ΒΙΒΛΙΟΜΑΝΙΑ, του Κωστή Παπαγιώργη: Ζούμε και πεθαίνουμε με το όπλο στο χέρι.

ΒΙΒΛΙΟΜΑΝΙΑ, του Κωστή Παπαγιώργη: Ζούμε και πεθαίνουμε με το όπλο στο χέρι. Facebook Twitter
0

Όποιος δεν έχει κάποια άμεση ή έμμεση ιδέα της γαλλικής πνευματικής ζωής (και γιατί θα πρέπει;) είναι βέβαιο ότι θα δυσκολευτεί να συνεννοηθεί με τον Δημόσιο Κίνδυνο, ένα διαλογικό βιβλίο δύο διάσημων συγγραφέων, του Μισέλ Ουελμπέκ και του Μπερνάρ- Ανρί Λεβύ που, έχοντας κερδίσει τη διασημότητα στη χώρα τους και αλλαχού, μοιραία αισθάνονται κυνηγημένοι από την ντόπια κοινή γνώμη και τα τρωκτικά των περιοδικών και των εφημερίδων. Σιγά μη στάξει η ουρά της γάτας, θα πει κανείς. Το γεγονός όμως ότι ένα παρόμοιο βιβλίο -που περιέχει την ηλεκτρονική αλληλογραφία των δύο «κυνηγημένων» αστέρων στο διαδίκτυο- ξεπούλησε πλειστάκις (πρώτη γαλλική έκδοση 100.000 αντίτυπα) πιθανώς να έχει ευρύτερη σημασία. Εκτός από την εμφανή νεύρωση των δύο γραφιάδων και την κατάδηλη ευθιξία, υποδορίως αλλά και φωναχτά, αφουγκραζόμαστε μιαν οργή που υπερβαίνει τα συγκεκριμένα πρόσωπα και καταλήγει σε ποικίλες προσφορές δηλητηρίου. Εκεί που φανταζόμαστε τον επιτυχημένο συγ- γραφέα να διαβιοί μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα ηγεμονικής αταραξίας, αίφνης ανακαλύπτουμε το δαρμένο τετράποδο. Τι έλεγε ο Σελίν για τον Σαρτρ; Προσοχή στο σκουλήκι!

Προσοχή, λοιπόν. Τόσο ο Ουελμπέκ όσο και ο Ανρί Λεβύ έχουν κερδίσει το κοινό· ο πρώτος με τα μυθιστορήματά του και τους στίχους του, ο άλλος με τη βιογραφία του Σαρτρ και τα δοκίμιά του. Άρα, βρίσκονται, θέλουν δεν θέλουν, στο επίκεντρο και αποτελούν στόχο. Επ’ αυτού, η περιγραφή της κατάστασης του διάσημου που παραφυλάει τις εφημερίδες και την οθόνη για να διαβάσει και ν’ ακούσει τι τού σούρνουν οι «στραγγαλίστριες» γλώσσες προκαλεί -ομολογούμε- κάποια συμπάθεια. Τόση αδυναμία; Τόση φωτοφοβία; Το χαρακτηριστικό είναι ότι η απόφαση να εκδώσουν τις επιστολές τους βασίζεται σε κοινή συμφωνία και διάθεση· δεν έχουμε δύο αντιπάλους που διαπνέονται απ’ το τακτ να τυπώσουν την εκφρασμένη τους εχθρότητα και μικροψυχία, αλλά δύο ομοιοπαθείς που τείνουν ο ένας στον άλλον χείρα βοηθείας. Κατά μία έννοια συγκροτούν δικέφαλη ομάδα κρούσης ή αμύνης για ν’ αντισταθούν στο συμβολικό λυντσάρισμα. Διόλου τυχαίο, άλλωστε, ότι η φράση του Βολταίρου «ζούμε και πεθαίνουμε με το όπλο στο χέρι» χτυπάει το γκονγκ από τις πρώτες κιόλας σελίδες. Τα κομψά φρασίδια δίνουν και παίρνουν: «τρομακτική καταρράκωση της γαλλικής πνευματικής ζωής»· «άσκηση αυτοδιασυρμού»· «γιατί τόσο μίσος;». Μάλιστα ο Ουελμπέκ, πιο θρασύς απ’ τον συνέταιρό του, θυμάται μια φράση του Κομπέιν προς τους δημοσιογράφους: «Παίρνω ναρκωτικά, είμαι πούστης και γαμάω γουρούνια. Σας κάνει;».

