Μία εβδομάδα μετά το Estate, ξαναβλέπουμε την Τόνι Κολέτ σε κωμωδία, κινούμενη δυστυχώς στο ίδιο, χαμηλό ποιοτικό επίπεδο. Μια διαφημίστρια, η Κριστίν, έχει τρία χρόνια να κάνει σεξ με τον τραγουδοποιό άντρα της και τον τσακώνει με τη φεμινίστρια ερωμένη του, η οποία, μαζεύοντας τα ρούχα της, δηλώνει την αλληλεγγύη της στην Κριστίν ‒ απίθανες πλάκες. Όταν ο Ιταλός παππούς της πεθαίνει, δέχεται ένα τηλεφώνημα, μαθαίνει ότι το όνομά της συμπεριλαμβάνεται στη διαθήκη του και αποφασίζει να ταξιδέψει ως την Ιταλία για να κάνει σεξ. Αντί να κάνει σεξ όμως, βρίσκεται να παριστάνει το αφεντικό της οικογενειακής μαφιόζικης συμμορίας, αν και θα προτιμούσε να αποφύγει αυτή την ευθύνη, καθώς το μυαλό της είναι –σωστά μαντέψατε‒ στο σεξ.

 

Ακολουθούν απανωτά χτυπήματα από δολοφονικές κρυάδες σε μια τονικά ανερμάτιστη δημιουργία που επιχειρεί να παντρέψει τη σεξοκωμωδία με το γκανγκστερικό μαύρο χιούμορ. Η Τόνι Κολέτ αντιλαμβάνεται την κωμωδία ως μια σειρά από ανακυκλούμενους πιθηκισμούς και φωνασκίες και «φαλτσάρει» αφόρητα, παίζοντας σε διαφορετική ταινία απ’ όλους τους υπόλοιπους, εν αντιθέσει με τη Μόνικα Μπελούτσι που καταλαβαίνει το «ανέκδοτο» και εντοπίζει τις κατάλληλες ερμηνευτικές ισορροπίες. Μακάρι να ίσχυε το ίδιο και για τη σκηνοθέτιδά τους, την Κάθριν Χάρντγουικ, η οποία φαίνεται να έχει χάσει εντελώς τον έλεγχο του υλικού της και να έχει απενεργοποιημένο το φίλτρο του καλού γούστου. Με δεδομένο ότι μπόρεσε να αποφύγει αβίαστα τη γελοιότητα και να βγάλει ένα συμπαθέστατο και ατμοσφαιρικό δείγμα κινηματογραφικού νεορομαντισμού μέσα από το πρώτο βιβλίο της σειράς Twilight, αναρωτιέσαι τι της συνέβη εδώ. Πώς είναι δυνατό να μην αφήνει στο δωμάτιο του μοντάζ την υστερική σκηνή, όπου οι άντρες συνάδελφοι της Κριστίν κάνουν σεξιστικές προτάσεις για την προώθηση προϊόντος μέσω μιας κλήσης Ζoom, αγνοώντας τη μάχη της με έναν πληρωμένο εκτελεστή που επιχειρεί να τη βιάσει, τον οποίο εξολοθρεύει υπερβίαια με μια γόβα στιλέτο; Και πώς μπορεί, άραγε, να μην αντιλαμβάνεται ότι στη (φαιδρή) σκηνή δικαστηρίου του φινάλε δικαιώνεται κυριολεκτικά ο επονομαζόμενος girl boss φεμινισμός – κάνουμε λόγο για κυριολεξία, επειδή η Κριστίν αποδέχεται τον ρόλο της ως αφεντικού της μαφίας, και για δικαίωση, επειδή αφήνεται να εννοηθεί ότι το μοναδικό πρόβλημα ήταν ότι δεν πίστευε αρκετά στον εαυτό της. Στεκόμαστε σε αυτό, επειδή η ταινία, αν και παντελώς ασόβαρη στο σύνολο των επιμέρους τομέων της, φαίνεται να παίρνει πολύ σοβαρά το σκέλος της χειραφέτησης της ηρωίδας.

 

Για να μην τα ψειρίζουμε όμως, κύριο μέλημα των συντελεστών είναι η (μαύρη) κωμωδία και, ως τέτοια, η Mafia Mamma κάνει τον «Μαφιόζο της διπλανής πόρτας» να μοιάζει με Μπίλι Γουάιλντερ, Μπλέικ Έντουαρντς και αδελφούς Κοέν μαζί.