Είναι άξιο απορίας πώς ένα τόσο πολιτικά σημαντικό θέμα, όπως η πολύκροτη δίκη των 7 του Σικάγο που ξεκίνησε το 1969 για υποκίνηση ταραχών και συνωμοσία με αφορμή τη συμμετοχή τους, έναν χρόνο νωρίτερα, στις διαδηλώσεις κατά τη διάρκεια του εθνικού συνεδρίου του Δημοκρατικού Κόμματος, δεν είχε μεταφερθεί στο σινεμά εδώ και περισσότερο από μισό αιώνα.

 

Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ πρωτοβάφτισε το πρότζεκτ, ο Άαρον Σόρκιν ενεπλάκη πρόθυμα γράφοντας το σενάριο και μετά από πολυετή αφλογιστία κατάφερε να το σκηνοθετήσει, ελέγχοντας οπτικά και τονικά την ιδιαίτερη γλώσσα από την οποία ψωμίζεται και δοξάζεται από το Social Network και εντεύθεν.

 

Η έκβαση της υπόθεσης είναι γνωστή, αλλά επικαιρότητά της, δεδομένων των νόμων της κυβέρνησης Τραμπ, που απειλούν βάσιμα να θέσουν εκτός κανονικότητας τις δημόσιες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, αλλά και των πιο επικίνδυνων εκλογών στην ιστορία των ΗΠΑ, δίνουν στο πολιτικοκοινωνικό δράμα την αίσθηση του επείγοντος.

 

Ο Σόρκιν αρθρώνει τις δύο κεντρικές τάσεις των κατηγορουμένων, δηλαδή τη φιλειρηνική στάση της πλευράς του Τομ Χέιντεν (Έντι Ρεντμέιν) και τη χαοτική συμπεριφορά του yippie Άμπι Χόφμαν (Σάσα Μπάρον Κοέν, αγνώριστος, ως συνήθως), με ισορροπία που δικαιώνει το ταλέντο του στον χειρισμό διλημμάτων και αποσπά ακριβείς ερμηνείες από ένα ονειρώδες ανδρικό καστ ‒ την παράσταση κλέβουν άνετα ο Μάικλ Κίτον στις δύο σκηνές του ως προοδευτικός δικηγόρος Ράμσεϊ Κλαρκ, ο πάντα υπέροχος Φρανκ Λαντζέλα ως υπερσυντηρητικός, αντιδραστικός δικαστής Τζούλιους Χόφμαν και, βέβαια, ο συνήγορος Μαρκ Ράιλανς.

 

Ο τελευταίος, που υποδύεται τον εμβληματικό υπερασπιστή των ατομικών δικαιωμάτων Γουίλιαμ Κούνστερ, είναι και η απόδειξη πως ένας ηθοποιός με φυσική προδιάθεση στην έλλειψη ρητορικής έμφασης είναι ανακουφιστικά ευθύβολος και ευπρόσδεκτα φυσικός σε ένα σύνολο που χορογραφείται με άξονα τη χρονογραφημένη εκφορά, το πλεονέκτημα και το αρνητικό των σορκινικών διαλόγων.

 

Η αίσθηση της ταινίας είναι τέλεια, κάτι που απέχει από το λερωμένο, χύμα «ύφασμα» της εποχής εκείνης, και η τάση του σκηνοθέτη και σεναριογράφου να δίνει σε κάθε ρόλο την άψογη, αξιομνημόνευτη ατάκα ψυχαγωγεί με σκέψη και γνώση, αλλά δεν παύει να φαντάζει παραπάνω χρονομετρημένη και ιδιαίτερα γυαλισμένη.