Όπως ο Τζ.Τζ. Έιμπραμς ανακαίνισε πλήρως το κινηματογραφικό πολυκατάστημα που λέγεται Star Wars, χωρίς να χαλάσει τα θεμέλια του κτιρίου, σε τέτοιο βαθμό που να μιλάμε για ανανέωση και επέκταση της ήδη υπάρχουσας αλυσίδας, έτσι κι ο Ράιαν Κούγκλερ, γνωστός από το ευαίσθητο Fruitville Station, ξεσκόνισε το εντελώς καταρρέον franchise του παρελθόντος, το Ρόκι, που έμοιαζε να έχει μείνει μακρινή ανάμνηση των νοσταλγών μιας άλλης, ηρωικότερης εποχής, και το φορτίζει με ενέργεια και καθαρότητα, πάντα μέσα στο πλαίσιο, τις νόρμες και τους κανόνες του είδους. Ουσιαστικά, το Κριντ: Η γέννηση ενός θρύλου δεν ξεφεύγει από τη δομή της πυγμαχικής ταινίας, με το outsider να πρωταγωνιστεί σε μια ιστορία συνειδητοποίησης, τον ορμητικό και ταλαντούχο νέο που οφείλει να συμμαζέψει τον θυμό, τις ανεξέλεγκτες μπουνιές και τα ψυχολογικά του θέματα και να καναλιζάρει τη δεξιότητά του σε μια τακτική, αγωνιστική και πειθαρχημένη. Ο Αντόνις Κριντ (creed είναι το επώνυμο, αλλά εννοεί και τη λέξη πεποίθηση, το πιστεύω) είναι γιος του διάσημου πυγμάχου Απόλλο Κριντ, που έχασε τη ζωή του από λάθος υπολογισμό. Χωρίς να έχει γνωρίσει τον πατέρα του, ο νεαρός μεγάλωσε μακριά από τα ρινγκ του θανάτου, που η μητριά που τον περιμάζεψε από το αναμορφωτήριο και τον ανέθρεψε απεχθανόταν. Το αίμα νερό δεν γίνεται και ο Αντόνις παρατάει μια στρωμένη ζωή για να κυνηγήσει το όνειρο του πολεμιστή της πυγμαχίας στην Φιλαδέλφεια. Ψάχνει και βρίσκει τον θρυλικό Ρόκι Μπαλμπόα, ο οποίος δεν ασχολείται πλέον με το άθλημα κι έχει αποσυρθεί στο μικρό εστιατόριό του. Ο νεαρός επιμένει και κάμπτει την αντίσταση του Ρόκι. Ο θρύλος τον προπονεί με μια στρατηγική που δεν μοιάζει με κλασικό πρόγραμμα γυμναστικής αλλά με προθέρμανση για τη ζωή, τα προβλήματα και τον χειρισμό. Κι ενώ η πλοκή πάει όπως θα περίμενε ο φαν, με αναφορές στο παρελθόν και μια διάθεση επίσκεψης στα γνωστά πρόσωπα και μέρη του πρωτότυπου υλικού, δύο είναι τα στοιχεία που σώζουν το σχήμα, και τα προσχήματα: ο δεσμός του Αντόνις με μια συνομήλική του μουσικό, σε μια αληθοφανή, ευάλωτη σχέση τρυφερότητας. Και ο Σιλβέστερ Σταλόνε, μπαρουτοκαπνισμένος και στραπατσαρισμένος όπως είναι πλέον, αλλά με μια αναπάντεχη εσωτερικότητα, παρά την αντικειμενική αδυναμία του να εκφράσει συναίσθημα πίσω από την παραμορφωμένη μάσκα του προσώπου του. Ο Ρόκι του στέκει αγέρωχος στα μάτια των συμπολιτών, αλλά ο Σταλόνε μάς υπενθυμίζει τον πόνο μέσα στα χρόνια που πέρασαν και μετράει απώλειες σε κάθε πικραμένη φράση που ψελλίζει. Δεν περίμενα ποτέ πως αυτή η μονοδιάστατη μηχανή θα μπορούσε να συνέλθει και να μάθει πραγματικά από τα χτυπήματα που δέχτηκε, αλλά ο Σταλόνε, υποψήφιος και φαβορί για Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου, κάνει ένα μικρό θαύμα, βοηθώντας μας να ξεχάσουμε, έστω και προσωρινά, κάθε Ράμπο και σαχλαμάρα που έχει γυρίσει από τον Ρόκι κι έπειτα. Κρατάει ζωντανή μια υπόσχεση, σε μια ερμηνεία που συγγενεύει με τον θάνατο, το φυσικό τέλος.