Η ισραηλινή επιχείρηση εναντίον του στολίσκου για τη Γάζα σε διεθνή ύδατα έφερε στο προσκήνιο μια κρίσιμη νομική αλλά και πολιτική διαμάχη: μπορεί η ενέργεια αυτή να χαρακτηριστεί πειρατεία; Για τις παλαιστινιακές οργανώσεις, αλλά και για πολλές κυβερνήσεις που καταδίκασαν το περιστατικό, η απάντηση είναι καταφατική.
Η Χαμάς μίλησε για «έγκλημα πειρατείας και θαλάσσιας τρομοκρατίας εναντίον αμάχων», ενώ παρόμοιους χαρακτηρισμούς χρησιμοποίησαν η Ισλαμική Τζιχάντ, η Τουρκία, η Βενεζουέλα και άλλες χώρες. Ακόμη και ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Γαλλία, η Ιρλανδία και η Ισπανία, κάλεσαν το Ισραήλ να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.
Ωστόσο, ο όρος «πειρατεία» στο διεθνές δίκαιο δεν σημαίνει ό,τι στην καθημερινή γλώσσα. Σύμφωνα με τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό και τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, πειρατεία είναι πράξεις βίας ή κράτησης που τελούνται από ιδιωτικά πλοία για ιδιωτικό όφελος, και μάλιστα μόνο σε διεθνή ύδατα. Με άλλα λόγια, οι επιχειρήσεις που εκτελεί ένα κράτος ή στρατιωτικές δυνάμεις δεν εμπίπτουν στον νομικό ορισμό.
Αυτό το κενό επιτρέπει σήμερα δύο αντίπαλες ερμηνείες: από τη μια οι επικριτές του Ισραήλ μιλούν για πειρατεία, από την άλλη η ισραηλινή πλευρά επικαλείται τη «νομιμότητα» του ναυτικού αποκλεισμού στη Γάζα.
Ο ορισμός της πειρατείας
Σύμφωνα με το άρθρο 101 της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), πειρατεία είναι «κάθε παράνομη πράξη βίας, κράτησης ή λεηλασίας» που διαπράττεται από ιδιωτικά πλοία ή αεροσκάφη, για ιδιωτικό όφελος, και στρέφεται εναντίον άλλων πλοίων ή προσώπων στα διεθνή ύδατα. Ο ορισμός αυτός είναι σαφής: μιλά για «ιδιωτικούς σκοπούς» και όχι για επιχειρήσεις που εκτελεί ένα κράτος.
Ο IMO, που είναι το αρμόδιο όργανο του ΟΗΕ για τη ναυσιπλοΐα, ξεχωρίζει ακόμη μια κατηγορία: την «ένοπλη ληστεία στη θάλασσα». Αυτή αφορά επιθέσεις σε πλοία εντός χωρικών υδάτων ενός κράτους και πάλι για ιδιωτικό όφελος. Ουσιαστικά, μιλάμε για κλασικά περιστατικά σαν αυτά που συνέβαιναν επί δεκαετίες στη Σομαλία ή συμβαίνουν στον Κόλπο της Γουινέας.
Από αυτή την άποψη, πολλοί νομικοί επισημαίνουν ότι η ισραηλινή ενέργεια δεν «κουμπώνει» εύκολα στον ορισμό του IMO. Το Ισραήλ δεν είναι πειρατές με την παραδοσιακή έννοια, αλλά κράτος που εφαρμόζει έναν ναυτικό αποκλεισμό. Εδώ ακριβώς αρχίζει η ουσία της διαμάχης. Αν ο ναυτικός αποκλεισμός που έχει επιβάλει το Ισραήλ στη Γάζα θεωρηθεί νόμιμος, τότε η επέμβαση στα πλοία μπορεί να παρουσιαστεί ως επιτρεπτή εφαρμογή αυτού του αποκλεισμού, ένα μέτρο άμυνας απέναντι σε μια προσπάθεια παραβίασης. Αν όμως ο ίδιος ο αποκλεισμός κριθεί παράνομος, όπως υποστηρίζουν πολλά κράτη και ο ΟΗΕ σε ψηφίσματά του, τότε η εικόνα αλλάζει ριζικά: η αναχαίτιση πλοίων με εκατοντάδες πολίτες σε διεθνή ύδατα μοιάζει περισσότερο με απαγωγή και αυθαίρετη κράτηση, με όρους που αρκετοί χαρακτηρίζουν «κρατική πειρατεία».

Με άλλα λόγια, το ερώτημα δεν είναι μόνο αν η ενέργεια της Τετάρτης πληροί τον αυστηρό νομικό ορισμό της πειρατείας, αλλά αν ένας στρατιωτικός αποκλεισμός που κρατά εδώ και δεκαπέντε χρόνια μπορεί να θεωρείται έγκυρος. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι που καθορίζει πώς θα ερμηνευτεί το ίδιο το περιστατικό.
Το περιστατικό του Global Sumud Flotilla
Η σύγκρουση γύρω από το Global Sumud Flotilla φέρνει στο προσκήνιο αυτήν ακριβώς τη νομική ασάφεια. Την Τετάρτη το βράδυ, περίπου 20 ισραηλινά πολεμικά πλοία περικύκλωσαν περισσότερα από 40 σκάφη της αποστολής, 75 ναυτικά μίλια από τις ακτές της Γάζας, αλλά σε διεθνή ύδατα. Στα σκάφη επέβαιναν περίπου 500 ακτιβιστές, βουλευτές, γιατροί και νομικοί από 45 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Γκρέτα Τούνμπεργκ.
