Μήδεια Κάλλας
Φωτ.: John Franks/Getty Images
Μήδεια Κάλλας
Μήδεια Κάλλας
Η Κάλλας ερμηνευει την Μήδεια στη Σκάλα το Δεκέμβρη του 1953.
Μήδεια Κάλλας
Μηδεία, Μουσική: Luigi Cherubini, Διευθυντής ορχήστρας: Leonard Bernstein, Σκηνοθεσία: Margherita Wallmann, Σκηνικά και κουστούμια: Salvatore Fiume, La Scala Theatre, 10 Δεκεμβρίου 1953.
Μήδεια Κάλλας
O ρόλος της Μήδειας ανήκει στην Κάλλας, είναι δικός της.
Μήδεια Κάλλας
Bισκόντι και Κάλλας
Μήδεια Κάλλας
Προετοιμασία στα καμαρίνια της Σκάλας
Μήδεια Κάλλας
Η Μηδεία σκοτώνει τα παιδιά της. Σκηνή πιθανότατα εμπνευσμένη από τη Μηδεία του Ευριπίδη. Ζωγραφισμένο σε αμφορέα περ. 330-320 π.Χ.. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου
Μήδεια Κάλλας
Η Μαρία Κάλλας με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Φωτ.: ullstein bild/ullstein bild via Getty Images
Μήδεια Κάλλας
Μήδεια Κάλλας
Η Μαρία Κάλλας στην πρώτη Μηδεία στο Τεάτρο Κομουνάλε της Φλωρεντίας, στις 7 Μαΐου 1953
Μήδεια Κάλλας
Με τον Roberto Sciciliani στο Τεάτρο Κομουνάλε της Φλωρεντίας
Μήδεια Κάλλας
Η Κάλλας ερμηνεύει την Μηδεία στη Σκάλα το Δεκέμβρη του 1953.
Μήδεια Κάλλας
Με τον Leonard Bernstein, τη Margherita Wallmann και τον Vasco Naldini στη Σκάλα του Μιλάνου.
Μήδεια Κάλλας
Μήδεια Κάλλας
Λονδίνο, 17 Ιουνίου 1959, Royal Opera House Covent Garden, μετά την «Μήδεια». Ο Γιάννης Τσαρούχης δεύτερος από αριστερά, η Μαρία Κάλλας στο κέντρο και δίπλα, δεξιά, ο Αλέξης Μινωτής (πηγή: John C. Bastias “Maria Callas and Alexis Minotis, part I”)
Μήδεια Κάλλας
Κάλλας, Μινωτής. Η συνάντηση στο Ντάλας.
Μήδεια Κάλλας
Η Κατίνα Παξινού ως Μηδεία στην τραγωδία του Ευριπίδη. Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας, 1956.
Μήδεια Κάλλας
Η Μαρία Κάλλας στο ρόλο της Μήδειας και δίπλα της ο Τζον Βίκερς στο ρόλο του Ιάσονα.
Μήδεια Κάλλας
Judith Anderson. Φωτ.: Library of Congress
Μήδεια Κάλλας
Δεκέμβριος 1961. Σκάλα του Μιλάνου. Ο Αλέξης Μινωτής και ο Γιάννης Τσαρούχης σε αναμνηστική φωτογραφία μπροστά στην αφίσα της Μήδειας. Φωτ.: Ανώνυμου, Θεατρικό Μουσείο
Μήδεια Κάλλας
Αλέξης Μινωτής, Γιάννης Τσαρούχης, Φράνκο Τζεφιρέλι. Στο φόντο το φτερωτό άρμα.
Μήδεια Κάλλας
Κουστούμια του Γιάννη Τσαρούχη για τη γαμήλια πομπή. Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη
Μήδεια Κάλλας
Ένα από τα σχέδια του Γιάννη Τσαρούχη για τα κοστούμια της περίφημης «ελληνικής» «Μήδειας» της Κάλλας σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, που αποτελεί μία από τις σημαντικότερες παραστάσεις στην καριέρα της.
Μήδεια Κάλλας
Γιάννης Τσαρούχης, σπουδή για το σκηνικό της Τρίτης Πράξης. Η Μήδεια-Λιγνή Φλόγα. Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη
Μήδεια Κάλλας
Δευτερη Πραξη, Η στάση Ταναγραίας. Φωτ: Houston Rogers
Μήδεια Κάλλας
Η προετοιμασία της εμφάνισης στο παλάτι του Κρέοντα. Στιγμή διδασκαλίας: Αλέξης Μινωτής, Μαρία Κάλλας. Dallas, 6(?) November 1958, State Fair Music Hall
Μήδεια Κάλλας
Στιγμές ανάπαυλας: Ρεσίνιο, Μινωτής Κάλλας, Τσαρούχης
Μήδεια Κάλλας
Γιάννης Τσαρούχης, μακέτα σκηνικού Τρίτης Πράξης. Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη
Μήδεια Κάλλας
Φωτ.: Erio Piccagliani, Σκάλα του Μιλάνου, 1961–1962
Η Μήδεια της Μαρίας Κάλλας
Η Μαρία Κάλλας στην Επίδαυρο.
Μήδεια Κάλλας
Με τον Αλέξη Μινωτή
Μήδεια Κάλλας
Η Μαρία Κάλλας και ο πιανίστας Eugene Kohn στο Juilliard School της Νέας Υόρκης, Μάρτης 1972. Credit: Beth Bergman
Η Μήδεια της Μαρίας Κάλλας
Μαρία Κάλλας, Σκάλα του Μιλάνου, 1962.
Μήδεια Κάλλας
Η κίνηση της Γλαύκης στη διάρκεια της προσευχής. Σχέδια του Γιάννη Τσαρούχη κατ' υπόδειξη του Αλέξη Μινωτή.
Full Album

