Δύο μεγάλες παρανοήσεις συνοδεύουν την ταινία Argylle, προτού ακόμα βγει στις αίθουσες. Πρώτον, ότι την έγραψε με ψευδώνυμο η Τέιλορ Σουίφτ. Ακόμα και η μικρή κόρη του σκηνοθέτη πλησίασε τον μπαμπά και τον μάλωσε, «δεν είσαι εντάξει, γιατί δεν μου το είπες και το έμαθα από τις συμμαθήτριες;». Το καστ χάρηκε με τη φήμη, ειδικά η πρωταγωνίστρια Μπράις Ντάλας Χάουαρντ δήλωσε στη λονδρέζικη πρεμιέρα πως όλο αυτό που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο ακούγεται κολακευτικό, και σίγουρα ο χαρακτήρας της Έλι Κόνγουεϊ, που είναι μια εσωστρεφής, σχεδόν αγοραφοβική «γατού» συγγραφέας κατασκοπικών μυθιστορημάτων, που δεν ντρέπεται για τα θέματα που έχει, είχε τη Σουίφτ ως σημαντική πηγή έμπνευσης. Δεύτερον, ο Χένρι Κάβιλ, ως Άργκαϊλ, κατάσκοπος με μαλλί αεροδυναμικά άκυρο, σμιλεμένος σε βαθμό επιστημονικής φαντασίας, στην ταινία δεν έχει τον σοβαρό σε έκταση και στάτους ρόλο που (μας) υπόσχονται το τρέιλερ και η φιλολογία – η παραγωγή μιλούσε για έναν Τζέιμς Μποντ προτού τον στρατολογήσει και τον φθείρει ο λάθος οργανισμός.

 

Το παρασκήνιο γύρω από την πανάκριβη περιπέτεια που η AppleTV+ εξασφάλισε για 200 εκατομμύρια δολάρια, ακριβώς όσα πλήρωσε και για τους Δολοφόνους του Ανθισμένου Φεγγαριού του Σκορσέζε, είναι πιο ενδιαφέρον από το αποτέλεσμα που παρέδωσε, έχοντας μάλιστα στη διάθεσή του δύο χρόνια, λόγω lockdown, για να επεξεργαστεί τις τεχνικές λεπτομέρειες, ο Μάθιου Βον, της σχολής του Γκάι Ρίτσι. Παίζοντας με το φαντασιακό μιας γυναίκας που δεν τολμά να έχει συναρπαστική ζωή, αλλά ονειρεύεται τη μυθιστορηματική εκδοχή της, έχει μια ενδιαφέρουσα πρώτη ανατροπή που μετά από μισή ώρα εξαντλείται σε μια σειρά από τραβηγμένες σεκάνς εντελώς ανιαρών καταστάσεων, ενώνοντας τα μικρά κλου που έχει σκορπίσει στη μεγάλη της διάρκεια, με αποκορύφωμα το γλίστρημα στο πετρέλαιο της προπαραλήγουσας της πλοκής. Στο μεταξύ, έχει φυλακίσει τον Τζον Σένα, τυποποιήσει τον Κάβιλ και εκμηδενίσει την Ντούα Λίπα στο cameo της μοιραίας Λαγκράνζ στο ελληνικό ξεκίνημα, κάπου σε ένα νησί, που από το πολύ CGI θα μπορούσε κάλλιστα να είναι κινούμενο φόντο σε τεράστια οθόνη.

 

Όπως και στο Bullet Train, το πρόβλημα είναι πως μπλέκουν τα δημογραφικά σε μια trendy προσέγγιση παλιομοδίτικου στόρι και το συμπέρασμα δεν εξάγεται με ευκρίνεια – μόνο που το εξίσου χάρτινο Bullet Train διέθετε μια κάποια αισθητική και τον Μπραντ Πιτ, ενώ εδώ μόνο ο Σαμ Ρόκγουελ, στον ρόλο του Έινταν που πυροδοτεί τη σύνδεση της Έλι με το δίκτυο των πρακτόρων, έχει λίγη πλάκα.