Τον Μάιο του 2017, στο υπερπολυτελές ξενοδοχείο Μπουρζ Αλ Άραμπ του Ντουμπάι, τελέστηκε ένας γάμος που προκάλεσε πονοκέφαλο στις διεθνείς αρχές. Ο Ντάνιελ Κίναχαν, Ιρλανδός βαρόνος της κοκαΐνης, παντρεύτηκε την Καόιβα Ρόμπινσον και ανάμεσα στους καλεσμένους βρέθηκαν μερικοί από τους πιο διαβόητους εγκληματίες στον κόσμο.
Στην αίθουσα υποδοχής εμφανίστηκαν ο Ολλανδομαροκινός Ριντουάν Τάχι, ο Βοσνιοολλανδός Έντιν Γκατσάνιν –επικεφαλής του καρτέλ «Tito & Dino»–, ο Χιλιανός «Ελ Ρίκο» Ρικέλμε και ο Ιταλός Ραφαέλε Ιμπεριάλε, μέλος της Καμόρα.
Η σκηνή θύμιζε ταινία του Σκορσέζε. Ένας πληροφοριοδότης της αμερικανικής δίωξης ναρκωτικών (DEA) είχε παρεισφρήσει στο πλήθος και κατέγραψε ολόκληρη την εκδήλωση. Οι αναφορές του αποκάλυψαν ότι οι περισσότεροι από τους «λαμπερούς» προσκεκλημένους συνεργάζονταν ήδη σε ένα ενιαίο δίκτυο που μετέφερε κοκαΐνη από τη Νότια Αμερική προς την Ευρώπη, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη. Η Europol υπολόγισε πως το αποκαλούμενο «υπερ-καρτέλ» έλεγχε σχεδόν το ένα τρίτο της ευρωπαϊκής αγοράς κοκαΐνης, αξίας περίπου είκοσι δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο.
Το 2022, το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών συνέκρινε την οργάνωση των Κίναχαν με τα μεξικανικά καρτέλ Los Zetas και την ιαπωνική Γιακουζά, επιβάλλοντας βαριές οικονομικές κυρώσεις. Την ίδια περίοδο, η πρεσβεία των ΗΠΑ στο Δουβλίνο ανακοίνωσε επικήρυξη πέντε εκατομμυρίων δολαρίων για πληροφορίες που θα οδηγούσαν στη σύλληψη του Ντάνιελ Κίναχαν ή των στενών συνεργατών του.

Από το Δουβλίνο στο Ντουμπάι – Η διεθνοποίηση του εγκλήματος
Ο Κρίστι Κίναχαν, πατέρας του Ντάνιελ, εγκατέλειψε την Ιρλανδία και μετέφερε το κέντρο των δραστηριοτήτων του στην Costa del Sol της Ισπανίας. Η Μαρμπέγια είχε ήδη εξελιχθεί σε κόμβο του ευρωπαϊκού λαθρεμπορίου ναρκωτικών, ένα σημείο συνάντησης για κάθε είδους μαφιόζους από την ήπειρο. Εκεί οι Κίναχαν συνήψαν συμμαχίες με εγκληματικά δίκτυα που διακινούσαν κοκαΐνη από τη Νότια Αμερική, καθώς και με μεσάζοντες από τη Μέσης Ανατολή που ειδικεύονταν στο ξέπλυμα χρήματος.
Ο Ντάνιελ και ο αδελφός του, Κρίστι Τζούνιορ, λειτούργησαν σαν οι «διευθυντές» αυτής της αυτοκρατορίας. Ο πρώτος ανέλαβε τις επαφές και τις συμφωνίες, ο δεύτερος το ξέπλυμα των κερδών μέσα από ένα δίκτυο εταιρειών και offshore. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η οικογένεια δημιούργησε ένα σύμπλεγμα νόμιμων επιχειρήσεων, από ακίνητα έως εξαγωγές τροφίμων, που κάλυπταν τη διακίνηση εκατομμυρίων ευρώ.