Cherubini: Médée (1958)

Λυρικό θέατρο

Η ανυπέρβλητη Μήδεια της Μαρίας Κάλλας

39 trivia για την όπερα του Κερουμπίνι και την κορυφαία Ελληνίδα υψίφωνο, που ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο 31 φορές, ταυτίζοντας μαζί του την λαμπρή της καριέρα.

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗ

 

Η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε σχεδόν φετιχιστικά τον ρόλο της Μήδειας στην όπερα του Κερουμπίνι σε 31 παραστάσεις, δηλαδή 31 φορές από το 1953 έως το 1962. (Φωτό από τον ρόλο)

 

Σε σχέση με τις 89 παραστάσεις της «Νόρμα», τις 63 της «Τραβιάτα», τις 51 της «Τόσκα», τις 46 της «Λουτσία» και τις 33 της «Αΐντα», ο αριθμός των παραστάσεων της «Μήδειας» φαίνεται μικρός.

 

Αλλά απ’ όλους τους κλασικούς ρόλους που ερμήνευσε, αυτός ήταν ο πιο σημαντικός. Όχι μόνο γιατί αναβίωσε αυτή την όπερα του Κερουμπίνι αλλά και γιατί έδωσε ήχο, λόγο και φωνή στο άγχος, στον φόβο και στην αγωνία μιας λυρικής ηρωίδας που έφερνε μέσα της τον κόσμο της ελληνικής τραγωδίας. (Φωτό από τον ρόλο)

 

Για τις συνειδήσεις του 20ού αιώνα αλλά και του 21ου, ο ρόλος της Μήδειας ανήκει στην Κάλλας, είναι δικός της. Συνδέεται με την επανεξέταση των λυρικών έργων, μια μεγάλη επανάσταση που στη δεκαετία του 1950 βγάζει την όπερα από τα σκονισμένα ντουλάπια του 19ου αιώνα και τη φέρνει στη νέα εποχή.

 

Η Κάλλας είναι το όχημα αυτής της μεταρρύθμισης, έχοντας δίπλα της άλλους, μεγάλους καλλιτέχνες και δημιουργούς, όπως ο σκηνοθέτης Λουκίνο Βισκόντι.

