Οι Βρυξέλλες ετοιμάζονται να εισηγηθούν την επιβολή εισφοράς σε μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας ενίσχυσης του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος ξεπερνά το ένα τρισεκατομμύριο ευρώ.
Η νέα πρόταση, που αποκαλείται «εταιρική εισφορά για την Ευρώπη (Corporate resource for Europe)» και παρουσιάζεται σε προσχέδιο της Κομισιόν το οποίο ήρθε στην κατοχή των Financial Times, αναμένεται να ανακοινωθεί επίσημα την επόμενη εβδομάδα. Ωστόσο, για την υιοθέτησή της απαιτείται ομόφωνη στήριξη από τα κράτη-μέλη.
Η εισφορά θα αφορά όλες τις επιχειρήσεις με καθαρό κύκλο εργασιών άνω των 50 εκατομμυρίων ευρώ, ανεξαρτήτως της χώρας έδρας τους. Σύμφωνα με το σχέδιο, προβλέπεται κλιμακωτό σύστημα υπολογισμού, με υψηλότερες εισφορές για τις εταιρείες με μεγαλύτερα έσοδα.
Στο στόχαστρο οι εισαγωγές από την Κίνα
Στο τραπέζι βρίσκονται επίσης πρόσθετα μέτρα αύξησης εσόδων, όπως η επιβολή τέλους για τα μη ανακυκλώσιμα ηλεκτρονικά απόβλητα και η συμμετοχή της ΕΕ στα αυξημένα έσοδα από τους φόρους στον καπνό. Επίσης, εξετάζεται η καθιέρωση τέλους διαχείρισης για δέματα ηλεκτρονικών αγορών που εισάγονται από μεγάλες αποστάσεις, ένα μέτρο που αναμένεται να πλήξει κυρίως τις εισαγωγές από την Κίνα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνήθως περιλαμβάνει προτάσεις για νέες πηγές εσόδων στο πλαίσιο του πολυετούς προϋπολογισμού, αλλά πολλές από αυτές, όπως ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, έχουν απορριφθεί στο παρελθόν καθώς δεν υπήρχε πολιτική συναίνεση.
Οι νέες δημοσιονομικές απαιτήσεις, από τη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής άμυνας μέχρι την εξυπηρέτηση του αυξανόμενου κοινού χρέους, εντείνουν την ανάγκη για πιο φιλόδοξες λύσεις, υποστηρίζει η Κομισιόν. Ωστόσο, οι χώρες που συνεισφέρουν περισσότερα από όσα λαμβάνουν στον προϋπολογισμό, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία, η Σουηδία και η Δανία, παραμένουν επιφυλακτικές απέναντι σε κάθε προοπτική διεύρυνσης των εσόδων της ΕΕ.
Έντονες αντιδρλασεις αναμένονται από τον επιχειρηματικό κόσμο
Όπως τονίζουν οι Financial Times, το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ευρώπη, ήδη επιβαρυμένο από την υποτονική ανάπτυξη και το υψηλό ενεργειακό κόστος, αναμένεται να αντιδράσει έντονα σε ένα νέο φορολογικό βάρος. Την Πέμπτη, ο διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan Chase, Τζέιμι Ντάιμον, προειδοποίησε τους Ευρωπαίους επιχειρηματίες ότι οι εταιρείες τους «χάνουν έδαφος» έναντι των ανταγωνιστών από τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Ο προϋπολογισμός της ΕΕ, που παραδοσιακά ισοδυναμεί με περίπου το 1% του συνολικού εισοδήματος των κρατών-μελών, βασίζεται κυρίως σε εθνικές συνεισφορές. Συμπληρωματικά, ενισχύεται και από έσοδα που εισπράττει απευθείας η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως οι τελωνειακοί δασμοί, ένα μέρος των εθνικών εσόδων από τον ΦΠΑ και περιβαλλοντικά τέλη.
Τα ποσά και τα ποσοστά που αφορούν τις προτεινόμενες εισφορές δεν έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί. Σύμφωνα με το προσχέδιο, παραμένουν σε αγκύλες, ένδειξη ότι η εσωτερική διαβούλευση στην Επιτροπή βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη.
Η τελική πρόταση αναμένεται να παρουσιαστεί την Τετάρτη, μαζί με το σκέλος των δαπανών του νέου επταετούς προϋπολογισμού της Ένωσης. Πηγές της Κομισιόν αναφέρουν ότι ορισμένες επιλογές έχουν ήδη αποσυρθεί. Μεταξύ αυτών, ο σχεδιαζόμενος φόρος άνθρακα για τη θέρμανση και τις οδικές μεταφορές, το τέλος εισόδου στο νέο σύστημα ελέγχου συνόρων, καθώς και ο φόρος στις ψηφιακές υπηρεσίες.
Όσο για το προτεινόμενο τέλος που αφορά τα εισαγόμενα δέματα ηλεκτρονικού εμπορίου, αυτό παραμένει ακόμη σε αγκύλες στο προσχέδιο της Κομισιόν.
Οι Βρυξέλλες σχεδιάζουν επίσης να εντάξουν στα έσοδα του προϋπολογισμού και τα χρήματα που θα προκύψουν από τον νέο μηχανισμό συνοριακής προσαρμογής άνθρακα. Το μέτρο, που θα τεθεί σε ισχύ το 2026, προβλέπει την επιβολή τέλους σε εισαγόμενα προϊόντα υψηλής ενεργειακής έντασης. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, τα έσοδα από την εφαρμογή του το πρώτο έτος θα φτάσουν περίπου το 1,5 δισ. ευρώ.
Με πληροφορίες από Financial Times