Στη φλέβα του American History X, χωρίς τη βιβλική παραβολή της αδελφικής θυσίας, η Αυτοκρατορία πραγματεύεται το έωλο ιδεολογικό υπόβαθρο των ομάδων που διασφαλίζουν την ανωτερότητα των λευκών στην αμερικανική κοινωνία. Στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ο Ντάνιελ Ραγκούσις παρουσιάζει διαφορετικούς τύπους των white supremacists, από τον σνομπ θεωρητικό μέντορα που ακούει κλασική μουσική, παραθέτοντας λογοτεχνικά τσιτάτα που τον βολεύουν, μέχρι τους skinheads, αγράμματους ζηλωτές, με ενδιαφέρουσα ενδιάμεση στάση σε έναν παρεξηγημένο καιροσκόπο που πουλάει ραδιοφωνικό μίσος με αποκλειστικό σκοπό το κέρδος. Ο ήρωας είναι ένας συνεσταλμένος, μπερδεμένος πράκτορας του FBI που πείθεται έντεχνα να πλησιάσει μια ύποπτη εξτρεμιστική οργάνωση, αφού πρώτα μελετήσει και καταλάβει τις θέσεις των νεοναζί – εδώ θα πρέπει να ξεπεράσουμε καλόπιστα τη συνήθη πρακτική των ταινιών του είδους, που θέλουν τον ντετέκτιβ που αναλαμβάνει μια μυστική αποστολή να δρα σαν κανονικός ηθοποιός και να μεταμορφώνεται σε κάποιον άλλο, λες κι έχει παρακολουθήσει εκτεταμένα μαθήματα σε δραματική σχολή. Ο εμπνευστής της ταινίας, Μάικ Τζέρμαν, υπηρέτησε παλιά στο FBI, γι' αυτό και το σενάριο είναι ακριβές όσον αφορά τις λεπτομέρειες όχι τόσο για την αυθεντικότητα των δραστηριοτήτων παρόμοιων οργανώσεων αλλά για τη βαθύτερη φιλοσοφία του σύγχρονου φασισμού, σαν να είναι γραμμένη από μέσα. Υπάρχει κάτι σχηματικό στις κινήσεις ενσωμάτωσης του Νέιτ Φόστερ και κυρίως στην απειλή της αποκάλυψης της πραγματικής του ταυτότητας από τους πάντα καχύποπτους, όψιμους συνοδοιπόρους του, αλλά η πλοκή δεν χάνει την ουσία, που δεν είναι άλλη από μια δόκιμη αφήγηση ενός από τα πλέον καυτά τρέχοντα αφηγήματα, που λένε και οι ειδήσεις. Δεν μπορεί κανείς να δώσει με σιγουριά μια απάντηση για την προέλευση της αναζωπύρωσης του φαινομένου, ειδικά σε κοινωνίες με πιο ελεγχόμενη ροή μεταναστών και αυξημένο ή αφομοιωμένο επίπεδο απορρόφησης, αλλά η Αυτοκρατορία προσφέρει μια λογική, και σίγουρα λιγότερο πολύπλοκη λύση επί του θέματος.