ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΑ ΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ, The Silver Book («Το αργυρό βιβλίο»), γύρω από τη δημιουργία της ταινίας «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)» που κυκλοφόρησε πριν από πενήντα χρόνια, μερικούς μήνες πριν από τη δολοφονία του δημιουργού της, στις 2 Νοεμβρίου του 1975. Ήθελα να φανταστώ τον Παζολίνι στη δουλειά, με ένα στενό πουλόβερ Missoni και σκούρα γυαλιά, να τρέχει από σκηνή σε σκηνή με την Arriflex κάμερα στον ώμο του, επιβλέποντας την κατασκευή κοπράνων από θρυμματισμένα μπισκότα και σοκολάτα για τη διαβόητη σκηνή κοπροφαγίας στην ταινία. Δεν εκφοβίζει τους συνεργάτες του, όπως φέρεται να έκανε ο Φελίνι. Τον αγαπούν και τον θαυμάζουν, ο ίδιος όμως συχνά μοιάζει μοναχικός, απομονωμένος. H σχεδόν ψυχαναγκαστική ερωτική περιπλάνηση, το "cruising”, από νύχτα σε νύχτα: σε ένα ποίημα του με τίτλο «Μοναξιά» αναρωτιόταν αν κι αυτό ακόμα δεν ήταν απλά ένας τρόπος για να είναι μόνος.
Μία από τις θεωρίες για τον θάνατο του Παζολίνι είναι ότι παρασύρθηκε στην Όστια με την υπόσχεση ότι θα ανακτούσε κάποιες μπομπίνες του «Σαλό» που είχαν κλαπεί λίγους μήνες νωρίτερα. Αυτή η ιστορία εξετάζεται στο μυθιστόρημά μου, αποφάσισα όμως να μην περιγράψω άμεσα τη δολοφονία του Παζολίνι, κατά την οποία τον χτύπησαν αλύπητα, του διέλυσαν το καβάλο, του έκοψαν σχεδόν το αυτί, πριν τον πατήσουν με το δικό του ασημένιο Alfa Romeo. Ο νεαρός που εξέτισε δεκαετή ποινή για τη δολοφονία του είχε μόνο μερικές μικρές κηλίδες αίματος πάνω του και κανένα τραύμα, παρότι φερόταν να είχε χτυπήσει έναν άνδρα μέχρι θανάτου. Μια φράση από το “Io So” («ξέρω»), το πιο διάσημο από τα άρθρα που είχε γράψει στην Corriere della Serra, κείμενο που είχε δημοσιευτεί τον Νοέμβριο του 1974, υποδηλώνει τι πιθανώς συνέβη: «Γνωρίζω τα ονόματα των αυστηρών και σημαντικών ανθρώπων που κρύβονται πίσω από τους τραγικούς νέους που επέλεξαν τις αυτοκτονικές φασιστικές φρικαλεότητες ή τους κοινούς εγκληματίες, Σικελούς και μη, που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως εκτελεστές και φονιάδες».
Μιλούσε για το πώς η συνηθισμένη ζωή παραμορφωνόταν από τον καταναλωτισμό, επειδή όλοι είχαν διδαχτεί πως «το να θέλεις κάτι είναι αρετή». Έλεγε ότι αυτό επηρεάζει κάθε πτυχή της κοινωνίας, αν και οι φτωχοί μπορεί να χρησιμοποιούσαν λοστό για να πάρουν τα λάφυρά τους, ενώ οι πλούσιοι βασίζονται απλά στο χρηματιστήριο.
Ο Παζολίνι έβλεπε τι επρόκειτο να συμβεί. Όπως οι πιο σπάνιοι καλλιτέχνες, είχε το χάρισμα της έκτης αίσθησης, που είναι ένας άλλος τρόπος για να πούμε ότι έδινε προσοχή, παρατηρούσε, άκουγε και ήξερε να ερμηνεύει τα σημάδια. Κατά σύμπτωση, το τελευταίο απόγευμα της ζωής του, παραχωρούσε συνέντευξη στη La Stampa. Λίγες μέρες μετά το θάνατό του, οι τελευταίες καταγεγραμμένες λέξεις του δημοσιεύτηκαν στο άμεσα εξαντλημένο φύλλο της εφημερίδας, μια προφητεία από το υπερπέραν.
Μιλούσε για το πώς η συνηθισμένη ζωή παραμορφωνόταν από τον καταναλωτισμό, επειδή όλοι είχαν διδαχτεί πως «το να θέλεις κάτι είναι αρετή». Έλεγε ότι αυτό επηρεάζει κάθε πτυχή της κοινωνίας, αν και οι φτωχοί μπορεί να χρησιμοποιούσαν λοστό για να πάρουν τα λάφυρά τους, ενώ οι πλούσιοι βασίζονται απλά στο χρηματιστήριο. Αναφερόμενος στις νυχτερινές του εξορμήσεις στις σκιές της Ρώμης, είπε ότι κατέβαινε στην κόλαση και έφερνε πίσω μαζί του την αλήθεια.
