O Κωστής Παπαγιώργης γράφει για τον «Επικίνδυνο Οίκτο» του Τσβάιχ

O Κωστής Παπαγιώργης γράφει για τον «Επικίνδυνο Οίκτο» του Τσβάιχ Facebook Twitter
Ο Εβραίος συγγραφέας υποστήριζε με κάθε τρόπο τον «θεμελιακό ανορθολογισμό του ανθρώπινου νου».
0


ΤΙΣ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ, στα σπίτια όπου υπήρχε μικρή ή μεγάλη βιβλιοθήκη, ήταν βέβαιο ότι θα βρισκόταν κάποιο διαβασμένο ή αδιάβαστο βιβλίο του Τσβάιχ: βιογραφικό, θεατρικό, διηγηματικό, ιστορικό, μεταφρασμένο, τέλος πάντων ένα γραφτό από εκείνα που συνέγραφε ο Εβραίος συγγραφέας, ο οποίος υποστήριζε με κάθε τρόπο τον «θεμελιακό ανορθολογισμό του ανθρώπινου νου».

Τα βιογραφικά του δοκίμια είναι πολυάριθμα: Βερλαίν, Βεράρεν, Μπαλζάκ, Ντίκενς, Ντοστογιέφσκι, Ρομαίν Ρολλάν, Χαίλντερλιν, Κλάιστ, Νίτσε, Σταντάλ, Τολστόι, Έρασμος, Μαρία Αντουανέτα, Μαρία Στιούαρτ και Μαγγελάνος! Όπως τονίζει η προλογίστρια της αμερικανικής έκδοσης Joan Acocella, ο Τσβάιχ κατά κύριο λόγο ήταν άνθρωπος των γραμμάτων, ως εκ τούτου ήταν γνωστός όχι ως μεγάλος συγγραφέας, παρά ως «φωνή», για κάποιους μάλιστα θεωρούνταν η φωνή της Ευρώπης. Μια συνείδηση, δηλαδή, υπεράνω εθνικότητας, γλώσσας, θρησκείας και τα παρόμοια.

Η ατμόσφαιρα του βιβλίου είναι δανεισμένη –στα βασικά της στοιχεία– από το καθεστώς της Αυστροουγγαρίας και ειδικά του στρατού της αυτοκρατορίας, που την απάρτιζαν πολλά έθνη και φυλές. Ο Αυστριακός αξιωματικός ήταν πρότυπο πειθαρχίας, καθότι δεν κυκλοφορούσε με πολιτική περιβολή εκτός υπηρεσίας και τηρούσε την εθιμοτυπία και τον κώδικα τιμής της αυστριακής κάστας. Ένας από τους πλουσιότερους άρχοντες της περιφέρειας ονόματι Κεκεσφάλβα κάλεσε τον υπίλαρχο Άντον Χοφμίλλερ να γευματίσει σπίτι του, με όλους τους τύπους. Τα λάθη του προσκεκλημένου υπίλαρχου αρχίζουν από την πρώτη ώρα.

Η συντόμευση των διηγημάτων, βιογραφιών και κάθε λογής λογοτεχνημάτων που δημιουργούσε τον έσωζε από την απευθείας αντιμετώπιση του εαυτού του

Ο Χοφμίλλερ είναι ενθουσιασμένος από την ατμόσφαιρα του αρχοντικού, την παρουσία των γυναικών, το παρκέτο για τον χορό, τη μουσική και τα λοιπά. Χορεύει επί ώρα με τις ντάμες, χαριεντίζεται, αλλά αίφνης θυμάται ότι δεν ζήτησε ακόμα από την οικοδέσποινα έναν χορό. Εδώ ακριβώς βρίσκεται και ο μύθος του βιβλίου. Πρόκειται για τον αμήχανο και αδαή Χοφμίλλερ, για την ημιανάπηρη Έντιθ που είναι καταδικασμένη σε ζωή παραλυτικής, και βέβαια για την ατμόσφαιρα της αυτοκρατορίας που –όπως και στο Εμβατήριο του Ραντέτσκυ– υπερβαίνει τα πρόσωπα, τις καταστάσεις και τον ίδιο τον χρόνο που ενώνει και χωρίζει, ανάλογα με τα πρόσωπα και τις καταστάσεις.

