Με φόντο τις αρχές της δεκαετίας του '60, στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, η ταινία Κωδικό Όνομα: U.N.C.L.E. παρακολουθεί τη ζωή του Σόλο, πράκτορα της CIA, και του Κουριάκιν, πράκτορα της KGB. Στο πλαίσιο μιας αποστολής, οι δύο άνδρες αφήνουν στην άκρη την επί μακρόν αντιπαλότητά τους, προκειμένου να σταματήσουν μια μυστηριώδη διεθνή εγκληματική οργάνωση που έχει στόχο να αποσταθεροποιήσει την εύθραυστη ισορροπία μέσω των πυρηνικών όπλων και της τεχνολογίας. Το μόνο στοιχείο που έχουν στη διάθεσή τους είναι η κόρη ενός εξαφανισμένου Γερμανού επιστήμονα, μέσω της οποίας θα μπορέσουν να διεισδύσουν στους κόλπους της οργάνωσης. Οι δύο άνδρες θα πρέπει να δώσουν μάχη με τον χρόνο προκειμένου να αποτρέψουν μια παγκόσμια καταστροφή.


Σε αυτό το υπερ-stylish, καλοραμμένο, σπινταριστό, ψυχροπολεμικό, κατασκοπικό θρίλερ χωρίς ιδιαίτερη αγωνία, αλλά με επαρκή δράση και μερικούς από τους φωτογενέστερους ηθοποιούς που κυκλοφορούν, ο Γκάι Ρίτσι κάνει τα δικά του με την κίνηση της κάμερας, τα χρωματικά φίλτρα, το δαιμονιώδες μοντάζ και την επιμελημένη μουσική που πρωταγωνιστεί σε μια ισχνή, ωστόσο, ιστορία, που το καλόγουστο, κοσμοπολιτικό σκηνικό, η προσεκτική, αν και εξαιρετικά λουστραρισμένη ρετρό σκηνογραφία και η γοργή εναλλαγή από τοποθεσίες και στροφές στην πλοκή δεν μπορούν να κρύψουν. Σε τουλάχιστον δύο σεκάνς, όπου η δράση χορογραφείται χωρίς διάλογο, ο Ρίτσι δείχνει πως η πυροβολημένη ορμή της νεότητάς του έχει καταλαγιάσει σε πλούσιες και ενορχηστρωμένες εικόνες και δραματικά ρευστές λύσεις. Το περιεχόμενο δεν τον δικαιώνει. Ενώ το Κωδικό Όνομα U.N.C.L.E. αντλεί την έμπνευσή του από χαρακτήρες της ομώνυμης τηλεοπτικής σειράς της δεκαετίας του '60, η μεταφορά της στο σινεμά μισό αιώνα αργότερα δεν φέρνει τίποτε καινούργιο, όπως, αντίστοιχα, ο Σέρλοκ Χολμς του έδωσε κανούργιο νόημα σε έναν σκονισμένο ήρωα και εξερεύνησε με άλλον τρόπο (όχι ακριβώς βαθύ, αλλά τουλάχιστον συναρπαστικό και ιντριγκαδόρικο) τις περιπέτειες της ψυχής του και το λοξό χιούμορ του. Ο Ναπόλεον και ο Ίλια κινούνται σαν χάρτινα ομορφόπαιδα σε μια σειρά από σίγουρες παγίδες, με ελάχιστες εξαιρέσεις σασπένς, και, περιέργως, δείχνουν πιο ωραία από την ωραία που αμφότεροι διεκδικούν, μια διπλή κατάσκοπο που στην ταινία υποδύεται η αδιάφορη Αλίσια Βικάντερ. Η Ελίζαμπεθ Ντεμπίκι, που παίζει την Ιταλιάνα κακιά της υπόθεσης, μια φασίστρια χωρίς συνείδηση, είναι η μόνη που το διασκεδάζει, ενώ οι πρωταγωνιστές Χένρι Κάβιλ και Άρμι Χάμερ διακοσμούν έναν γουστόζικο αναχρονισμό χωρίς να νοιάζονται για το τι ακριβώς συμβαίνει στην ταινία και τον κόσμο που υποτίθεται πως προσπαθούν να σώσουν από επικίνδυνους εγκληματίες.