Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση Facebook Twitter
Η Μαρία Κάλλας στη Μήδεια του Παζολίνι
0


ΠΑΡΟΤΙ ΕΙΧΕ ΓΕΝΝΗΘΕΙ ΠΡΙΝ
από εκατό χρόνια, η Μαρία Κάλλας παραμένει η πιο επιτυχημένη κλασική τραγουδίστρια όλων των εποχών. Αλλά όταν λέω σε κάποιον ότι έχω γράψει ένα μυθιστόρημα γι' αυτήν, η αντίδραση συνοδεύεται πάντα με έναν αναστεναγμό: «Τι ταλέντο η Μαρία, αλλά και τι τραγωδία…». Κι όλα αυτά επειδή η Κάλλας εγκαταλείφθηκε από έναν άνδρα. Το 1968, ο επί εννέα χρόνια εραστής της τραγουδίστριας, ο «Χρυσός Έλληνας» Αριστοτέλης Ωνάσης, έβαλε τέλος στη σχέση του μαζί της για να παντρευτεί την πρώην πρώτη κυρία Ζακλίν Κένεντι. Η ιστορία της Κάλλας, όπως και πολλές από τις ιστορίες στις όπερες που πρωταγωνιστούσε, λέει ότι προδόθηκε από τον άνδρα που αγαπούσε πριν μπει σε μια διαδικασία παρακμής που κατέληξε στο θάνατό της οκτώ χρόνια αργότερα.

Η Κάλλας δεν είναι η μόνη που μυθοποιήθηκε ως η μεγάλη τραγουδίστρια που πεθαίνει δυστυχισμένη και μόνη: Τζούντι Γκάρλαντ, Μπίλι Χόλιντεϊ, Τζάνις Τζόπλιν, Έιμι Γουάινχαουζ… η λίστα είναι μεγάλη. Φαίνεται να υπάρχει κάτι ακαταμάχητο στην ιδέα ότι μια γυναίκα με τεράστιο ταλέντο πρέπει να σταυρωθεί από την ίδια την επιτυχία της, ότι δεν έχει το δικαίωμα να ζήσει μια ευτυχισμένη και πλήρη ζωή. Με την Κάλλας, όπως και με την Γκάρλαντ, η έμφαση δίνεται πάντα στην πτώση, ποτέ στην ένδοξη ακμή. Η Ρενέ Ζελβέγκερ κέρδισε Όσκαρ υποδυόμενη την Γκάρλαντ στο τέλος της καριέρας της, ενώ στην επερχόμενη “Maria” η Αντζελίνα Τζολί ενσαρκώνει την Κάλλας κατά τις τελευταίες ημέρες της τραγουδίστριας στο Παρίσι, όπου και πέθανε από καρδιακή προσβολή το 1977.

«Είμαι όσο δύσκολη χρειάζεται ώστε να πετύχω την τελειότητα». Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν άνδρα καλλιτέχνη του διαμετρήματός της να πρέπει να δικαιολογήσει την προσπάθειά του για το καλύτερο

Όμως, το να χαρακτηρίζει κανείς τη ζωή της Κάλλας τραγική, σημαίνει ότι αδικεί κατάφωρα  μια τόσο αξιοσημείωτη γυναίκα. Η Κάλλας έβλεπε κάθε παράσταση ως μια μάχη που έπρεπε να κερδίσει. Ένας από τους λόγους που ήθελα να γράψω γι' αυτήν ήταν η ακλόνητη πίστη της στο ταλέντο της. Σε ηλικία 23 ετών, όταν ήταν ακόμα μια άγνωστη σοπράνο που είχε τραγουδήσει μόνο στην Αθήνα, πέτυχε μια ακρόαση στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης. Η επιτροπή εντυπωσιάστηκε αρκετά από τη νεαρή τραγουδίστρια και της πρόσφερε ένα συμβόλαιο για δεύτερους ρόλους, αλλά η Κάλλας ήξερε ότι άξιζε να τραγουδά πρωταγωνιστικούς ρόλους και απέρριψε την προσφορά, λέγοντάς τους ότι μια μέρα θα την παρακαλούσαν να επιστρέψει. Αντ' αυτού, πήγε στην Ιταλία, εκεί όπου πραγματικά ξεκίνησε η θεαματική της καριέρα. Και φυσικά αποδείχθηκε ότι είχε δίκιο, όταν, δέκα χρόνια μετά την οντισιόν στη Νέα Υόρκη, ο διευθυντής της Met, Ρούντολφ Μπινγκ αναγκάστηκε να της καταβάλει μια πρωτοφανή αμοιβή για να εμφανιστεί για μια σεζόν. Η Κάλλας γνώριζε τη δική της αξία, απαιτώντας ίση αμοιβή όχι μόνο με τους άνδρες τραγουδιστές, αλλά και με τον μαέστρο Φον Κάραγιαν, γεγονός που είχε σοκάρει τότε τον κόσμο της μουσικής. Όπως είπε η ίδια εκείνη την εποχή: «Δεν με ενδιαφέρουν τα χρήματα στην πραγματικότητα, αλλά πρέπει να είναι περισσότερα από όσα παίρνει οποιοσδήποτε άλλος».

