Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος, σε συνεργασία με το Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τιμά τη σημαντική Ελληνίδα ηθοποιό που έφυγε από κοντά μας το 2022 με ένα αφιέρωμα που θα πραγματοποιηθεί μεταξύ 16 και 20 Οκτωβρίου. Εκπληκτικής ομορφιάς και με αρχαιοελληνική κατατομή, «ζωντανή Καρυάτιδα» όπως τη χαρακτήρισαν, μάγεψε από νωρίς το μεγάλο κινηματογραφικό κοινό διεθνώς που την αναγόρευσε «απόλυτη Ελληνίδα».
Στη μακρόχρονη πορεία της διακρίθηκε ερμηνεύοντας τραγικές ηρωίδες στον κινηματογράφο, κυρίως χάρη στις συνεργασίες της με τον Μιχάλη Κακογιάννη, συμβάλλοντας στην εκλαΐκευση και στη διάδοση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, ενώ η συμμετοχή της σε μεγάλες παραγωγές δίπλα σε ιερά τέρατα της 7ης τέχνης την ανήγαγαν σε εμβληματική πρωταγωνίστρια του διεθνούς κινηματογραφικού στερεώματος. Έφυγε στα 93 της χρόνια, αφήνοντας πίσω της μια σπουδαία σταδιοδρομία στο θέατρο, στο αρχαίο δράμα και στον κινηματογράφο, αλλά και στο πεδίο της κοινωνικής ενσυναίσθησης.
Το αφιέρωμα περιλαμβάνει εννέα ταινίες μυθοπλασίας και ένα μικρό ντοκιμαντέρ. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η αριστουργηματική «Ηλέκτρα» (1962), η παγκόσμια επιτυχία «Αλέξης Ζορμπάς» (1964) και το ανυπέρβλητο «Ζ» (1969), που αποτέλεσε και ταινία-σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα της εποχής.
«Η λίμνη των στεναγμών»
1959

«Ήκμαζεν εν Ιωαννίνοις κόρη θαυμασίου κάλλους και περιφανούς γένους, η Ευφροσύνη. Δεν εδύνατο επομένως να μείνη άγνωστος τω Αλή, θηρεύοντι απανταχού νέα θύματα προς κόρον της ασελγείας αυτού. Υπάρχουσιν υποψίαι ότι ο Αλής επειράθη να διαφθείρη την κόρην, αλλά φοβηθείς ίσως την κοινωνικήν αυτής θέσιν απέστη προς καιρόν του ανοσίου έργου… Συνέπεσε τότε ο πρεσβύτερος υιός του Βεζύρου Αλή, ο Μουχτάρ, να ιδή την Ευφροσύνην και, τρωθείς υπό φλογερού έρωτος, επεχείρησε διά μυρίων τεχνασμάτων και προσφορών να δελεάση την σωφροσύνην αυτής.
Έτυχε τέλος του σατανικού σκοπού και έντρομα τα Ιωάννινα έμαθον την αισχύνην της Ελληνίδος και εσιώπων, μη τολμώντα να αντιδράσωσι προς τα βουλάς της επαράτου εκείνης οικογενείας… Ο Αλής, όστις ήγγιζε προς το γήρας, διότι κατά την εποχήν εκείνην ήγε το εξηκοστόν πρώτον έτος της ηλικίας αυτού, εγίνωσκε τα πάντα και, αντεραστής του υιού αυτού, κατέβαλε πάσαν προσπάθειαν όπως απολαύση την Ευφροσύνην, αποσπών αυτήν από της καρδίας του Μουχτάρ. Η δε απέκρουσεν επιμόνως τον πατέρα και ούτως έρριψεν αφ’ εαυτής τον πρώτον σπόρον τής μετά ταύτα παρά του Αλή τελεσθείσης εκδικήσεως».
Ο ρόλος της Φροσύνης αρχικά προοριζόταν για την Αλίκη Βουγιουκλάκη, ωστόσο η εκπάγλου καλλονής ηθοποιός είχε ήδη ξεκινήσει τη διεθνή της καριέρα, αναλαμβάνοντας ρόλους σε σημαντικές παραγωγές σε Ιταλία και Αμερική.
Η παραπάνω γλαφυρή εξιστόρηση ανήκει στον Επτανήσιο «εθνικό ποιητή» Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (1824-1879), ο οποίος περιγράφει με ακρίβεια τα τραγικά γεγονότα τα οποία οδήγησαν στον πνιγμό της Φροσύνης και άλλων δεκαέξι νέων γυναικών στη λίμνη των Ιωαννίνων από τον ισχυρό Οθωμανό ηγεμόνα της Ηπείρου Αλή Πασά Τεπελενλή στην αυγή του 19ου αιώνα. Η ιστορία αυτή αποτέλεσε τη βάση για την ποιητική του σύνθεση «Η Κυρά Φροσύνη – Ποίημα εις τέσσαρα άσματα διηρημένον» του 1859.