O Κωστής Παπαγιώργης γράφει για τον «Επικίνδυνο Οίκτο» του Τσβάιχ Facebook Twitter
Ο Τσβάιχ σε ένα ανοιχτό λεωφορείο της Νέας Υόρκης, 1941

Ο Χοφμίλλερ δηλητηριάστηκε από οίκτο προς τη θυγατέρα του Φον Κεκεσφάλβα. Όλο το βιβλίο, τεχνηέντως πώς, βασίζεται σε μια παρεξήγηση (ήτοι στο γεγονός ότι δεν ζητάς ποτέ να χορέψεις με μια ντάμα που είναι παραλυτική), στο γεγονός ότι η Έντιθ ερωτεύεται τον Χοφμίλλερ χωρίς καμιά ελπίδα και, τέλος, στο ότι ο χρόνος είναι σφοδρά ενάντιος στον υπίλαρχο.

Με θεώρημα αφηγηματικό τη σκέψη ότι «η κακία αντέχει γερά», ο Τσβάιχ κάνει το παν για να απλώσει τη διαμάχη των δύο ερωτευμένων, να πλάθει διαρκώς παρεξηγήσεις και παρατραβηγμένα φερσίματα. Για να ερευνήσουμε την ανάπτυξη της αφήγησης (ερήμην του Τσβάιχ), θα πρέπει να πούμε ότι αντί η παρεξήγηση του Χοφμίλλερ και της Έντιθ να εντάσσεται φυσιολογικά στους σπασμούς της αυτοκρατορίας, τελικά όλη η αυτοκρατορία (έστω περιληπτικά) τσουβαλιάζεται μέσα στα συμβάντα του άτυχου έρωτα. Ενώ ο Χοφμίλλερ κρύβεται πίσω από φτηνά φερσίματα, πασχίζοντας να δώσει δίκιο αλλά όχι και έρωτα στην Έντιθ, από τη δική της μεριά η σακάτισσα είναι πιο αληθοφανής, πιο πονεμένη, άρα μακριά από κάθε πρόσχημα.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ:
Stefan Zweig, Επικύνδινος Οίκτος, Μτφρ.: Μιμίκα Κρανάκη, εκδόσεις Άγρα

«Οι καλοί άνθρωποι σαν κι εσάς λυπούνται κι έναν δαρμένο σκύλο και μια ψωριάρικη γάτα – άρα, γιατί να μη λυπηθούν και μιαν ανάπηρη; Δεν χρειάζομαι μια φιλία που την οφείλω μονάχα στην αναπηρία μου... Εκφράζεστε σαν "ευγενικός άνθρωπος" με περισσότερη "λεπτότητα", μιλάτε με περιφράσεις: επειδή είμαι τόσο μόνη όλη μέρα. Έρχεστε από οίκτο μονάχα –είναι καιρός που το κατάλαβα αυτό πολύ καθαρά– και θα θέλατε ίσως να σας θαυμάσουμε για την αυτοθυσία σας– μα, λυπάμαι πολύ, δεν μπορώ να ανεχτώ θυσίες! Σας απαγορεύω, ακούτε, σας απαγορεύω... Όχι, δόξα να 'χει ο Θεός, δεν έχω ανάγκη από κανέναν σας... Θα τα βγάλω πέρα πολύ καλά και μονάχη μου, θα τα υπομείνω όλα δίχως εσάς...».

Όπως ο αφηγητής που βλέπει κάποιον υπηρέτη να κάνει μιαν υπόκλιση της παλιάς αυστριακής σχολής, ο Τσβάιχ είναι κι αυτός, αν όχι άνθρωπος, τουλάχιστον πνευματική φωνή της παλαιάς αυτοκρατορίας. Όσο για τις ματαιωμένες σκηνές ερωτικού πάθους που ανατίθενται όλες στην Έντιθ, θυμίζουν «έναν άνθρωπο που σκύβει πάνω σε ένα λουλούδι και αίφνης μια έχιδνα ξεπετάγεται στο πρόσωπό του». Στη Βιέννη, μας θυμίζει ο αφηγητής, οι πιο σοβαρές, όπως και οι πιο ασήμαντες, υποθέσεις λύνονται στα καφενεία. Είναι σχεδόν παράδοξη η διαπίστωση, παρά ταύτα ισχύει απολύτως – τουλάχιστον μέσα στο βιβλίο. Ειδικά οι βαθμοφόροι, οι αξιωματικοί, οι φαντάροι, έχουν το καφενείο για σπίτι και ενδιαίτημα.