Παράλληλα, ο Ντάνιελ επιχείρησε να αποκτήσει «κοινωνική βιτρίνα». Με τον Βρετανό πυγμάχο Μάθιου Μάκλιν ίδρυσαν το 2012 το γυμναστήριο M.T.K. Global στη Μαρμπέγια, το οποίο σύντομα έγινε σημείο αναφοράς για γνωστούς αθλητές. Μέσα από τον χώρο του μποξ ο Κίναχαν καλλιέργησε το προφίλ του «μάνατζερ» και χρησιμοποίησε το άθλημα για να διοχετεύει παράνομα έσοδα ως νόμιμες απολαβές. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, φέρεται να είχε μεσολαβήσει και σε σημαντικές συμφωνίες της παγκόσμιας πυγμαχίας· ανάμεσά τους, εκείνη που εξασφάλισε στον Τάισον Φιούρι τα μεγαλύτερα συμβόλαια της καριέρας του, με τον ίδιο τον Κίναχαν να λαμβάνει ποσοστό από τα κέρδη και τα τηλεοπτικά δικαιώματα.
Έτσι, φορτία κοκαΐνης ταξίδευαν κρυμμένα μέσα σε νόμιμα εμπορεύματα — καφέ, μπύρα, μηχανήματα — και τα χρήματα κινούνταν μέσω εναλλακτικών τραπεζικών δικτύων, όπως το hawala στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Μέρος των κερδών επενδυόταν σε χρυσό και πολύτιμα μέταλλα, κυρίως στη Ζιμπάμπουε, πριν επιστρέψει «καθαρό» στις διεθνείς αγορές. Με αυτά τα κεφάλαια, η οικογένεια Κίναχαν απέκτησε πολυτελή ακίνητα από τη Μαρμπέγια μέχρι το Ντουμπάι, χτίζοντας μια βιτρίνα ευυπόληπτων επιχειρηματιών.

Η βεντέτα με τους Hutch – Το αιματοκύλισμα του Δουβλίνου
Μετά την επιχείρηση Shovel των Αρχών, που είχε αποκαλύψει μεγάλο μέρος του δικτύου τους, η συμμαχία των Κίναχαν με την οικογένεια Hutch κατέρρευσε. Σύντομα κυριάρχησαν οι υποψίες ότι ο Γκάρι Χατς, μέλος της αντίπαλης φατρίας, είχε δώσει πληροφορίες στις ισπανικές αρχές. Το φθινόπωρο του 2015 ο Χατς δολοφονήθηκε έξω από το σπίτι του στη Μαρμπέγια, και η εκδίκηση πήρε τη μορφή αλυσιδωτών δολοφονιών σε Ισπανία και Ιρλανδία.
Η κορύφωση ήρθε στις 5 Φεβρουαρίου 2016, στο ξενοδοχείο Regency του Δουβλίνου. Κατά τη διάρκεια της ζύγισης ενός πυγμαχικού αγώνα, ένοπλοι που φορούσαν στολές αστυνομικών εισέβαλαν στην αίθουσα και άνοιξαν πυρ. Ο Ντάνιελ Κίναχαν κατάφερε να διαφύγει πηδώντας από ένα παράθυρο, όμως ο στενός του συνεργάτης Ντέιβιντ Μπερν έπεσε νεκρός επί τόπου.
Τρεις ημέρες αργότερα η συμμορία Κίναχαν φέρεται να απάντησε με τη δολοφονία του Έντι Χατς, αδελφού του Γκάρι. Από τότε, το Δουβλίνο γνώρισε μια από τις πιο αιματηρές περιόδους στην εγκληματική του ιστορία, με περισσότερες από δώδεκα εκτελέσεις μέσα σε λίγους μήνες. Οι ιρλανδικές αρχές έκαναν δεκάδες συλλήψεις, ωστόσο οι ηγέτες της οργάνωσης είχαν ήδη διαφύγει στο εξωτερικό — κυρίως στο Ντουμπάι, όπου απολάμβαναν ένα καθεστώς ανεξέλεγκτης πολυτέλειας.