Η αφήγησή του καταλήγει στο συμπέρασμα: «Αύτη είναι η υπόθεσις του δράματος, και, αν δεν απατώμαι, παρέχει ύλην ικανήν εις εποποιίαν». Κάτι που αντιλήφθηκε και ο πρωτοπόρος σκηνοθέτης του κινηματογράφου Γρηγόρης Γρηγορίου (1919-2005) και, με αφετηρία το ποίημα του Βαλαωρίτη αλλά και στοιχεία από τη μυθιστορηματική βιογραφία του ακαδημαϊκού Σπύρου Μελά (1882-1966) «Το λιοντάρι της Ηπείρου», υπέγραψε το 1959 το σενάριο και τη σκηνοθεσία της ταινίας «Η λίμνη των στεναγμών» της Ρωμύλος Φιλμ. Η ταινία διαθέτει λαμπερή διανομή, που συμπεριλαμβάνει τον Τζαβαλά Καρούσο στον ρόλο του Αλή Πασά, τον Ανδρέα Μπάρκουλη στον ρόλο του γιου του, Μουχτάρ, και την Ειρήνη Παπά ως Φροσύνη.
Ο ρόλος αρχικά προοριζόταν για την Αλίκη Βουγιουκλάκη, ωστόσο η εκπάγλου καλλονής ηθοποιός είχε ήδη ξεκινήσει τη διεθνή της καριέρα, αναλαμβάνοντας ρόλους σε σημαντικές παραγωγές σε Ιταλία και Αμερική. Στις διαφημίσεις της ταινίας την παρουσιάζουν ως «τη διεθνούς ακτινοβολίας Ελληνίδα σταρ της Metro-Goldwyn-Mayer και της Lux Film». Η μουσική είναι του Τάκη Μωράκη, του οποίου το τραγούδι «Τι ’ναι αυτό που το λένε αγάπη» δύο χρόνια πριν είχε επίσης σημειώσει διεθνή επιτυχία.
«Τα κανόνια του Ναβαρόνε»
1961

Δεν είχαν περάσει ούτε είκοσι χρόνια από την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, όταν ο σεναριογράφος και παραγωγός Καρλ Φόρμαν («Η γέφυρα του ποταμού Κβάι», «Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές») αποφάσισε να γυρίσει στη Ρόδο μια ταινία που διαδραματιζόταν στην εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια υπερπαραγωγή δράσης και καταστροφών με θέμα μια ομάδα κομάντος των συμμαχικών δυνάμεων που αναλαμβάνει να σαμποτάρει τα μυστικά γερμανικά κανόνια του Ναβαρόνε σε ένα κατεχόμενο από τους ναζί ελληνικό νησί, ώστε να απελευθερωθούν οι 2.000 Βρετανοί στρατιώτες που έχουν παγιδευτεί σε αυτό.

Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 1960, μετατρέποντας τη Ρόδο σε Χόλιγουντ, με την άφιξη αμέτρητων στρατιωτικών οχημάτων, τη συμμετοχή δεκάδων κομπάρσων και πρωταγωνιστές μερικούς από τους διασημότερους ηθοποιούς της εποχής, όπως ο Γκρέγκορι Πεκ, ο Άντονι Κουίν και ο Ντέιβιντ Νίβεν. Η Ειρήνη Παπά, ήδη γνωστή από ελληνικές, ιταλικές και αμερικανικές ταινίες, συμμετείχε στον ρόλο μιας μαχήτριας της ελληνικής αντίστασης η οποία συνδράμει άφοβα και με πάθος την ομάδα των συμμάχων στη δράση της κατά των δυνάμεων κατοχής. Τα «Κανόνια του Ναβαρόνε» έγιναν παγκόσμια επιτυχία, και η ταινία ήταν υποψήφια για 7 Όσκαρ (ανάμεσά τους και εκείνο Καλύτερης Σκηνοθεσίας για τον Βρετανό σκηνοθέτη Λι Τόμσον), αν και εν τέλει κέρδισε μόνο εκείνο των ειδικών εφέ. Επίσης τιμήθηκε με Χρυσές Σφαίρες Καλύτερης Δραματικής Ταινίας και Μουσικής. Μέχρι σήμερα αποτελεί κλασική ταινία στην ιστορία του είδους.
«Αντιγόνη»
1961