Έστω και μετά από έναν αιώνα και βάλε, το παράταιρο ειδύλλιο της Έντιθ προς τον Χοφμίλλερ, αντί να προκαλεί δέος, ουσιαστικά χαλάει την ατμόσφαιρα του σπιτιού, διότι δεν δίνει κάποια λύση. Αν η κόρη δεχόταν έναν κεραυνό κατακέφαλα, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για την τυραννία του κεραυνοβόλου έρωτα, απεναντίας τώρα έχουμε ένα γύναιο που αφήνει την πληγή του να κακοφορμίσει και, αντί να γίνει μάρτυρας των αισθημάτων του, τελικά αυτοχειριάζεται για να επιδείξει έναν ηρωισμό άνευ αντικρίσματος.

Στον επίλογο της γαλλικής έκδοσης διαβάζουμε ότι η μέθοδος εργασίας (και πιο σωστά η συγγραφική αδυναμία του Τσβάιχ) βασιζόταν στο να κόβει εδώ κι εκεί την πρώτη εκδοχή κάθε έργου του, ωσότου απέμενε ένα αφήγημα σε μήκος νουβέλας ή σύντομης ιστορίας. Ενώ, λοιπόν, στα χέρια ενός άλλου συγγραφέα πολλά από αυτά τα βραχύτατα έργα εύκολα θα είχαν επεκταθεί σε μυθιστορήματα, πιθανότατα ο Τσβάιχ δεν ένιωθε σε βάθος τη δημιουργική του ικανότητα, οπότε η συντόμευση των διηγημάτων, βιογραφιών και κάθε λογής λογοτεχνημάτων που δημιουργούσε τον έσωζε από την απευθείας αντιμετώπιση του εαυτού του.

Ξέρουμε ότι ο Τσβάιχ είχε ταξιδέψει επανειλημμένα στη Νότια Αμερική (και δη στη Βραζιλία) και χάρη στην απόσταση μπορούσε να αναβιώσει περιγραφικά για το διεθνές κοινό την προπολεμική Αυστρία. Μπορεί να μοιάζει κοινότοπο το γεγονός ότι ο συγγραφέας συνεχώς προσαρμόζει τη σκηνοθεσία του με βάση τον Πρώτο αλλά και τον Δεύτερο Παγκόσμιο – με έναν λόγο, ο «κόσμος του χθες» μπορούσε να προσαρμοστεί σε λογής λογής καταστάσεις. Δικαιολογημένα, δηλαδή, η επιστροφή στο παρελθόν λαμβάνει τη μορφή αυτού που αποκαλείται «μυθιστόρημα μαθητείας». Ενώ οι καταστάσεις προωθούν την Έντιθ προς το μοιραίο τέλος της, ο Χοφμίλλερ ουσιαστικά παραμένει αυτοδίδακτος και αδίδακτος στην αποδοχή της πραγματικότητας.

Όσο αφύσικο κι αν φαίνεται να συγκρίνει κανείς τη μοίρα των ηρώων του με κείνη του συγγραφέα, η τελική του αυτοκτονία (μαζί με τη γυναίκα του) ρίχνει φως στη ζωή του αντί για σκότος. Άλλωστε, το τελικό σημείωμα των δύο αυτοκτόνων είναι πέρα για πέρα διαφωτιστικό.

Γράφει ο Τσβάιχ στο μεταθανάτιο σημείωμά του: 