Οι υποκλοπές και η ματιά από μέσα
Το 2020, οι ευρωπαϊκές αστυνομικές υπηρεσίες πέτυχαν ένα άνευ προηγουμένου πλήγμα. Κατάφεραν να παραβιάσουν τα κρυπτοσυστήματα EncroChat και Sky ECC, τα οποία χρησιμοποιούσαν εκτενώς οι εγκληματικές οργανώσεις για τις επικοινωνίες τους. Από την αποκωδικοποίηση εκατομμυρίων μηνυμάτων ξεδιπλώθηκε με λεπτομέρεια το δίκτυο των Κίναχαν.
Ξεχώρισε το όνομα του Σον ΜακΓκόβερν, στενού συνεργάτη του Ντάνιελ, ο οποίος εμφανιζόταν να συζητά για τεράστιες ποσότητες κοκαΐνης και χρημάτων. Ο ίδιος ο Κίναχαν δεν εμφανιζόταν ποτέ απευθείας στις συνομιλίες, καθώς οι συνομιλητές τον αποκαλούσαν απλώς «ο μεγάλος» και μετέφεραν τα μηνύματά του μέσω ενδιάμεσων προσώπων, ώστε να μην υπάρχει ίχνος επικοινωνίας.

Τα στοιχεία που προέκυψαν ήταν αποκαλυπτικά. Τα φορτία κοκαΐνης ξεκινούσαν από τα λιμάνια της Βραζιλίας, της Κόστα Ρίκα και του Παναμά, κατέληγαν στο ισπανικό λιμάνι της Βαλένθια, κι από εκεί μεταφέρονταν οδικώς προς την Ολλανδία και τη συνέχεια στην Ιρλανδία και τη Βρετανία. Οι εγκέφαλοι του κυκλώματος χρησιμοποιούσαν απλούς κώδικες: «bits» για την κοκαΐνη και «jackets» για την κάνναβη.
Από την ανάλυση των συνομιλιών φάνηκε πως το καρτέλ λειτουργούσε σαν μια τεράστια εταιρική κοινοπραξία εγκλήματος. Επενδυτές από όλη την Ευρώπη συμμετείχαν σε αποστολές πολλών τόνων, μοιράζονταν το κόστος και τα κέρδη, και συντόνιζαν τη διανομή μέσω των ίδιων καναλιών μεταφοράς και χρηματοδότησης. Ήταν ένα δίκτυο με εταιρική πειθαρχία, τεχνολογική κάλυψη και κεφάλαια που άγγιζαν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Ντουμπάι – Το καταφύγιο μιας συμμορίας
Η απάντηση στο ερώτημα γιατί ο Ντάνιελ Κίναχαν παραμένει ελεύθερος βρίσκεται στο Ντουμπάι. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και ιδίως το Ντουμπάι, λειτουργούν εδώ και χρόνια ως ασφαλές λιμάνι για πλούσιους φυγάδες και διεθνείς εγκληματίες. Ο συνδυασμός χαμηλής φορολογίας, τραπεζικής μυστικότητας και απουσίας ουσιαστικών ελέγχων δημιούργησε ένα ιδανικό περιβάλλον για όσους ήθελαν να «εξαφανίσουν» τα ίχνη των χρημάτων τους.
Οι Κίναχαν εγκαταστάθηκαν εκεί επενδύοντας σε ακίνητα, εταιρείες μεταφορών και real estate, εκμεταλλευόμενοι τις χαλαρές εποπτικές δομές των αρχών. Για χρόνια κινήθηκαν σχεδόν ανενόχλητοι, εμφανιζόμενοι ως επιτυχημένοι επιχειρηματίες και παράγοντες της πυγμαχίας. Όμως, την άνοιξη του 2022, οι Ηνωμένες Πολιτείες πάγωσαν τα περιουσιακά τους στοιχεία και επέβαλαν αυστηρές κυρώσεις στον πυρήνα της οργάνωσης. Η πίεση προς τα Εμιράτα αυξήθηκε, και οι τοπικές αρχές αναγκάστηκαν να επιδείξουν μεγαλύτερη συνεργασία με τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες.
