Από τους βασικούς λόγους που πηγαίνουμε σινεμά, είναι για να καταλάβουμε τον κόσμο γύρω μας και όσα τον απαρτίζουν, για να μπούμε στα παπούτσια άλλων, να ζήσουμε ζωές που (κάποιες φορές εκ των πραγμάτων) δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς οι ίδιοι, πάντα από την ασφάλεια της οθόνης, του καθίσματος κι ενός δράματος που μας αφορά μόνο κατ’ αναλογία.

 

To Gunda, ένα έξοχα φωτογραφημένο φιλμ από τη Νορβηγία, που κινείται κάπου ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και στη μυθοπλασία, υπηρετεί ακριβώς αυτό τον σκοπό. Ακολουθώντας από κοντά τα ζώα μιας φάρμας, με έμφαση σε ένα θηλυκό γουρούνι και τα μικρά του, το φιλμ επιχειρεί και κατορθώνει να μας κάνει να δούμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια τους.  

 

Ο φακός κινηματογραφεί συχνά από το ύψος του βλέμματος των ζώων, σε τόσο κοντινή απόσταση και για τόση ώρα, που πραγματικά απορείς πώς οι δημιουργοί κατόρθωσαν να αποσπάσουν φυσικά στιγμιότυπα από την καθημερινότητά τους, αντί να τη διαταράξουν. Ο ρυθμός ίσως φαντάζει αργός, είναι τέτοιος, όμως, ώστε να αποδώσει μια διαφορετική αίσθηση του χρόνου, κοντά στον τρόπο που (μάλλον) τον βιώνουν οι τετράποδοι κάτοικοι της φάρμας.

 

Πρόκειται για μια πολύ ιδιαίτερη ταινία, τόσο ήσυχη στο μεγαλύτερο μέρος της που, όταν τελικά παρεμβαίνει στη ζωή των ζώων ο ανθρώπινος παράγοντας, ο ήχος της μηχανής που συνοδεύει τον ερχομό του φαντάζει σκέτη βαρβαρότητα στα αυτιά μας. Κι αυτή είναι η μικρότερη βαρβαρότητα που θα διαπραχθεί, όπως διαπιστώνουμε σε ένα φινάλε που μπορεί να πετύχει περισσότερα από όσα θα κατόρθωναν exploitation σκηνές από σφαγεία. Ένα φινάλε που σίγουρα ξεχνιέται δύσκολα