Μια ειλικρινής και φιλόδοξη απόπειρα του σημαντικού σκηνοθέτη και σεναριογράφου Γιώργου Τζαβέλλα («Κάλπικη λίρα», «Ο μεθύστακας», «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα») να μεταφέρει την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή στην οθόνη χωρίς να προδώσει το αρχαίο κείμενο αλλά ούτε και την κινηματογραφική γλώσσα. Εξανθρωπίζοντας τους χαρακτήρες και τοποθετώντας τους σε μια απροσδιόριστη καθημερινότητα, ευελπιστώντας στην κατανόηση του έργου από το μεγάλο κοινό, δεν κατάφερε τελικά ούτε να αποφύγει τη στομφώδη χρήση του τραγικού λόγου της παράδοσης του Εθνικού (κυρίως στον Χορό) ούτε να αποδώσει όλες τις παραμέτρους του τραγικού μύθου στη μεγάλη οθόνη.
Παρά την έντονη αρνητική κριτική της εποχής, η ταινία θριάμβευσε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου ο Μάνος Κατράκης ως Κρέων και η Ειρήνη Παπά στον ρόλο της Αντιγόνης τιμήθηκαν με τα αντίστοιχα βραβεία ανδρικής και γυναικείας ερμηνείας. Βραβείο έλαβε και ο Αργύρης Κουνάδης για τη μουσική. Η ταινία συμμετείχε επίσης στα φεστιβάλ Βερολίνου, Λονδίνου (Βραβείο Κριτικών) και Σαν Φρανσίσκο, ενώ επιλέχτηκε μέσα στις 10 καλύτερες ξένες ταινίες για το βραβείο Ξένου Τύπου της Αμερικής για το 1961. Εκτός από την Ειρήνη Παπά και τον Μάνο Κατράκη, συμμετέχουν οι ηθοποιοί Ίλυα Λιβυκού, Βύρων Πάλλης, Τζαβαλάς Καρούσος, Γιάννης Αργύρης, Μάρω Κοντού, Νίκος Καζής.
«Ηλέκτρα»
1962

Ο Κακογιάννης έχει ομολογήσει δημόσια ότι δεν ήξερε πως υπήρχαν δύο εκδοχές της «Ηλέκτρας», μία από τον Σοφοκλή και μία από τον Ευριπίδη, αλλά η επιλογή του να διασκευάσει για τον κινηματογράφο τη δεύτερη, από τη στιγμή που την ανακάλυψε, ήταν απολύτως συνειδητή. Έχει πει: «Ο Ευριπίδης ερευνά τους χαρακτήρες του ψυχολογικά σε βάθος, κάτι που για εμένα μπορείς να το εκμεταλλευτείς κινηματογραφικά με τρόπο που είναι ουσιαστικός και οργανικός. Αν ζούσε σήμερα ο Ευριπίδης, θα γινόταν ένας καταπληκτικός σεναριογράφος». Η αφοσίωσή του στον μεγάλο τραγικό τον οδήγησε σε σκηνοθεσίες των έργων του σε ολόκληρο τον κόσμο και σε μια κινηματογραφική τριλογία, με πρώτη την «Ηλέκτρα» του 1962, όπου η Ειρήνη Παπά κρατούσε τον ομώνυμο ρόλο.