Maria Callas Live: Bizet's Carmen Habanera, Hamburg 1962

Αυτό ήταν το είδος της ατάκας που εδραίωσε τη φήμη της ως «ντίβας». Η Κάλλας ήταν διάσημη για τις πρόβες που έκανε περισσότερο και πιο εντατικά από οποιονδήποτε άλλον, προς μεγάλη ενόχληση των άλλων τραγουδιστών, οι οποίοι δυσανασχετούσαν με τις απαιτήσεις που τους έθετε. «Είμαι όσο δύσκολη χρειάζεται ώστε να πετύχω την τελειότητα», ήταν η απάντησή της. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν άνδρα καλλιτέχνη του διαμετρήματός της να πρέπει να δικαιολογήσει την προσπάθειά του για το καλύτερο.

Το χειρότερο πράγμα που συνέβη στην Κάλλας δεν ήταν το τέλος της σχέσης της με τον Ωνάση, αλλά η απώλεια της φωνής της. Αυτό ήταν αναπόφευκτο, φυσικά: οι τραγουδιστές της όπερας είναι, κατά κάποιον τρόπο, αθλητές της μουσικής και μπορούν να συνεχίσουν μόνο μέχρι να τους προδώσει το σώμα τους. Αλλά η Κάλλας άρχισε να παρατηρεί τις αλλαγές στη φωνή της αρκετά χρόνια πριν κλείσει τα σαράντα, ενώ λογικά είχε μπροστά της τουλάχιστον άλλη μια δεκαετία υψηλής ερμηνείας. Η πρόωρη απώλεια της φωνής της έχει αποδοθεί από ορισμένους κριτικούς στο βάρος που έχασε το 1954, όταν προετοιμαζόταν για την καθοριστική για την καριέρα της ερμηνεία της ως Βιολέτα στην Τραβιάτα, σε σκηνοθεσία του Λουκίνο Βισκόντι. Αλλά αυτή η απώλεια βάρους δεν ήταν αποτέλεσμα αυτοκαταστροφικών ορμών –  η Κάλλας το έχασε επειδή ήθελε να είναι πειστική στη σκηνή ως γυναίκα που αργοπεθαίνει. Και δεδομένου του πόσο προσεκτικά προστάτευε τη φωνή της από τον καπνό, τον κλιματισμό ή οποιουσδήποτε άλλους στρεσογόνους παράγοντες, είναι αδιανόητο να το είχε κάνει αν πίστευε ότι θα έβλαπτε το μεγαλύτερο χάρισμά της.

Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση Facebook Twitter
Η Μαρία Κάλλας στην τελευταία εμφάνισή της στο Τόκιο το 1974.

Σήμερα, οι τραγουδιστές της όπερας φροντίζουν να προστατεύουν τη φωνή τους περιορίζοντας τις εμφανίσεις τους, ειδικά στα πρώτα χρόνια – αλλά επειδή η Κάλλας ήταν τόσο ταλαντούχα, μπορούσε και τραγουδούσε τα πάντα. Ήταν πολύ νέα όταν τραγούδησε τον Βάγκνερ και τον Μπελίνι την ίδια εβδομάδα στη Βενετία, κάτι που είναι το μουσικό ισοδύναμο του να τρέχεις μαραθώνιο και 100 μέτρα με εμπόδια. Δεν είναι περίεργο που η φωνή της είχε φθαρεί πριν την ώρα της.

Αλλά ακόμη κι αν παραβλέψουμε το ότι έχασε πρόωρα τη φωνή της, η ιδέα ότι η Κάλλας, μια γυναίκα που έδινε μάχες σε όλη της τη ζωή, απλά κατέρρευσε όταν την πρόδωσε ο άντρας που αγαπούσε, είναι παράλογη. Στα χρόνια μετά τον χωρισμό της πρωταγωνίστησε στη «Μήδεια» που σκηνοθέτησε ο Παζολίνι, έκανε μια εξαιρετικά επιτυχημένη παγκόσμια περιοδεία, παρέδωσε masterclasses στο κορυφαίο ωδείο παραστατικών τεχνών της Νέας Υόρκης, τη Σχολή Juilliard, και είχε σχέση με τον τενόρο Τζιουζέπε ντι Στέφανο. Δεν πιστεύω ότι η Κάλλας εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση. Αντίθετα, νομίζω ότι επέτρεψε στον εαυτό της να τον ερωτευτεί επειδή η φωνή της είχε αρχίσει να παραπαίει. Αν της είχε δοθεί η δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα σε άλλη μια δεκαετία στην κορυφή της τέχνης της και στον Ωνάση, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα επέλεγε το τραγούδι.

Με στοιχεία από The Guardian

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