Η Ευρώπη έχει αυξήσει δραματικά τις στρατιωτικές της δαπάνες τα τελευταία χρόνια, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, επενδύοντας σε αμυντικές τεχνολογίες και εξοπλισμούς. Με βάση τους νέους στόχους που έχουν τεθεί μέχρι το 2035, προβλέπεται να δαπανηθούν ακόμη περισσότερα δισεκατομμύρια ευρώ. Ήδη, οι συνολικές αμυντικές δαπάνες της Ε.Ε. έχουν αυξηθεί πάνω από 30% από το 2021 έως το 2024, φτάνοντας περίπου τα 326 δισεκατομμύρια ευρώ.

 

Πολιτική εξουσία και αμυντική βιομηχανία έχουν αναπτύξει ακόμη στενότερες σχέσεις –ιδίως στα ανώτατα κλιμάκια–, όπου τα όρια μεταξύ των δύο συχνά δεν είναι σαφή.

 

Πρόσφατο ρεπορτάζ του γερμανικού δικτύου WDR, επικαλούμενο εσωτερικά έγγραφα μυστικών υπηρεσιών, του στρατού και του ΝΑΤΟ, ανέφερε το 2029 ως χρονιά-ορόσημο για πιθανή επίθεση της Ρωσίας σε νατοϊκό έδαφος. Το περασμένο καλοκαίρι, ο Γερμανός υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους δήλωσε στη γερμανική Βουλή ότι «δεν πρέπει να θεωρούμε πως ο Πούτιν θα σταματήσει στα σύνορα της Ουκρανίας, αν καταφέρει να την κατακτήσει». Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, σε ομιλία του στις 14 Μαΐου 2025, ανέφερε ότι «η κυβέρνηση θα διαθέσει όλα τα οικονομικά μέσα που χρειάζονται, ώστε η Bundeswehr να γίνει ο ισχυρότερος στρατός της Ευρώπης».

 

Τι σημαίνουν αυτές οι δηλώσεις για τη Γερμανία και ποιες είναι οι συνέπειες για τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.; Ο ανταποκριτής γερμανικών μέσων στην Ελλάδα, Φέρρυ Μπατζόγλου, απαντά στο ερώτημα αν η κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά τη ρωσική εισβολή αποτελεί ευκαιρία για τη Γερμανία να αποκτήσει τον στρατό που δεν της επιτρεπόταν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μιλά επίσης για τον ρόλο του CEO της γερμανικής αμυντικής βιομηχανίας Rheinmetall, Άρμιν Πάπεργκερ, και τη στενή του σχέση με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.