Όπως λέει η Αγλαΐα Μητροπούλου στο περίφημο βιβλίο της «Ελληνικός Κινηματογράφος»: «Ο Κακογιάννης δημιουργεί, στην κυριολεξία, μιαν Ελληνίδα τραγωδό του κινηματογράφου. Παίρνει την Ειρήνη Παπά, με τα αδρά χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης χωρικής Κόρης, και με την τέχνη και το πάθος του φυσάει μέσα της το πνεύμα της αδάμαστης αναζήτησης της εκδίκησης, το πνεύμα της απονομής δικαιοσύνης με κάθε τρόπο, της τιμωρίας του εγκλήματος. Αλλά όλα αυτά δεν τα αποδίδει η Παπά θεατρικά, με την τέχνη της υποκριτικής. Τα ανακαλύπτει εντός της, καθώς χτυπούν ενωμένα με το αίμα στις φλέβες της». Οι «New York Times» έγραψαν: «Σπάνια βλέπουμε ένα πρόσωπο ή μια έκφραση ανθρώπινης φιγούρας να απεικονίζει τόσο όμορφα το πάθος ενός χαρακτήρα όσο η δεσποινίς Παπά εδώ».
Έτσι, δεν προκάλεσε καμία έκπληξη το ότι η Ειρήνη Παπά απέσπασε το βραβείο της Ένωσης Αμερικανών Κριτικών. Ο Κακογιάννης επενέβη δημιουργικά στη μεταφορά του τραγικού έργου με μια σειρά ευφυών παρεμβάσεων, μετατρέποντας το θεατρικό κείμενο σε καθαρό κινηματογράφο. Σε αντίθεση με την «Αντιγόνη» του Τζαβέλλα, ξεφεύγει από την αρχαιοπρεπή αναπαράσταση και τοποθετεί τη δράση σε ένα λιτό –διαχρονικό– αγροτικό περιβάλλον. Η ταινία είναι ασπρόμαυρη, με μια εκπληκτική διεύθυνση φωτογραφίας από τον σταθερό συνεργάτη του Κακογιάννη, Γουόλτερ Λάσαλι, η διανομή περιλαμβάνει, εκτός από την Ειρήνη Παπά, τους Γιάννη Φέρτη, Αλέκα Κατσέλη, Θεανώ Ιωαννίδου, Νότη Περγιάλη, Μάνο Κατράκη, Τάκη Εμμανουήλ και Φοίβο Ραζή, ενώ η μουσική είναι του Μίκη Θεοδωράκη.
Έκανε πρεμιέρα στις Κάννες τον Μάιο του 1962, όπου εντυπωσίασε τη διεθνή κινηματογραφική κοινότητα, και έφυγε με το βραβείο καλύτερης μεταφοράς-διασκευής, ενώ η Ανώτατη Τεχνική Επιτροπή του Γαλλικού Κινηματογράφου την ξεχώρισε για την εξαιρετική ηχητική της επένδυση (Φιλοποίμην Φίνος). Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης της ίδιας χρονιάς απέσπασε τα βραβεία Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Α’ Γυναικείου Ρόλου για την Παπά. Η συγκέντρωση βραβείων συνεχίστηκε διεθνώς, ενώ ήταν υποψήφια για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1963.
«Αλέξης Ζορμπάς / Zorba the Greek»
1964

Ένας νεαρός Βρετανός συγγραφέας φτάνει στην Ελλάδα για να επαναλειτουργήσει ένα ορυχείο που κληρονόμησε στη Μεγαλόνησο και γνωρίζεται με τον Αλέξη Ζορμπά, έναν σκληροτράχηλο, ενστικτώδη άνθρωπο, που του αποκαλύπτει μια άλλη όψη της ζωής. Παρορμητικός και τυχοδιώκτης, ο Ζορμπάς αναλαμβάνει να γίνει ο μέντοράς του. Και παρότι τα σχέδια για το ορυχείο ναυαγούν και η σχέση του συγγραφέα με μια όμορφη χήρα καταλήγει σε τραγωδία, ο Ζορμπάς διατηρεί την αισιόδοξη πίστη του στη ζωή. H ταινία που έκανε παγκοσμίως γνωστή τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και την Κρήτη είναι μια ελεύθερη διασκευή του μυθιστορήματος «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» (1946) του Νίκου Καζαντζάκη.
Πέρα από τη συναρπαστική και ξεσηκωτική μουσική, ο «Ζορμπάς» έφτασε μέχρι τα Όσκαρ με επτά υποψηφιότητες∙ με το χρυσό αγαλματίδιο έφυγαν η Λίλα Κέντροβα για τον Β’ Γυναικείο Ρόλο, ο Γουόλτερ Λάσαλι για την ασπρόμαυρη φωτογραφία και ο Βασίλης Φωτόπουλος για την καλλιτεχνική διεύθυνση ασπρόμαυρης ταινίας. Έκοψε εκατομμύρια εισιτήρια διεθνώς και αν υπάρχουν τουλάχιστον δύο σκηνές που μένουν ανεξίτηλες στη μνήμη των θεατών της, αυτές είναι το φινάλε με τον Άντονι Κουίν και τον Άλαν Μπέιτς να χορεύουν ένα ξέφρενο συρτάκι και φυσικά ο λιθοβολισμός της χήρας που υποδύεται η Ειρήνη Παπά, στον πιο εμβληματικό ρόλο της καριέρας της. Η σκηνή ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από όσους αρνούνταν να ομολογήσουν τις πατριαρχικές αξίες της προπολεμικής Κρήτης.
«Ζ»
1969

