Στη ζωή και το σινεμά η εφηβεία παραμένει ίδια, άτσαλη κι αβάσταχτη, μόνο τα αξεσουάρ της αλλάζουν. Για παράδειγμα, τα δυο κατ' ευφημισμόν ομορφόπαιδα της ταινίας χρησιμοποιούν, από ντροπή και σιχαμάρα, κάλτσες για να αυνανιστούν στη θέα μιας τσόντας με τη Βαλέρια Γκολίνο (ιλαρότατη σε έναν μικρό ρόλο) ή μιας γυμνής γυναίκας στη διπλανή πολυκατοικία. Ο Ερβέ, 14 ετών, ζει με τη μητέρα του, απορροφημένος από την έκρηξη της σεξουαλικότητάς του, τους μέτριους βαθμούς του και τη γενική γκαντεμιά του. Χαζεύει τις όμορφες συμμαθήτριές του, ζηλεύει τους cool συμμαθητές του, αλλά δεν δείχνει προορισμένος να αποκτήσει κάποια αληθινή επαφή με το άλλο φύλο.

Μια μέρα όμως, για ανεξήγητους λόγους, η Ορόρ, ίσως η πιο όμορφη της τάξης, αρχίζει να τον φλερτάρει, με αποτέλεσμα μια σχέση γεμάτη εκπλήξεις και για τους δύο. Τα πρώτα φιλιά, οι αδέξιες κινήσεις που σιγά-σιγά βρίσκουν τον δρόμο τους, οι ατελείωτες συζητήσεις μεταξύ του Ερβέ και του Καμέλ, και μια συνεχής προσπάθεια του πρώην κομίστα Ριάντ Σατούφ, που βραβεύτηκε με Σεζάρ για το ντεμπούτο του αυτό, να ρίξει καρτουνίστικα gags για να τονίσει τα ευτράπελα στη μέτρια ζωή των μέτριων εφήβων.

Αν και με υπερβολές, βγαίνει γέλιο, όπως με την καταθλιπτική μάνα του Ερβέ που τον πρήζει με σουρεαλιστικά σχόλια ή στη σκηνή που τα παιδιά τον παίζουν και νομίζουν πως η απέναντι τούς φωνάζει να σταματήσουν, ενώ στην πραγματικότητα εκείνη έχει φρικάρει γιατί βλέπει στον πάνω όροφο κάποιον που προσπαθεί να αυτοκτονήσει (και τελικά αυτοκτόνησε). Το πολύ θετικό για τον Σατούφ είναι ότι ενώ σκηνοθετεί, φαίνεται πως βρίσκεται ανάμεσα στα σχολιαρόπαιδα και γίνεται ένα με αυτά.