Γνωστή για τις βασίλισσες του πόνου και του πάγου που υποδύεται εδώ και μισό αιώνα στον ευρωπαϊκό και αμερικανικό κινηματογράφο, η Ιζαμπέλ Ιπέρ δεν παραλείπει να το διασκεδάζει μπροστά στον φακό, με πρόφαση χαρακτήρων, όπως στο πρόσφατο La Jeunesse Doree της Έβα Ιονέσκο, με σοβαρές, επιθετικές προθέσεις, όπως αυτές του Πολ Βερχόβεν στο Elle, καθώς και με κάτι ενδιάμεσο, όπως τώρα στη λοξά χαριτωμένη Νονά της Νύχτας.

 

Ο σκηνοθέτης Ζαν Πολ Σαλομέ την κατευθύνει σε μια κωμική περιπέτεια με στοιχεία αστυνομικού, ταινίας δρόμου, screwball και δράματος, με υπερβολές στην πλοκή, αλλά και μια διάθεση διασκέδασης που στις κρίσιμες στιγμές αληθοφάνειας μάς υπενθυμίζει πως δεν θέλει να την πάρουμε και πολύ στα σοβαρά, ακριβώς διότι η Ιπέρ έχει μεγάλη άνεση στα πορτρέτα γυναικών ανεξάρτητων και εσωτερικά ακατάρριπτων, ότι κι αν συμβαίνει στον διάβα της.

 

Η Πασιάνς Πορτφέ που υποδύεται (με όνομα που δηλώνει τη δύναμη της, αλλά προκύπτει από την υπομονή της μητέρας της να την κυοφορήσει επί 10 μήνες!) έχει βαρεθεί να πληρώνεται ελάχιστα κάνοντας τη διερμηνέα στο τμήμα δίωξης ναρκωτικών, αλλά και να επισκέπτεται την άρρωστη μητέρα της στο γηροκομείο, όπου χρωστάει πολλά μηνιάτικα, αδράττει την ευκαιρία να βοηθήσει τον γιό της κυρίας που βοηθά τη μητέρα της, κι έτσι ξεκινά μια παράλληλη, παραβατική καριέρα, διακινώντας παράνομα φορτία ναρκωτικών, με σθένος και επινοητικότητα.

 

Η κούρσα ως το ήπιο φινάλε, που μάλιστα εξηγεί πως η απόφασή της δεν είναι εντελώς αποσυνάγωγη, τουλάχιστον γονιδιακά, είναι φορτωμένη, αν και η Ιπέρ δεν δειλιάζει ούτε λεπτό. Οι New York Times προφανώς την τοποθέτησαν δεύτερη στη λίστα των καλύτερων ηθοποιών του αιώνα μας για τον δημιουργικό της δυναμισμό και τη σχεδόν ενστικτώδη, μινιμαλιστική αίσθηση μοντερνισμού στις προσεγγίσεις της.