Όταν ο Κώστας Γαβράς διάβασε το «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού, που εξιστορεί τα γεγονότα γύρω από τη δολοφονία του γιατρού και ανεξάρτητου βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη από το παρακράτος τον Μάρτιο του 1963 στη Θεσσαλονίκη, εντυπωσιάστηκε από την πρώτη στιγμή. Το βιβλίο περιέγραφε την άνανδρη και μοιραία επίθεση εναντίον του αγωνιστή του κινήματος ειρήνης και την άμεση απόπειρα συγκάλυψης, ακολουθώντας τη μετέπειτα έρευνα ενός ανακριτή αποφασισμένου να φέρει τα αληθινά γεγονότα στο φως. Ο Γαβράς χρειάστηκε να κινήσει γη και ουρανό για να καταφέρει να βρει χρηματοδότηση για να γυρίσει την ταινία, το σενάριο της οποίας συνυπέγραφε με τον Χόρχε Σεμπρούν. Εν τέλει βρήκε σύμμαχο μια χώρα που μόλις είχε κερδίσει την ανεξαρτησία της, την Αλγερία, και μετέτρεψε την πρωτεύουσά της, το Αλγέρι, στη Θεσσαλονίκη των αρχών του ’60.

Πρωταγωνιστούν ο Ιβ Μοντάν στον ρόλο του Λαμπράκη και ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν στον ρόλο του εισαγγελέα που αποκαλύπτει τη σκευωρία. H Ειρήνη Παπά, ως σύζυγος του Λαμπράκη, έχει μια σύντομη και διακριτική παρουσία στην ταινία, εκπροσωπώντας με την ομορφιά της την απόλυτη Ελληνίδα γυναίκα. Αρνούμενη να επιστρέψει στην Ελλάδα όσο διαρκούσε η δικτατορία, ήταν περίπου αναμενόμενο ότι θα συμμετείχε σε μια πολιτική ταινία σαν το «Ζ». Το σπινταριστό πολιτικό θρίλερ με τη νευρώδη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη (ο οποίος ήταν εξόριστος στη Ζάτουνα όσο γυριζόταν η ταινία) είχε θερμή υποδοχή στις αίθουσες της Γαλλίας, όπου ο κόσμος χειροκροτούσε στο τέλος της προβολής. Στο Φεστιβάλ των Καννών ο Τρεντινιάν τιμήθηκε με το βραβείο ερμηνείας, ενώ η ταινία ήταν υποψήφια για 5 Όσκαρ. Κέρδισε μόνο τα Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας (Αλγερία) και Μοντάζ. Ωστόσο, για αρκετές δεκαετίες αποτελούσε τη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία ξενόγλωσσης ταινίας στις ΗΠΑ.
«Τρωάδες / The Trojan women»
1971

Ο Μιχάλης Κακογιάννης, έχοντας διασκευάσει και ανεβάσει την κορυφαία αντιπολεμική τραγωδία «Τρωάδες» με τεράστια επιτυχία στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι, αποφασίζει την περίοδο της χούντας στην Ελλάδα να μεταφέρει το συγκλονιστικό έργο του Ευριπίδη στη μεγάλη οθόνη. Συγκεντρώνει σημαντικές πρωταγωνίστριες του αγγλοσαξονικού θεάτρου και κινηματογράφου, όπως η Κάθριν Χέπμπορν (Εκάβη), η Βανέσα Ρεντγκρέιβ (Ανδρομάχη), η Ζενεβιέβ Μπιζόλντ (Κασσάνδρα) και η Ειρήνη Παπά (Ελένη), και τη γυρίζει στα αγγλικά στην Ισπανία, στο χωριό Ατιένθα, ογδόντα χιλιόμετρα ανατολικά της Μαδρίτης. Η μουσική ήταν για μια ακόμα φορά του Μίκη Θεοδωράκη και τα σκηνικά και τα κοστούμια του σημαντικού Έλληνα σκηνογράφου και ενδυματολόγου της όπερας Νικόλα Γεωργιάδη.
«Ιφιγένεια»
1977

