Η κλιματική αλλαγή συνιστά πολύ μεγαλύτερη και διαρκή απειλή για τον πλανήτη από την ύπαρξη μιας συγκυριακής ή μόνιμης μεταβολής του κόστους των καυσίμων στις αγορές αναφέρει στο Lifo Politics o Σταύρος Παπαθανασίου, καθηγητής στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ, με κύριο αντικείμενο τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας. Για τον ίδιο, η σταδιακή παύση της λιγνιτικής παραγωγής συνιστά νομοτέλεια, αλλά μπορεί να συζητηθεί ο ρυθμός της απολιγνιτοποίησης. Τα δεδομένα που είχαμε τα προηγούμενα χρόνια και μέχρι πριν από λίγους μήνες, υποστήριζαν απόλυτα την ταχεία απολιγνιτοποίηση.  Η πρόσφατη κρίση όμως «ανέδειξε τους κινδύνους που συνοδεύουν την μονοδιάστατη εξάρτηση μας από το φυσικό αέριο,το οποίο φτάνει στη χώρα μας μέσω χερσαίων κυρίως αγωγών, οι οποίοι ελέγχονται απόλυτα σχεδόν από την Τουρκία, κάτι που συνιστά έναν πρόσθετο παράγοντα γεωπολιτικού κινδύνου». 

 

Με όρους μείωσης της μονόπλευρης ενεργειακής εξάρτησης και αναβάθμισης εφοδιασμού της χώρας μας αλλά και προστασίας της οικονομίας μας από ακραίες διακυμάνσεις του κόστους της ενέργειας, λέει ο κ. Παπαθανασίου, οφείλουμε να επαναξιολογήσουμε το ενδεχόμενο να δοθεί μια παράταση  στον χρόνο ζωής των λιγνιτικών μονάδων. Τουλάχιστον των πιο αποδοτικών από αυτές. Και τόσο, όσο απαιτείται ώστε να διαφοροποιηθούν οι πηγές προμήθειας του φυσικού αερίου και να δημιουργηθούν οι συνθήκες για μια σημαντική διείσδυση των ΑΠΕ. Ο καθηγητής του ΕΜΠ υποστηρίζει ότι υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, το θέμα χρήζει μιας νέας αξιολόγησης, αλλά πρέπει να είναι σαφές ότι σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η απολιγνιτοποίηση είναι μονόδρομος. 

 

Η Ελλάδα, κατά τον καθηγητή του ΕΜΠ, μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες της από ΑΠΕ. «Το ηλιακό και αιολικό δυναμικό της χώρας είναι παραπάνω από επαρκές. Μπορεί να καλύψει ανάγκες πολλαπλάσιες των αναγκών της Ελλάδας και μάλιστα με τρόπο οικονομικότερο και επωφελέστερο για τον καταναλωτή και την οικονομία μας. Αυτό που δεν είναι δεδομένο, είναι η γρήγορη μετάβαση». Απαιτείται όμως ωριμότητα της κοινωνίας για να δεχθεί την ανάπτυξη των ΑΠΕ. «Από τη μία διαπιστώνουμε ότι ο πλανήτης μας βαδίζει στην καταστροφή και η μόνη λύση είναι η απανθρακοποίηση, από την άλλη βλέπουμε ότι ένα τμήμα  της κοινωνίας αντιδρά με έναν τρόπο πραγματικά ακατανόητο στην εγκατάσταση νέων μονάδων παραγωγής ΑΠΕ». 

 

Για τον κ. Παπαθανασίου «το ενεργειακό σύστημα είναι ένας δεινόσαυρος. Έχει φοβερές αδράνειες. Χρειάστηκε δεκαετίες, περισσότερο από αιώνα για να αναπτυχθεί στη σημερινή του μορφή και καλούμαστε μέσα σε λίγα χρόνια να το μετασχηματίσουμε σε κάτι διαφορετικό. Αυτό δεν απαιτεί μόνο μεγάλες υποδομές. Απαιτεί αλλαγή και στον τρόπο που καταναλώνουμε την ενέργεια ο οποίος είναι συνυφασμένος με την οικονομική και κοινωνική μας δραστηριότητα».

 

Οι ΑΠΕ σήμερα συνιστούν όχι μόνο τον καθαρότερο, αλλά και τον φθηνότερο τρόπο ηλεκτροπαραγωγής λέει ο κ. Παπαθανασίου, εξηγώντας ότι δεν ήταν αυτή η πραγματικότητα πάντοτε. Αυτό έχει συντελεστεί τα τελευταία λίγα χρόνια με την ωρίμανση των τεχνολογιών και τη μείωση του κόστους. Πριν 20 χρόνια οι ανανεώσιμες ήταν η ακριβή μορφή ηλεκτροπαραγωγής, κατά πολύ ακριβότερη από τη συμβατική και συνεπώς η απανθρακοποίηση συνοδευόταν από σημαντικό κόστος για τον καταναλωτή,  το οποίο δεν είχαμε τη δυνατότητα να αναλάβουμε πλήρως. Το πεδίο σήμερα είναι σύνθετο, απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό, πολυσυλλεκτικότητα και ευελιξία στην λήψη αποφάσεων και στον επαναπροσδιορισμό των στρατηγικών μας. Είναι άλλα τα δεδομένα σήμερα.

 

«Χρειάζεται ευελιξία και  αποτελεσματικότητα στη χάραξη στρατηγικής. Πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα στην πραγματική τους διάσταση και όχι με ιδεολογικές παρωπίδες.

 

Η ενέργεια είναι πολύ σοβαρή και τεχνοκρατική υπόθεση. Δεν πρέπει να πολιτικοποιούνται οι ενεργειακές αποφάσεις. Πρέπει να είμαστε προσηλωμένοι στον στόχο και να μην μετατρέπουμε τις αποφάσεις για την ενέργεια σε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης». 

  

Ο καθηγητής του ΕΜΠ μας λέει επίσης ότι «Η καλύτερη και φθηνότερη ενέργεια είναι αυτή που δεν καταναλώθηκε. Η εξοικονόμηση πρέπει να είναι στόχος της ενεργειακής μας πολιτικής. Ίσως να είναι και επιβεβλημένη αυτή την περίοδο. Στην Ιαπωνία μετά το ατύχημα της Φουκουσίμα το 2012, κατάφεραν να μειώσουν κατά 15% την ετήσια κατανάλωση της ηλεκτρικής ενέργειας μέσα σε ένα χρόνο».