«Πήρα την απόφαση, με τη θέλησή μου και με πλήρη διαύγεια, να εγκαταλείψω τη ζωή. Πριν το κάνω, νιώθω την ανάγκη να τακτοποιήσω ένα τελευταίο καθήκον: να ευχαριστήσω από καρδιάς τη Βραζιλία, αυτήν τη θαυμάσια χώρα, που πρόσφερε σε μένα και στη δουλειά μου ένα καταφύγιο τόσο καλό και φιλόξενο. Μέρα με την ημέρα έμαθα να την αγαπώ όλο και περισσότερο και πουθενά αλλού δεν θα ήθελα να αρχίσω μια καινούργια ζωή, τώρα που ο κόσμος της γλώσσας μου σκοτείνιασε για μένα και η Ευρώπη, ο χώρος των πνευματικών δεσμών μου, έχει κι αυτή αφανιστεί. Αλλά ύστερα από εξήντα χρόνια θα έπρεπε κανείς να διαθέτει εξαιρετικές δυνάμεις για να μπορέσει να ξαναρχίσει τη ζωή του. Και οι δικές μου δυνάμεις έχουν εξαντληθεί από τα ατελείωτα χρόνια της ξενιτιάς, μακριά από τα μέρη που με σημάδεψαν. Σκέφτομαι, λοιπόν, πως είναι καλύτερο να τερματίσω έγκαιρα και με το κεφάλι ψηλά μια ζωή, στην οποία η πνευματική εργασία υπήρξε πάντοτε η αγνότερη χαρά και η προσωπική ελευθερία το ύψιστο αγαθό του κόσμου τούτου.

Χαιρετώ όλους τους φίλους μου. Εύχομαι να δουν και πάλι τις αυγές που θα ξημερώσουν μετά τη μακριά νύχτα! Εγώ, που ήμουν πάντα μου ανυπόμονος, προπορεύομαι».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ 

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
To «παράνομο» σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου σε μια νέα μελέτη

Βιβλίο / To «παράνομο» σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου σε μια νέα μελέτη

Κόντρα στα κυρίαρχα ήθη, ο Μεσοπόλεμος υπήρξε διεθνώς μια εποχή σεξουαλικής ελευθεριότητας. Μια πρωτότυπη έκδοση από τους Τάσο Θεοφίλου και Εύα Γανίδου εστιάζει στις επιδόσεις των Αθηναίων στο «παράνομο» σεξ, μέσα από δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής, με τα ευρήματα να είναι εντυπωσιακά, ενίοτε και σπαρταριστά.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Εύα Στεφανή: «Με συγκινεί ακόμα ο «Πεισίστρατος» του Γιώργου Χειμωνά»

The Book Lovers / Εύα Στεφανή: «Βρίσκω θεραπευτικά τα μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την Εύα Στεφανή, σκηνοθέτιδα και καθηγήτρια Κινηματογράφου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για τη διαδρομή της από την Δάφνη ντι Μοριέ στον Ε.Χ. Γονατά κι από τον Τσβάιχ στον Γιώργο Χειμωνά.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Το συναρπαστικό ντεμπούτο της Ρένας Λούνα είναι καλή λογοτεχνία

Βιβλίο / Το συναρπαστικό ντεμπούτο της Ρένας Λούνα είναι καλή λογοτεχνία

Οι «Αλεπούδες του Περ-Λασαίζ» είναι ένα μυθιστόρημα άριστα δομημένο, με πυκνό λόγο και πλήθος πραγματολογικών στοιχείων, που αναπλάθει τη γαλλική επαρχία των ’50s μέσα από μια απελπισμένη ερωτική ιστορία με φεμινιστική χροιά. 
M. HULOT
Η σημασία του Le Corbusier σήμερα

Βιβλίο / Η σημασία του Le Corbusier σήμερα

Ο σπουδαίος αρχιτέκτονας και στοχαστής, που έβαλε ποίηση στο σκυρόδερμα και συνέδεσε τα οράματα ενός σύγχρονου «Blade Runner» με τον Παρθενώνα, μοιάζει σήμερα να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο και σημασία όσο ποτέ. Η «Συζήτηση με τους φοιτητές της αρχιτεκτονικής» από εκδόσεις ΠΕΚ αποδεικνύει γιατί.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Οι δεσποινίδες της Αβινιόν ήταν από το Τσανάκ Καλέ

Βιβλίο / Οι δεσποινίδες της Αβινιόν ήταν από το Τσανάκ Καλέ

Τα κεραμικά των Δαρδανελλίων, ο συσχετισμός τους με την ταυτότητα, με το συναίσθημα. Ένα γοητευτικό βιβλίο δείχνει πώς τα «λαϊκά», «αγροτικά» κεραμικά συνδέονται με το κίνημα Arts & Crafts, με τον ιαπωνισμό, με τις διακοσμητικές τέχνες και το ντιζάιν στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