Το μεγάλο στοίχημα της ελληνικής κινηματογραφίας, μια υπερπαραγωγή που απείλησε τον προϋπολογισμό του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου την περίοδο της Μεταπολίτευσης, έμελλε να ταξιδέψει την ελληνική γλώσσα σε ολόκληρο τον κόσμο και να διεκδικήσει με αξιώσεις το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας. Η φιλόδοξη κινηματογραφική μεταφορά της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» από τον Κακογιάννη κατηγορήθηκε ως «ελληνικό γουέστερν», αλλά θα ήταν άδικο να μην επισημάνει κανείς τις εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών, όπως εκείνη του Κώστα Καζάκου ως Αγαμέμνονα, του Κώστα Καρρά ως Μενέλαου, του Πάνου Μιχαλόπουλου ως Αχιλλέα, της Τατιάνας Παπαμόσχου –της έφηβης ακόμα τότε ηθοποιού που ανακάλυψε ο σκηνοθέτης– ως Ιφιγένειας. Αλλά είναι η τεράστια κινηματογραφική πείρα της Ειρήνης Παπά που καθηλώνει, με την ερμηνεία της στον ρόλο της Κλυταιμνήστρας. Η ταινία συμμετείχε στο επίσημο πρόγραμμα του Φεστιβάλ των Καννών και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου απέσπασε το βραβείο Καλύτερης Ταινίας και Γυναικείου Ρόλου για την Παπαμόσχου.
«Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι / Cristo si e fermato a Eboli»
1979

Μια αξιομνημόνευτη ταινία σε σκηνοθεσία του Φραντσέσκο Ρόσι, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Κάρλο Λέβι. Στη φασιστική Ιταλία του 1935, ένας συγγραφέας (Τζιαν Μαρία Βολοντέ) εξορίζεται λόγω των πολιτικών του φρονημάτων σε ένα απομακρυσμένο χωριό του Νότου. Εκεί έρχεται σε επαφή με μια ξεχασμένη από τον χρόνο αγροτική κοινότητα, αποκομμένη τελείως από τον πολιτισμό και την πρόοδο. Αλληγορικό δράμα με αυθεντικές εικόνες της ζωής των κατοίκων της ορεινής Ιταλίας, με ακρίβεια και πιστότητα ντοκιμαντέρ, όπως τις αποτύπωσε ο αριστερός συγγραφέας και ζωγράφος Λέβι στο βιωματικό του βιβλίο.
Η Παπά υποδύεται με τσαγανό τη θαρραλέα, περήφανη, απενοχοποιημένη ανύπαντρη μητέρα που αναλαμβάνει να γίνει οικονόμος του εξόριστου ήρωα, καθώς, ως «αμαρτωλή», είναι η μόνη που από η βαθιά συντηρητική κοινωνία του χωριού επιτρέπει να μπει στο σπίτι του εργένη. Ένας ρόλος που αξίζει να ανακαλυφθεί σε μία από τις πιο σπάνιες ταινίες του αφιερώματος, η οποία θα προβληθεί σε αποκατεστημένο φιλμ 35 χιλιοστών. Το σενάριο συνυπογράφουν ο σκηνοθέτης ο Τονίνο Γκουέρα και ο Ραφαέλε Λα Κάπρια. Στη διανομή συμμετέχει και ο σκηνοθέτης Σταύρος Τορνές.
Και ένα ντοκιμαντέρ
«Η Ειρήνη Παπά στην Κύπρο»
1978

Μια εντελώς άγνωστη μικρού μήκους ταινία παραγωγής του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, σε σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη, γυρισμένη λίγα χρόνια μετά τη συγκλονιστική ταινία τεκμηρίωσης «Αττίλας ’74» του ίδιου, που πραγματευόταν την κυπριακή τραγωδία. Ο σκηνοθέτης, με τη συμβολή του διευθυντή φωτογραφίας Σάκη Μανιάτη, προβάλλει τα κάλλη της πατρίδας του με «ξεναγό» τη φίλη και μόνιμη συνεργάτιδά του Ειρήνη Παπά. Ένα σύντομο σε διάρκεια, αλλά πολύτιμο σε αξία ντοκουμέντο.
Το μεγάλο αφιέρωμα για την Ειρήνη Παπά παρουσιάζεται από τις 16 έως 20 Οκτωβρίου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, σε συμπαραγωγή με το Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.