Σε μια έρημο της Μαντζουρίας, την ταραχώδη δεκαετία του ‘30, τρεις Κορεάτες συναντιούνται σε ένα τρένο. Ο Ντο-Γον, ο Καλός, είναι ένας κυνηγός επικηρυγμένων με φονικό σημάδι. Ο Τσαν Γι, ο Κακός, είναι ένας ανελέητος αρχηγός συμμορίας με γιγαντιαίο εγωισμό. Ο Τάε-Γκου, ο Περίεργος, είναι ένας ταλαντούχος αλλά απρόβλεπτος ληστής που προτιμά τα σκουτεράκια από τα άλογα. Και οι τρεις θέλουν τον ίδιο χάρτη που θα τους οδηγήσει σε έναν αμύθητο θησαυρό. Θα έρθουν αντιμέτωποι με τον ιαπωνικό στρατό και ορδές παρανόμων, με κάθε δυνατό τρόπο.

Ο σκηνοθέτης της Γλυκόπικρης Ζωής φτιάχνει κάτι ανάμεσα στο Wild Wild West και το Ο Καλός ο Κακός και ο Άσχημος, όπως υποδηλώνει και ο τίτλος. Στα θετικά συγκαταλέγεται ότι απουσιάζει η ειρωνεία του μεταμοντέρνου σχόλιου, λες και όλα τα παράδοξα και απίθανα ανήκουν πραγματικά σε έναν κόσμο κινηματογραφικής πραγματικότητας, όπου ακόμη και τα αστεία είναι μέρος του πακέτου. Στα μείον, το σχηματικό σενάριο, με δεδομένο πως το είδος αυτό του μπασταρδεμένου γουέστερν δεν είναι πρωτότυπη κατασκευή αλλά αναθεώρηση μιας παλιότερης αναθεώρησης. Αλλά πάλι, οι άσχετοι με τις αναφορές μπορεί και να μην καταλάβουν τίποτε από τις θεωρίες επιδράσεων και να παρακάμψουν τελείως τη φιλολογία περί εξέλιξης των κινηματογραφικών ειδών. Σε αυτή την περίπτωση, είναι σίγουρο πως θα απολαύσουν έναν πιστολέρο σκηνοθέτη, τον Κορεάτη Κιμ Τζι Γουν, και το πώς χορογραφεί ανθρώπους και σφαίρες στην σκηνογραφικά χορταστική, ξερή και ατελείωτη Μαντζουρία.