Το 1573 ο Πάολο Βερονέζε φιλοτέχνησε τον εντυπωσιακό πίνακα «Δείπνο στο σπίτι του Λευί». Το έργο θα κοσμούσε το πίσω μέρος της τράπεζας της μονής της δομινικανής αδελφότητας του San Zanipolo στη Βενετία, αντικαθιστώντας αυτό του Τιτσιάνο που καταστράφηκε από πυρκαγιά.
Στον πίνακα απεικονίζεται σε ένα γεγονός ο Ιησούς να γευματίζει στο σπίτι του Λευί, πλαισιωμένος από ιδιαίτερες προσωπικότητες: τον οικοδεσπότη, Λευί, που συνέλεγε φόρους για τους Ρωμαίους, αποσπώντας τους βίαια από τον λαό, και άλλες παράξενες και άσεμνες μορφές.
Το έργο του Βερονέζε, με ύψος 5,55 μέτρα και μήκος 13,10 μέτρα, αποτελεί μια επιβλητική σύνθεση. Ο Ιταλός καλλιτέχνης χρησιμοποίησε έντονα χρώματα, αποδίδοντας τη ζωντάνια και τον κοσμοπολιτισμό της Βενετίας του 16ου αιώνα. Σε μια ανοιχτή στοά με κλασικά ρωμαϊκά αρχιτεκτονικά μοτίβα απεικονίζονται διάφορες φιγούρες με φόντο τον γαλάζιο ουρανό. Η σκηνή, που θυμίζει συμπόσιο, είναι εμπνευσμένη από τον «Γάμο στην Κανά», το πρώτο θαύμα του Ιησού.
Σε μια πιο ελεύθερη απόδοση, ο Βερονέζε αποτύπωσε ένα εορταστικό δείπνο συνθέτοντας στην τεράστια επιφάνεια του έργου του ένα πλήθος προσώπων. Στο κέντρο του πίνακα βρίσκεται ο Ιησούς που συνομιλεί ήρεμα με τον Λευί, έτερο κεντρικό πρόσωπο του συμποσίου. Τους πλαισιώνουν άντρες που συζητούν μεταξύ τους, μουσικοί, Γερμανοί στρατιώτες, ακόμα και παιδιά που παίζουν. Ανάμεσά τους διακρίνονται ένας νάνος γελωτοποιός, ένας υπηρέτης με ματωμένη μύτη και ένας Απόστολος που καθαρίζει τα δόντια του. Από την πρωτότυπη σύνθεση δεν λείπουν τα ζώα· συμπεριλαμβάνονται ένας εξωτικός παπαγάλος και αρκετά σκυλιά. Τέλος, ο Βερονέζε πρόσθεσε και τον εαυτό του στο έργο του, μια συνηθισμένη πρακτική των ζωγράφων της Αναγέννησης.
Το πρωτοποριακό έργο, προκάλεσε την αντίδραση της Ιερά Εξέτασης, που κατηγόρησε τον Βερονέζε για την επιλογή του να συγκεντρώσει όλες αυτές τις ασεβείς και αμφιλεγόμενες μορφές σε έναν θρησκευτικό πίνακα που απεικόνιζε τον Μυστικό Δείπνο.
Τότε, ο Ιταλός καλλιτέχνης απάντησε: «Εμείς οι ζωγράφοι, όταν φιλοτεχνούμε ένα έργο, αυθαιρετούμε ευθαρσώς, όπως οι ποιητές και οι τρελοί». Η αφοπλιστική του απάντηση δεν ικανοποίησε τους ιεροεξεταστές, καθώς τα έργα που είχαν θρησκευτικό περιεχόμενο και έπρεπε να ακολουθούν τις επιταγές της Εκκλησίας.
Έτσι, του έδωσαν τρεις μήνες περιθώριο να αλλάξει το περιεχόμενο του πίνακα. Εκείνος όμως, ακολουθώντας τη δημιουργικότητά του και διατηρώντας την ελεύθερη καλλιτεχνική του έκφραση, βρήκε μια διαφορετική λύση: άλλαξε τον τίτλο του έργου του. Ο «Μυστικός Δείπνος» μετατράπηκε σχεδόν σε δημόσιο, σε μια συγκέντρωση στο σπίτι κάποιου Λευί.
Παράλληλα, έκανε χρήση αναφοράς ενός επεισοδίου από το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο για να δικαιολογήσει τις «ακατάλληλες» παρουσίες. Σε αυτό ο Χριστός «τρώει και πίνει με τελώνες και αμαρτωλούς γιατί ανάγκη από γιατρό έχουν οι άρρωστοι, όχι οι υγιείς». Παρ’ όλα αυτά, και εκείνος κατακρίθηκε για την επιλογή του να αποδεχτεί την πρόσκληση και να παρευρεθεί σε ένα τέτοιο τραπέζι.
Ο γνωστός πίνακας, που φιλοξενείται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη της Βενετίας, αποτελεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα ζωγραφικής της περιόδου της Ύστερης Αναγέννησης, μια πρωτοποριακή οπτική που έρχεται σε αντίθεση με τα θρησκευτικά ιδανικά της εποχής, εξετάζοντας την επίδραση της λογοκρισίας και τα όρια της καλλιτεχνικής ελευθερίας.