Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζει να προκαλεί έντονες πολιτικές αντιδράσεις, καθώς κατηγορείται ότι πιέζει το υπουργείο Δικαιοσύνης να στραφεί νομικά εναντίον των επικριτών του.
Μετά τις κινήσεις κατά του πρώην διευθυντή του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ, και της γενικής εισαγγελέως της Νέας Υόρκης, Λετίσια Τζέιμς, νέα υπόθεση με κατηγορούμενο τον πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας, Τζον Μπόλτον, φέρνει ξανά τη Δικαιοσύνη στο επίκεντρο των πολιτικών συγκρούσεων στις ΗΠΑ.
Ο Τραμπ, σε πρόσφατη ανάρτησή του στο Truth Social, είχε γράψει χαρακτηριστικά: «Δεν μπορούμε να καθυστερήσουμε άλλο, καταστρέφεται η φήμη και η αξιοπιστία μας». Στην ίδια ανάρτηση υπενθύμισε ότι έχει «κατηγορηθεί πέντε φορές και έχει υποστεί δύο αποπομπές από το Κογκρέσο», επισημαίνοντας την ανάγκη, όπως είπε, «να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη».
Ο Τζον Μπόλτον στο επίκεντρο της θύελλας
Η νέα υπόθεση αφορά τον Τζον Μπόλτον, πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, ο οποίος κατηγορείται για «παράνομη διαχείριση απόρρητων εγγράφων». Ο Μπόλτον, που εγκατέλειψε τον Λευκό Οίκο το 2019, είχε από τότε εξελιχθεί σε σφοδρό επικριτή του Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς τον «απίστευτα αδιάβαστο» και «ακατάλληλο για το αξίωμα» στο βιβλίο του «The Room Where It Happened».
Οι εισαγγελικές αρχές τον κατηγορούν πως κράτησε και μετέδωσε απόρρητες πληροφορίες σε τρίτους μέσω μη ασφαλών καναλιών, όπως το AOL, και ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι πληροφορίες αυτές χαρακτηρίζονταν «άκρως απόρρητες». Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η αναφορά ότι χάκερ απέκτησε πρόσβαση στα email του Μπόλτον και απείλησε με «το μεγαλύτερο σκάνδαλο μετά τη διαρροή των emails της Χίλαρι Κλίντον».
Ο Μπόλτον δήλωσε «αθώος» σε 18 διαφορετικές κατηγορίες που του αποδόθηκαν για κακή διαχείριση εμπιστευτικών πληροφοριών.
Πολιτική εκδίκηση ή νόμιμη δίωξη;
Η χρονική συγκυρία των κατηγοριών έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις στις ΗΠΑ. Οι υποστηρικτές του Μπόλτον κάνουν λόγο για πολιτικά υποκινούμενη δίωξη, με στόχο την εκδίκηση, δεδομένου ότι ο πρώην αξιωματούχος έχει επικρίνει δημοσίως τον Τραμπ.
Ο Τραμπ, στο παρελθόν, είχε χαρακτηρίσει τον Μπόλτον «απατεώνα» και είχε ζητήσει δημοσίως τη φυλάκισή του. Παρόλα αυτά, νομικοί εμπειρογνώμονες τονίζουν ότι η συγκεκριμένη υπόθεση φαίνεται **πιο τεκμηριωμένη** σε σχέση με εκείνες που αφορούν τον Κόμεϊ και τη Λετίσια Τζέιμς.
Η καθηγήτρια νομικής Κάρισα Μπερν Χέσικ, από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, σημείωσε ότι «η υπόθεση Μπόλτον αφορά πιο σοβαρές και παρατεταμένες παραβάσεις» σε σχέση με τις προηγούμενες διώξεις.
Τζον Μπόλτον: Σύγκριση με τις υποθέσεις Τραμπ και Μπάιντεν
Η υπόθεση του Μπόλτον θυμίζει έντονα τις υποθέσεις που αφορούσαν τον ίδιο τον Τραμπ και τον Τζο Μπάιντεν σχετικά με «απόρρητα έγγραφα». Ο Τραμπ είχε κατηγορηθεί για ακατάλληλη φύλαξη εμπιστευτικών φακέλων στη βίλα του στο Μαρ-α-Λάγκο, ενώ ο Μπάιντεν βρέθηκε να έχει στην κατοχή του απόρρητα έγγραφα από τη θητεία του ως αντιπρόεδρος, χωρίς όμως να του ασκηθούν ποινικές διώξεις.
Σύμφωνα με τον πρώην ομοσπονδιακό εισαγγελέα Μαρκ Λέσκο, «η δίωξη του Μπόλτον φαίνεται να έχει ακολουθήσει πιο τυπικές διαδικασίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης, σε αντίθεση με τις προηγούμενες». Ο ίδιος πρόσθεσε πως το κατηγορητήριο «είναι πιο εκτενές, λεπτομερές και βασίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία».
Παράλληλα, ο Τζαμίλ Τζάφερ, διευθυντής του Ινστιτούτου Εθνικής Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο George Mason, τόνισε ότι εάν αποδειχθεί πως ο Μπόλτον γνώριζε ότι διαχειριζόταν απόρρητο υλικό και το διέδιδε εσκεμμένα, «τότε πράγματι παραβίασε τον νόμο».
Μια υπόθεση που ανατρέπει τις ισορροπίες
Η υπόθεση Μπόλτον έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή, καθώς ο Τραμπ ετοιμάζεται να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία στις εκλογές του 2026. Η εικόνα ενός πρώην προέδρου που φέρεται να χρησιμοποιεί τη Δικαιοσύνη για προσωπικούς ή πολιτικούς σκοπούς προκαλεί σοβαρό προβληματισμό στην αμερικανική κοινή γνώμη και ενισχύει το αίσθημα διχασμού.
Η εξέλιξη της υπόθεσης αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά το πολιτικό κλίμα στις ΗΠΑ, καθώς τίθεται υπό αμφισβήτηση η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, ένα θεμέλιο της αμερικανικής δημοκρατίας.
Με πληροφορίες από BBC