Το Νetflix έχει χρηματοδοτήσει κατά καιρούς φιλόδοξα εγχειρήματα σκηνοθετών εγνωσμένης αξίας, οι οποίοι δεν μπορούσαν να βρουν τους απαραίτητους πόρους πουθενά αλλού και κάπως έτσι μπορέσαμε να δούμε ταινίες σαν το Irishman, το Roma, το Mank, το Hand of God και το Power of the Dog.

 

Πρόσφατα, ο νέος CEO του Netflix Τεντ Σαράντος έδωσε το σύνθημα για λιγότερες και μεγαλύτερες κινηματογραφικές παραγωγές και ως παράδειγμα έφερε, μεταξύ άλλων, το Gray Man, το οποίο θα κυκλοφορήσει για ένα διάστημα αποκλειστικά στις κινηματογραφικές αίθουσες πριν ανέβει στην πλατφόρμα.

 

Το Netflix έχει στηρίξει πολλά στο Gray Man, που είναι η ακριβότερη κινηματογραφική παραγωγή του μέχρι σήμερα. Προσέλαβε τους Τζο και Άντονι Ρούσο, σκηνοθέτες της δεύτερης πιο επιτυχημένης ταινίας όλων των εποχών, του Avengers: Endgame, επιστράτευσε δύο από τους πιο ελκυστικούς σταρ της εποχής, τον Ράιαν Γκόσλινγκ και τον Κρις Έβανς, τους πλαισίωσε με την Άνα ντε Άρμας, τον Ρεγκέ-Ζαν Πέιτζ και τον Μπίλι Μπομπ Θόρτον και ευελπιστεί να γεννήσει ένα δικό του franchise με κεντρικό ήρωα τον αποστάτη πράκτορα της CIA που υποδύεται ο Γκόσλινγκ.

 

H ταινία ξεκινά in medias res, με τον Γκόσλινγκ ευρισκόμενο στην Μπανγκόκ για να εκτελέσει τον επόμενο στόχο του. Χρώματα και πρωταγωνιστής κλείνουν το μάτι στο Only god forgives του Ρεφν, ενώ η δράση και η κλιμάκωσή της στο Mission: Impossible. Όταν ένα παιδί βρίσκεται μπροστά στον στόχο του, ο ήρωας αρνείται να πατήσει τη σκανδάλη – η ηθική του «επαγγέλματος» του εκτελεστή είναι ένα επανερχόμενο μοτίβο, το οποίο, βέβαια, ουδέποτε αξιοποιείται ουσιαστικά, oπότε μην περιμένετε να δείτε Μελβίλ ή Μάικλ Μαν. Αφού εξολοθρεύσει τον στόχο του, πέφτει στα χέρια του το usb με υλικό που ενοχοποιεί τον προϊστάμενό του για κατάχρηση εξουσίας και εγκληματική δράση, οπότε εκείνος παθαίνει κρίση συνείδησης και βρίσκεται ξαφνικά κυνηγημένος και εκτός υπηρεσίας. Ο άνθρωπος που αναλαμβάνει να τον εντοπίσει και να τον εξολοθρεύσει είναι ένας ανισόρροπος πρώην πράκτορας της CIA που δουλεύει πλέον ως πληρωμένος εκτελεστής στον ιδιωτικό τομέα.

 

Η συνέχεια έχει πολλή δράση, κάποτε ευρηματική, μα όχι πάντα ευκρινώς μονταρισμένη, διαθέτει επίσης κοσμοπολιτισμό αυθεντικό αλλά και imitation. Το τέχνασμα μιας ετικέτας που δίνει την πληροφορία της τοποθεσίας, συνοδευόμενης από ένα γενικό πλάνο της πόλης, απλώς για να μεταφερθεί η δράση σε διαμερίσματα και υπόγεια, το είχαμε δει στο Red Notice και επαναλαμβάνεται και εδώ. Είτε πεις στον θεατή ότι το υπόγειο όπου εξελίσσεται η σκηνή είναι στο Μονακό είτε στο Περιστέρι, το αποτέλεσμα γι’ αυτόν είναι το ίδιο και μάλλον πλήττει την αξιοπιστία της παραγωγής σου. Η οποία, για να είμαστε δίκαιοι, είναι ακριβή.

 

Σε αντίθεση με το προαναφερθέν Red Notice, που ο Σαράντος ανέφερε επίσης ως παράδειγμα προς μίμηση(!), η ταινία διαθέτει γυρίσματα και εκτεταμένες σκηνές σε εξωτερικούς χώρους ευρωπαϊκών πόλεων. Αντικείμενα εκρήγνυνται, αυτοκίνητα διαλύονται, κτίρια κατεδαφίζονται, σε ένα θέαμα που όσο περνά η ώρα παραπέμπει όλο και περισσότερο σε μια αλά ’90s action εξτραβαγκάντζα, αλλά πολύ πιο βλοσυρή και σοβαροφανή από τα σημεία αναφοράς της. Το αμοραλιστικό καρτούν του Κρις Έβανς φαντάζει κομμάτι μιας άλλης ταινίας, σε μια ταινία που με τη σειρά της μοιάζει φτιαγμένη από κομμάτια άλλων, πολύ καλύτερων ταινιών. Ο Γκόσλινγκ έχει τη στόφα του πρωταγωνιστή, η Ντε Άρμας είναι εξοικειωμένη με τη σωματικότητα του σινεμά δράσης, όπως απέδειξε και στο No time to die, σε αντίθεση με τον Ρεγκέ-Ζαν Πέιτζ που δεν φαίνεται να διαθέτει ούτε το 1/10 του μαγνητισμού που απαιτεί το κοστούμι του 007 – ας ελπίσουμε τα σχετικά δημοσιεύματα περί υποψηφιότητάς του για τον ρόλο να αποδειχθούν ανακριβή.

 

Εκείνο για το οποίο απορείς όσο περνά η ώρα είναι για ποιον λόγο το Netflix αδυνατεί να πλάσει αξιόλογο ψυχαγωγικό σινεμά μαζικού κοινού κι ας το προσπαθεί εδώ και χρόνια, ενώ το έχει πετύχει μια χαρά με αρκετές από τις σειρές του. Και αν το Gray Man είναι ενδεικτικό της νέας εποχής στην πλατφόρμα και του σινεμά που θα χρηματοδοτεί από εδώ και στο εξής, η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει άμεσα. Και τελικά, αντί για ενθουσιασμό και αγωνία, το θέαμα σου προκαλεί θλίψη στη σκέψη ότι κόστισε όσο δεκαπέντε Roma, τα οποία θα στερηθούμε εξαιτίας αυτού και των υπόλοιπων εγχειρημάτων παρεμφερούς ιδιοσυγκρασίας που (αναπόφευκτα) θα δούμε στο μέλλον από την πλατφόρμα.