Ποια είναι αυτή η αλήθεια, τον είχε ρωτήσει ο δημοσιογράφος. Το αποτέλεσμα, είπε ο Παζολίνι, «μιας κοινής, υποχρεωτικής και λανθασμένης εκπαίδευσης που μας ωθεί να αποκτήσουμε τα πάντα με κάθε κόστος». Όλοι είναι θύματα αυτής της συνθήκης, πρόσθεσε, σκεπτόμενος χωρίς αμφιβολία το «Σαλό», όπου θύματα και θύτες είναι μαζί εγκλωβισμένοι σε έναν τρομακτικό χορό. Όλοι επίσης είναι ένοχοι, λόγω της προθυμίας τους να αγνοήσουν το βαρύ συνολικό κόστος υπέρ του δικού τους, ιδιωτικού κέρδους. Δεν έχει να κάνει με την ατομική ευθύνη ή με καλούς και κακούς ηθοποιούς, σημείωνε. Είναι ένα ολοκληρωτικό σύστημα, αν και σε αντίθεση με το «Σαλό», υπήρχε ένας τρόπος να ξεφύγεις, να λύσεις το απειλητικό, σαγηνευτικό ξόρκι.
Όπως πάντα, ο λόγος του ήταν περισσότερο αυτός του ποιητή παρά του πολιτικού: πυκνός στις μεταφορές του, τρομακτικός στις προειδοποιήσεις του. «Κατεβαίνω στην κόλαση και ανακαλύπτω πράγματα που δεν διαταράσσουν την ηρεμία των άλλων», είπε. «Αλλά προσέξτε. Η κόλαση ανεβαίνει προς όλους εσάς». Στο τέλος της συζήτησης, μοιάζει να εκνευρίζεται από τις συνεχείς προσπάθειες του δημοσιογράφου να τον κάνει να διευκρινίσει τη θέση του. «Όλοι γνωρίζουν ότι πληρώνω προσωπικά για τις εμπειρίες μου», λέει. «Αλλά υπάρχουν και τα βιβλία μου και οι ταινίες μου. Ίσως κάνω λάθος, αλλά συνεχίζω να λέω ότι βρισκόμαστε όλοι σε κίνδυνο».
Ο δημοσιογράφος τον ρωτάει πώς πιστεύει ότι ο ίδιος, ο Παζολίνι, μπορεί να αποφύγει αυτόν τον κίνδυνο. Σκοτεινιάζει και δεν υπάρχει φως στο δωμάτιο όπου συνομιλούν. Ο Παζολίνι λέει ότι θα σκεφτεί το ερώτημα κατά τη διάρκεια της νύχτας και θα απαντήσει το πρωί. Όμως το πρωί είναι νεκρός.
Νομίζω ότι ο Παζολίνι είχε δίκιο και είμαι σίγουρος ότι οι προειδοποιήσεις που συνέχιζε να εκφράζει ήταν ο λόγος για τον οποίο δολοφονήθηκε. Είδε το μέλλον στο οποίο βρισκόμαστε τώρα πολύ πριν από οποιονδήποτε άλλο. Είδε ότι ο καπιταλισμός θα διαβρωθεί σε φασισμό, ή ότι ο φασισμός θα διεισδύσει και θα καταλάβει τον καπιταλισμό, ότι αυτό που μπορεί να φαινόταν καλοπροαίρετο και ευεργετικό θα διαφθείρει και θα καταστρέψει τις παλιές μορφές ζωής. Ήξερε ότι η υποταγή και η συνενοχή ήταν θανατηφόρες. Προειδοποίησε για το οικολογικό κόστος της εκβιομηχάνισης. Προέβλεψε το πώς η τηλεόραση θα μεταμόρφωνε την πολιτική, παρότι πέθανε πριν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ανέλθει στην εξουσία. Δεν νομίζω ότι η άνοδος του Τραμπ, ενός πολιτικού που διαμορφώθηκε σύμφωνα με το πρότυπο του Μπερλουσκόνι, θα τον είχε εκπλήξει ιδιαίτερα.
Δεν ήταν τέλειος. Είχε μολυνθεί από μια νοσταλγία για μια παλιά, αγροτική Ιταλία, το κόστος της οποίας σκόπιμα αγνοούσε. Ήταν κατά της άμβλωσης και της μαζικής εκπαίδευσης. Το 1968 τάχθηκε στο πλευρό της γαλλικής αστυνομίας εναντίον των φοιτητών. Η ποίησή του συχνά μοιάζει τρυφηλή, οι πίνακές του κακοί. Πλήρωνε για σεξ με νεαρούς που παρέμεναν στην ίδια ηλικία ενώ εκείνος μεγάλωνε, από την άλλη όμως τους έπαιρνε στα σοβαρά, τους άκουγε, τους έβρισκε δουλειά, τους παρείχε σταθερή υποστήριξη. Ήταν οραματιστής και καλλιτέχνης με ακλόνητες ηθικές πεποιθήσεις. Αρνιόταν πεισματικά να το βουλώσει.
Η χρονική συγκυρία του θανάτου του κάνει το «Σαλό» να φαίνεται ως η τελική, συντετριμμένη δήλωσή του, ακόμα όμως και την τελευταία του νύχτα μιλούσε στο δείπνο για την επόμενη ταινία του. Υπήρχαν ακόμα πολλά να κάνει, αδιανόητα ως προς το περιεχόμενό τους, άνευ προηγουμένου ως προς τη μορφή τους. Ο Παζολίνι ήταν πάντα στο πλευρό της ζωής.
Με στοιχεία από The Guardian