Λονδίνο, 1862. Οι θεατές συγκεντρώνονται εκστασιασμένοι για να παρακολουθήσουν την απογείωση ενός αερόστατου, τη στιγμή που ο μετεωρολόγος James Glaisher αγχωμένος περιμένει την πιλότο Amelia Wren να κάνει τη θεαματική της είσοδο. Τόσο νέος στην επιστημονική κοινότητα και παλεύοντας για να τον πάρουν στα σοβαρά, ο Glaisher δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για τα «ακροβατικά» της Wren, την ίδια στιγμή που εκείνη γνωρίζει πως αυτού του είδους οι επιδείξεις είναι και εκείνες που μπορούν να προσελκύσουν τεράστιες χρηματοδοτήσεις.

 

Η πτήση τους θα εξυπηρετήσει διπλό σκοπό, αφού θα σπάσει το γαλλικό ρεκόρ αιώρησης και παράλληλα θα βοηθήσει τον Glashier να συλλέξει δεδομένα για τις αμφισβητούμενες προβλέψεις του καιρού. Όσο οι δυο τους ανεβαίνουν πιο ψηλά, τόσο ο αέρας γίνεται πιο κρύος και επικίνδυνος, αλλά κυρίως οι αποφάσεις που θα πρέπει να πάρουν φαίνονται δυσκολότερες και ακροβατούν μεταξύ ζωής και θανάτου.

 

Αναμφισβήτητα, ο Ρεντμέιν και η Τζόουνς διατηρούν την οικειότητα που απέκτησαν στη Θεωρία των Πάντων και κρατούν το ενδιαφέρον στα ελάχιστα τετραγωνικά του αερόστατου, ειδικά όταν η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο. Στο έδαφος, η ταινία προσγειώνεται σε μια ακαδημαϊκότητα τετριμμένη και σχηματική. Στους αιθέρες, σε αυτό που αποκαλείται champagne air λόγω της μέθης που προκαλεί η έλλειψη οξυγόνου, εντυπωσιάζει με την ευκρίνεια της ψευδαίσθησης, δημιουργώντας δραματικό μετεωρισμό στις μεταπτώσεις της και στην ένταση, που δυστυχώς λείπει στις πιο στατικές σκηνές.