Εφόσον όποιος λέει τον πόνο του τον πουλάει κιόλας, από ένα σημείο και μετά η αυτοσυνηγορία μετατρέπει το εδώλιο του κατηγορουμένου σε θρόνο και τις επιθέσεις του κοινού σε αρνητική απόδειξη μεγαλείου. Ομολογούμε ότι όταν ο Ουελμπέκ βάζει τον εαυτό του κοντά στον Μπωντλαίρ, τον Μαλλαρμέ και τον Μαλρώ, η στάθμη της σκέψης του χαμηλώνει επικίνδυνα, αντίθετα ανέρχεται εντυπωσιακά όταν αμφότεροι οι νυμφίοι στρέφονται προς την κριτική της Γαλλίας. Όταν υπάρχει κραταιά πνευματική παράδοση, κάθε αποδέκτης αισθάνεται καλωδιωμένος με κάτι που τον υπερβαίνει, αλλα συνάμα με κάτι που τον ζει. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ο Πασκάλ έχει την τιμητική και τη δοξαστική του σε κάθε σελίδα. Οι δύο αλληλογράφοι θα κερδίσουν τη σοβαρότητα όταν θα στραφούν προς την ίδια τη Γαλλία, προς την προσωπική τους ιστορία και την οικογενειακή τους καταγωγή. Ο Ουελμπέκ αρνήθηκε την ιδιότητα του Γάλλου πολίτη και φορολογούμενου και προτίμησε τον εκπατρισμό του στην Ιρλανδία. Ο δημόσιος χώρος ήταν γι’ αυτόν εχθρική περιοχή. «Δεν είχα την αίσθηση ότι ζω σε δημοκρατία, αλλά σε τεχνοκρατία». Από την άλλη, ο Ανρί Λεβύ, Εβραίος καμπανιστός, έχει το τραύμα του αντισημιτισμού που κρατάει στη Γαλλία από την εποχή της υπόθεσης Ντρέιφους. Μην ξεχνάμε και τον άρρωστο και νομπελίστα Μπερξόν ο οποίος, την εποχή του Βισύ, στήθηκε στη σειρά για να του ράψουν το άστρο στο μπούστο.

Περιέργως πώς, αμφότεροι, σ’ ένα σημείο του αλληλογραφικού διαλόγου, παίζουν το παιχνίδι του Αθήνα-Ιερουσαλήμ, όπερ σημαίνει Έλληνες-Εβραίοι, Παλαιά-Καινή Διαθήκη, Πλάτων-Μωυσής. Μαθαίνουμε έτσι ότι η λέξη «Θρησκεία» δεν απαντάται εβραϊστί. Το μόνο αντίστοιχο, η λέξη «ντάτι», κατασκευάστηκε από νομικούς της ίδρυσης του Ισραήλ, οι οποίοι θέλησαν να κάνουν το νέο κράτος όπως τα άλλα. Η συναγωγή δεν σημαίνει οίκος προσευχής παρά οίκος συνάθροισης. Η Τορά δεν σημαίνει σύνοψη ή βιβλίο, αλλά σύνταγμα που δόθηκε απ’ τον Μωυσή στον λαό του. Τέλος, η αθεΐα δεν αποτελεί πρόβλημα για τον εβραϊσμό (!!!). Προτιμούν έναν άθεο που συλλογίζεται τον θάνατο του Θεού από έναν ανόητο που απλώς πιστεύει στην ύπαρξη του Μοναδικού. Μήπως ο Λεβινάς δεν είναι που φρονεί ότι ο εβραϊσμός δεν αποτελεί «οπτική» αλλά «ηθική»; Η ομορφιά του Ομήρου είναι μεγάλη, της Βίβλου ακόμη μεγαλύτερη!

Εξαιρετικής ευστοχίας είναι η σελίδα -έξοχη σελίδα, 69-, όπου ο Ανρί Λεβύ περιγράφει τη σημερινή κατάσταση στη μετα-κομμουνιστική Ρωσία. «Τη Ρωσία όχι μόνο δεν τη θέλω, αλλά μου προκαλεί φρίκη, γιατί βλέπω σε αυτή ένα από τα πιθανά πεπρωμένα των εξελιγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών - δεν είναι ο κομμουνισμός αλλά ο μετα-κομμουνισμός, ο πουτινισμός πού ήταν, που ίσως είναι η πλατφόρμα πειραματισμού του μέλλοντός μας». Ο ίδιος, με ανώτερη κοινωνική συνείδηση απο τον Ουελμπέκ, φιλόσοφος γαρ, κάνει λόγο για τη δυσφορία του απέναντι στον ροβεσπιεροσταλινικό πολιτισμό… Εν τέλει, παρά τα περίπλοκα επιχειρήματα και τις απρόβλεπτες τοποθετήσεις τους, τα δυο «κακά παιδιά» της σημερινής Γαλλίας δεν μπορούν ν’ αρνηθούν ότι, συμπερασματικά, η «εσωτερική» Γαλλία, το «εθνικό της μυθιστόρημα» με άλλα λόγια, όπου αυτοί παίζουν βασικούς ρόλους, είναι και παραμένει χριστιανικής υφής.

