Εκτός από το κοινώς αποδεκτό ορόσημο της ενηλικίωσης, το δεκαοκτώ είναι δυστυχώς και νεοναζιστικό έμβλημα, και ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Βασίλης Δούβλης, στην επιστροφή του στο σινεμά μετά την Επιστροφή, διασταυρώνει δραματουργικά μια ομάδα νέων παιδιών με τη φασιστική διάβρωση της ελληνικής κοινωνίας σε μια αθηναϊκή γειτονιά υποβαθμισμένη από την κρίση, ξεχειλωμένη από την έλλειψη στόχου, βυθισμένη σε μια τοξική απελπισία.

Ο Μιχάλης και ο Στέλιος (αξιοπρόσεκτα λιτός ο Αναστάσης Λαουλάκος) είναι οι αντίρροπες δυνάμεις των μαθητών, ο πρώτος με τη σταθερή του περπατησιά και το ελπιδοφόρο του βλέμμα και ο δεύτερος με την αμφιβολία και μια σύγχυση που κρύβει τεταμένα ευγένεια ψυχής και βαθύτερη συμπόνια.

Την έκρηξη πυροδοτεί ο μεγαλύτερος της ομάδας, ο Νίκος (προσηλωμένος και δεξιοτέχνης, όπως πάντα, ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου), είκοσι χρονών, που μόλις έχει απολυθεί από τον στρατό, παρακολουθεί έναν συνωμοσιολόγο δημοσιογράφο σε ένα μικρό κανάλι και ηγείται νυχτερινών εφόδων εξυγίανσης από όλους τους κοινωνικά παρείσακτους, ιδίως τους ξένους.

Το ενδιαφέρον στο 18 είναι η άρνηση της ουδετερότητας σε μια μεταβατική περίοδο, χωρίς να καλεί σε δράση με περιττούς διδακτισμούς. Στον απαλό ρεαλισμό του Δούβλη, η ομάδα των νέων κυρίως ηθοποιών, με την παρουσία πεπειραμένων όπως η Μαρία Σκουλά και ο Νίκος Γεωργάκης, ο Δημήτρης Λάλος και η Θεοδώρα Τζήμου, ενορχηστρώνεται με φροντίδα και ξεπερνά τα σχήματα στους χαρακτήρες και μια στατικότητα στην αφήγηση.