Ποιον να πιστέψετε, αν υποθέσουμε πως διαβάζετε αμερικανικές κριτικές; Τον Άντριου Ο’ Χέιρ, που διατείνεται πως αυτή είναι η ταινία της δεκαετίας και πως ο Ντέιβιντ Λόουερι, που την έγραψε και τη σκηνοθέτησε, είναι το μεγαλύτερο ταλέντο της χώρας του; Ή τον Άντονι Σκοτ, των «New York Times», που απλώς δεν πείσθηκε; Η ταινία αυτή, της σχολής του Τέρενς Μάλικ, αλλά με υπόθεση, προφανώς διχάζει, διότι βρίσκεται ανάμεσα σε χαμηλόφωνη, σαν μουσική δωματίου, εξύμνηση του έρωτα μεταξύ ενός λαϊκού κοριτσιού και του αγαπημένου της, που πάει φυλακή για να την καλύψει, και μια μεγάλη φιλοδοξία να υπογράψει μια ποιητική ταινία με φόντο τα τοπία του Τέξας και την ανοιχτωσιά των ’70s. Και παρά την ευπρόσδεκτη απλότητα, βρήκα τη λακωνικότητα σχηματικά γραμμένη και τη σκηνοθεσία καθαρή, αλλά άνευρη και λυρικά τραβηγμένη. Το Μείνε δίπλα μου στέκει περισσότερο σαν φόρος τιμής στο Badlands του 1973 και το The Last Picture Show του Πίτερ Μπογκντάνοβιτς του 1971, παρά σαν αυτόνομη δημιουργία, και ο Λόουερι έχει ταινίες μπροστά του για να δείξει την όποια αξία του.