Από επιστολή σ’ επιστολή αισθανόμαστε την επείγουσα ανάγκη των αλληλογράφων να επιτύχουν ή να θυμηθούν τη συγκλονιστική φράση που ως διά μαγείας θα συμπυκνώσει το «πιστεύω» τους με τρόπο απαράμιλλο. Ο Ουελμπέκ προστρέχει στον Σοπενάουερ: «Θυμόμαστε τη ζωή μας λίγο περισσότερο από ό,τι ένα μυθιστόρημα που διαβάσαμε στο παρελθόν». Αντίθετα, ο Ανρί Λεβύ ομολογεί ότι βρίσκει καταφύγιο στην αποστροφή για τη θεατροποιημένη εσωτερικότητα, μια μεταφυσική δηλαδή που προέρχεται απο τη φαινομενολογία. «Είναι εκείνη που ολοκληρώθηκε με τον Σαρτρ, ύστερα με τον αλτουσεριανό και λακανικό, και εκ νέου φουκωικό αντι-ανθρωπισμό· είναι εκείνη της οποίας η μέγιστη αρχή συνίσταται στο να θεωρεί το υποκείμενο κενή μορφή, χωρίς αλήθεια, σχεδόν αφηρημένη - όλη της η ύπαρξη έγκειται στην επαφή που εγκαθιδρύει με τον κόσμο και στο περιεχόμενο με το οποίο αυτό το συμβόλαιο, κάθε φορά με νέο τρόπο, και ποτέ με τρόπο ουσιαστικό, έρχεται κατά μια έννοια να την προικοδοτήσει». Όσο για τον «μηδενιστή» Ουελμπέκ, ομολογεί ότι ομιλεί «εν ονόματι του τίποτα». Μόνο που με το «τίποτα» σταδιοδρομεί κανείς.

Απομένει, βέβαια, το ζήτημα του κοινού, των αναγνωστών, των τηλεθεατών, του διαδικτύου, των φτηνοφυλλάδων που δεν αφήνουν ψίχουλο να πέσει κάτω και πετρώνουν το προσκέφαλο των διασήμων. Το γαλλικό κοινό είναι από τα πλέον συγκροτημένα και διεκδικητικά της Ευρώπης. Σε αυτό απευθύνονται οι δυο εκλεκτοί γραφιάδες και από αυτό υποφέρουν. Αυτό το κοινό δεν είναι που με κάθε ευκαιρία έκανε εμετό πάνω στον Σαρτρ; Αυτό δεν μπουγέλωσε τον Μαλρώ όταν έγινε υπουργός Πολιτισμού του Ντε Γκωλ; Γενικά, για κάθε διάσημο του Παρισιού εκκρεμεί ειδικό κατηγορητήριο που αναπτύσσεται δικανικώς και αλητοειδώς σε κάθε μέσο. Πράγμα που καταλήγει στο δίλημμα: είτε άσημος και ήσυχος, είτε διάσημος και κυνηγημένος.

Άρα, η αλληλογραφία των δύο συγγραφέων ερείδεται στη διασημότητα η οποία, στον βαθμό που έχει κατακτηθεί, επιφέρει βαριά πρόστιμα εκ μέρους του αγριεμένου κοινού. Ο συγγραφέας στη γαλλική κοινωνία εξακολουθεί να είναι πολίτης ΑΑΑ κατηγορίας· υποκαθιστά συχνά τον πολιτικό, τον ιερέα, τη συγγενική καρδιά, τη δύναμη κι ενίοτε την εκλεκτή αδυναμία. Ο Ουελμπέκ ομολογεί: «Θέλω να με θαυμάζουν, να με αγαπούν; Αντί τούτου αντιμετωπίζω το σφοδρό μίσος! Νιώθω βουτηγμένος στην περιφρόνηση!». Τότε, πώς εξηγείται η κυκλοφορία των βιβλίων του; Το μόνο που δεν ερμήνευσαν σωστά οι δυο συγγραφείς είναι ότι το κοινό -αυτό το πολυκέφαλο φάντασμα- πασχίζει με τη σειρά του να βρει τον εαυτό του μέσα από τα γραφτά των διασήμων, εξεγείρεται όχι για να στήσει στον τοίχο τους γραφιάδες αλλά για να δανειστεί κάποια δύναμη από τα διασυρόμενα είδωλά του.

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