επιτροπή του Φεστιβάλ Καννών τίμησε με Χρυσό Φοίνικα τους Κλέφτες Καταστημάτων, προσπερνώντας τις πιο flashy και προφανείς «καταγγελίες» της Ναντίν Λαμπάκι και του Σπάικ Λι, επιβραβεύοντας έτσι έναν δημιουργό που εμπνέεται από το ύφος και τα θέματα του κλασικού σινεμά της χώρας του και ειδικεύεται στα υπόκωφα, αιώνια διλήμματα της οικογένειας και της ευμετάβλητης έννοιας και δυναμικής της.