Με τη δράση του τοποθετημένη την περίοδο του Halloween, το Cobweb θα μπορούσε να είναι ένα μακάβριο παραμύθι, όχι μακριά από εκείνα των αδελφών Γκριμ, με έναν πιτσιρικά που φοβάται ότι οι γονείς του θέλουν να τον βλάψουν – κι εδώ που τα λέμε η συμπεριφορά τους κάθε άλλο παρά καθησυχαστική είναι. Το μοντάζ της ταινίας όμως διαφωνεί, προσπαθεί να βγάλει με το στανιό μουλτιπλεξάδικο τρόμο, όπως τον αντιλαμβάνεται ο μοντέρ (και περιστασιακά σκηνοθέτης) των συνεχειών του Saw, καταλήγοντας να διαλύει την ατμόσφαιρα. Όλα αυτά μέχρι μια τρίτη πράξη γκραν γκινιόλ που έρχεται για να πιστοποιήσει την κανονικοποίηση της κατάδειξης της βίας σε βάρος των ανηλίκων ‒κάποτε ήταν taboo στο σινεμά‒, στην οποία έπαιξαν καταλυτικό ρόλο οι τελευταίες μεταφορές Στίβεν Κινγκ.

 

Εκεί η ταινία παίρνει οριστικά τον κατήφορο, κλείνοντας απότομα, με ένα φινάλε το οποίο, αν διαβαστεί κυριολεκτικά, απλώς υπόσχεται sequel, αν το δούμε μεταφορικά, υποθέτοντας ότι έχουμε να κάνουμε με ακόμα μία σύγχρονη ταινία τρόμου που μασκαρεύει το τραύμα σαν απειλή ‒ είναι τόσο μνησίκακο και μισανθρωπικό, που κάλλιστα θα μπορούσε να σε εξοργίσει. Έχουν περάσει σχεδόν δεκαπέντε χρόνια, μα φοβόμαστε ότι ο σκηνοθέτης του φιλμ δεν έχει αποβάλει τη νεανική καφρίλα που τον ώθησε να βάλει τον Τζόκερ και τη Χάρλεϊ Κουίν να κάνουν σεξ ενώ σκοτώνουν ένα νεογνό σε εκείνο το fan-made μικρού μήκους που σίγουρα βοήθησε να τον προσέξουν.