Ο Τσάρλι Κέντον, ξεπεσμένος μποξέρ, αναζητά την ευκαιρία να επιστρέψει για μια τελευταία φορά στην εποχή της δόξας. Όταν κάποια μέρα ο Μαξ, ο ανήλικος γιος του, με τον οποίο είχαν αποξενωθεί, ανακαλύπτει τυχαία ένα εγκαταλελειμμένο και μισοκατεστραμμένο ρομπότ παλιάς τεχνολογίας, ο Τσάρλι, ο οποίος έχει γίνει εξπέρ στο να κατασκευάζει μάχιμους ρομπο-πυγμάχους από παλιοσίδερα, αποφασίζει να τα παίξει όλα για όλα: με τη βοήθεια του γιου του θα προπονήσουν το ρομπότ τους για τη διεκδίκηση του τίτλου.

Το πιο έξυπνο στοιχείο της οικογενειακής αυτής περιπέτειας είναι πως, ενώ διαδραματίζεται στο μέλλον, δεν αγχώνεται να το τονίσει σκηνογραφικά, με συνέπεια να διατηρήσει ανθρώπινα χαρακτηριστικά και να ποντάρει σε μια ρετρό, αναγνωρίσιμη διάθεση. Μόνο τα ρομπότ, θηριώδη και δυναμικά, υπενθυμίζουν πως βρισκόμαστε σε μια άλλη εποχή, όπου οι virtual μάχες στις ηλεκτρονικές οθόνες έχουν μεταφερθεί στον πραγματικό κόσμο. Κατά τα άλλα, το Real Steel είναι ο Ρόκι με άλλα λόγια: η ιστορία ενός πυγμάχου που έχει παρατήσει το ταλέντο του αλλά και το παιδί του και, όταν ξαναβρίσκει και τα δύο, θυμάται πως του έχουν λείψει πολύ. Καλοστημένη παραγωγή, με εμφανή έλλειψη πρωτοτυπίας.