Παρά τα μέτρα, ο Ντάνιελ Κίναχαν εξακολουθεί να ζει με πολυτέλεια, κρατώντας όμως χαμηλό προφίλ. Κινείται μέσα σε κλειστούς κύκλους και αποφεύγει κάθε δημόσια εμφάνιση. Πρώην στελέχη της DEA υποστηρίζουν ότι η οργάνωση έχει αναπτύξει περίτεχνη τεχνολογική ασπίδα γύρω του, ενώ ακόμη και τα κρυπτοκινητά των συνεργατών του δεν φτάνουν ποτέ απευθείας στα χέρια του.
Το φθινόπωρο του 2024, η ισορροπία άρχισε να αλλάζει. Ο Σον ΜακΓκόβερν, από τους πιο στενούς του συνεργάτες, συνελήφθη στο Ντουμπάι ύστερα από ευρωπαϊκό ένταλμα που τον κατηγορούσε για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και για δολοφονίες. Λίγους μήνες αργότερα εκδόθηκε στην Ιρλανδία. Η υπόθεση θεωρήθηκε ένδειξη ότι τα Εμιράτα, έπειτα από χρόνια αδράνειας, άρχισαν να ανταποκρίνονται στις διεθνείς πιέσεις, έστω και διστακτικά.
Γιατί δεν είναι στη φυλακή;
Με όλα αυτά στο φόντο, το ερώτημα παραμένει: γιατί ο Ντάνιελ Κίναχαν δεν έχει ακόμη συλληφθεί; Η απάντηση είναι σύνθετη. Οι Κίναχαν κατάφεραν να εδραιώσουν την παρουσία τους σε χώρες όπου οι νόμοι είναι πιο επιεικείς απέναντι σε οικονομικά εγκλήματα και η συνεργασία με τις δυτικές αρχές περιορισμένη. Όσο η έδρα τους παραμένει στο Ντουμπάι, η έκδοσή τους είναι δύσκολη, ακόμη κι όταν υπάρχουν ισχυρά εντάλματα.
Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές αρχές συνεχίζουν να συγκεντρώνουν αποδείξεις. Στην Ιρλανδία έχουν ήδη σχηματιστεί δύο δικογραφίες: η πρώτη κατηγορεί τον Ντάνιελ Κίναχαν για «διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης», ενώ η δεύτερη τον συνδέει με τη δολοφονία του Έντι Χατς, αδελφού του Γκάρι. Παρ’ όλα αυτά, όπως παραδέχονται οι ίδιοι οι ερευνητές, «το ζήτημα δεν είναι ότι δεν θέλουμε να τον συλλάβουμε — είναι ότι πρέπει να δέσουμε αδιάσειστα τα στοιχεία».
Μέχρι τότε, ο Κίναχαν συνεχίζει να ζει μεγαλοπρεπώς στο Ντουμπάι, απολαμβάνοντας την προστασία του πλούτου του και των διασυνδέσεών του. Οι αρχές τον περιγράφουν ως προσεκτικό, υπολογισμένο και ψυχρό, έναν άνθρωπο που κινείται στο παρασκήνιο, μακριά από τις κάμερες και τις καταγραφές.
Όπως είπε πρόσφατα ένας βετεράνος Ιρλανδός ντετέκτιβ, «μια λεοπάρδαλη δεν αλλάζει τις κηλίδες της». Κι όσο η οικογένεια Κίναχαν στέλνει χρήματα και εντολές από την ασφάλεια του Ντουμπάι, η Δικαιοσύνη θα συνεχίσει να βλέπει τη σκιά της χωρίς να μπορεί να την αγγίξει.
Με πληροφορίες από The New Yorker