Η αποστολή είχε δηλωμένο στόχο να μεταφέρει ιατρικά εφόδια και ανθρωπιστική βοήθεια. Το Ισραήλ, ωστόσο, χαρακτήρισε την κίνηση «πρόκληση», υποστηρίζοντας ότι ο ναυτικός αποκλεισμός της Γάζας (που επιβλήθηκε το 2009 και έχει επανειλημμένα καταγγελθεί από τον ΟΗΕ) είναι στρατιωτικά αναγκαίος για να εμποδίσει τη διακίνηση όπλων. Με βάση αυτή τη θέση, η ισραηλινή κυβέρνηση υποστηρίζει ότι έχει δικαίωμα να σταματήσει τα πλοία, ακόμη κι αν βρίσκονται σε διεθνή ύδατα.
Οι ακτιβιστές αντιτείνουν ότι το δίκαιο της θάλασσας εγγυάται την ελεύθερη ναυσιπλοΐα και ότι η μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως απειλή. Για τον λόγο αυτό μιλούν για «κρατική πειρατεία» και «τρομοκρατία στη θάλασσα».
Ο ναυτικός αποκλεισμός της Γάζας
Το Ισραήλ επέβαλε ναυτικό αποκλεισμό στη Γάζα το 2009, δύο χρόνια μετά την άνοδο της Χαμάς στην εξουσία. Ο αποκλεισμός αυτός εμποδίζει την πρόσβαση πλοίων στην περιοχή χωρίς άδεια του ισραηλινού στρατού. Στην επίσημη αιτιολόγηση, το Ισραήλ υποστηρίζει ότι πρόκειται για στρατιωτικό μέτρο άμυνας, ώστε να αποτραπεί η εισαγωγή όπλων στη Γάζα, και επικαλείται το Δίκαιο των Ένοπλων Συγκρούσεων (LOAC).
Σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, ένας αποκλεισμός μπορεί να θεωρηθεί νόμιμος εάν πληροί τρεις βασικές προϋποθέσεις:
- Στρατιωτική αναγκαιότητα – να αποσκοπεί στην αποτροπή μεταφοράς στρατιωτικού υλικού.
- Αναλογικότητα – να μην προκαλεί δυσανάλογη βλάβη στον άμαχο πληθυσμό.
- Μη διάκριση – να εφαρμόζεται με σαφήνεια σε συγκεκριμένη εμπόλεμη ζώνη, όχι αυθαίρετα σε όλους.
Το ζήτημα με τον αποκλεισμό της Γάζας είναι ότι διεθνείς οργανισμοί, από τον ΟΗΕ μέχρι τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού, έχουν επανειλημμένα καταγγείλει ότι παραβιάζει αυτούς τους όρους. Αντί να περιορίζει μόνο στρατιωτικούς στόχους, έχει ως αποτέλεσμα τον πλήρη περιορισμό αγαθών, καυσίμων και ανθρωπιστικής βοήθειας.
Έτσι, ενώ το Ισραήλ επικαλείται τη νομιμότητα του αποκλεισμού για να δικαιολογήσει την αναχαίτιση του Global Sumud Flotilla, οι επικριτές απαντούν ότι ο ίδιος ο αποκλεισμός είναι παράνομος. Συνεπώς, οποιαδήποτε ενέργεια επιβολής του (όπως η επιχείρηση στα διεθνή ύδατα) είναι επίσης άκυρη και συνιστά αυθαιρεσία κατά πολιτών.
Η πολιτική χρήση του όρου «πειρατεία»
Ενώ οι νομικοί ορισμοί της UNCLOS και του IMO είναι σαφείς –και εξαιρούν κρατικές ενέργειες–, ο χαρακτηρισμός «πειρατεία» έχει τεράστια πολιτική βαρύτητα. Δεν είναι τυχαίο ότι Χαμάς, Ισλαμική Τζιχάντ, αλλά και χώρες όπως η Τουρκία, η Βενεζουέλα και η Μαλαισία μιλούν για «ναυτική πειρατεία». Ο όρος συνδέεται με κάτι παράνομο, βάρβαρο και απολύτως καταδικαστέο, χωρίς καμία νομιμοποίηση.
Η επιλογή της λέξης δεν είναι τυχαία. Στη διεθνή κοινή γνώμη, «πειρατεία» παραπέμπει σε εγκληματίες και δημιουργεί την αίσθηση ότι το Ισραήλ δεν ενεργεί ως κράτος αλλά ως παραβάτης. Ταυτόχρονα, σε διπλωματικό επίπεδο, ο όρος λειτουργεί ως μέσο πίεσης. Χώρες που ίσως αποφεύγουν βαρύτερες κατηγορίες, όπως «εγκλήματα πολέμου» ή «γενοκτονία», βρίσκουν σε αυτόν μια εναλλακτική που μεταφέρει ισχυρή καταδίκη χωρίς να συνεπάγεται νομικές δεσμεύσεις. Με αυτό τον τρόπο η λέξη αποκτά δύο πρόσωπα. Για το διεθνές δίκαιο παραμένει ένας τεχνικός όρος με αυστηρά όρια εφαρμογής, ενώ για την πολιτική επικοινωνία γίνεται όπλο με ισχυρό συμβολισμό.
Αντίστοιχα, το Ισραήλ απορρίπτει τον χαρακτηρισμό και προβάλλει το επιχείρημα της «νόμιμης επιβολής αποκλεισμού».