 

Η Κάλλας ταυτίστηκε με τον ρόλο της Μήδειας, πράγμα που έδωσε αφορμή για τη δημιουργία πολλών μύθων. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν σχέση με αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε «θεολογία της ντίβας».

 

«Είμαι Κόλκα», συνήθιζε να λέει η Μαρία Κάλλας στους συνεργάτες της, θέλοντας έτσι να τονίσει τη βαρβαρική καταγωγή της Μήδειας από την Κολχίδα.

Αυτή η φράση απέκτησε γρήγορα αλληγορική σημασία. Η Μήδεια άφησε την πατρίδα της για να ακολουθήσει έναν έρωτα, να γνωρίσει την προδοσία και τελικά να εκδικηθεί διαπράττοντας ένα ιερό έγκλημα, να σκοτώσει τα ίδια της τα παιδιά.

 

Η «κόλκα» Μαρία Καλογεροπούλου-Κάλλας είναι κι αυτή ξένη και προδομένη, από την οικογένειά της, ιδιαίτερα τη μητέρα της, τον σύζυγό της Τζιαν Μπατίστα Μενεγκίνι, τον μοναδικό έρωτά της Αριστοτέλη Ωνάση. Βρίσκει τη δύναμη και την εξουσία της μέσα στη μεγάλη γεωγραφία της όπερας, σε μια διαρκή μετακίνηση από ρόλο σε ρόλο.

 

Η Μαρία Κάλλας παίρνει διαρκώς ρίσκα με τη φωνή της, με το παίξιμό της, με το σώμα της. Το στοιχείο του ρίσκου χαρακτηρίζει τον μοντερνισμό της.

 

Η σοπράνο ερμήνευσε τον ρόλο της Μήδειας σε δύο εκδοχές.

Η πρώτη στο Τεάτρο Κομουνάλε της Φλωρεντίας, στις 7 Μαΐου 1953, όπου αναβίωσε τον ρόλο, και η δεύτερη στη Σκάλα του Μιλάνου, λίγους μήνες μετά, ως εναρκτήριο έργο της σεζόν 1953-54. Μέσα στο 1954 την παρουσίασε επίσης στο θέατρο Φενίτσε της Βενετίας και τον Ιανουάριο του 1955 στο Θέατρο της Όπερας στη Ρώμη. Αυτή η πρώτη εκδοχή ήταν πιο μπαρόκ, πιο γοτθική στην όψη, πιο βαρβαρική, πιο αρχαϊκή.

 

Η ερμηνεία της Κάλλας καθήλωσε το κοινό. Δεν ήταν μόνο τραγουδίστρια. Ήταν και ηθοποιός. «Η ικανότητά της να μεταμορφώνεται σε Μήδεια μοιάζει με πράξη υπνωτισμού, ένα είδος μαγείας. Διεισδύσει στα άδυτα της τραγωδίας, ενώ τα σύντομα μελωδικά σπαράγματα αποκαλύπτουν τη νοσταλγία μιας ψυχής, το σβήσιμο μιας αδύναμης ποιητικής πνοής», έγραψαν.

Σε αυτή την πρώτη εκδοχή η Κάλλας είχε πρόβλημα με τα κιλά της. Έλεγε: «Όταν έπαιξα τον ρόλο για πρώτη φορά αισθανόμουν περίπου ανάπηρη. Ήμουν τότε αρκετά εύσωμη και με δυσαρεστούσε πολύ που δεν μπορούσα να έχω αυτήν τη φυσική παρουσία. Προσπάθησα να δημιουργήσω την αυταπάτη ότι την έχω, με σκοτεινές σκιές στον λαιμό και στον αυχένα».

 

Η δεύτερη εκδοχή ήταν πιο κλασική, πιο κοντά στην αρχαία τραγωδία και στον Ευριπίδη. Ήταν η εκδοχή σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, σκηνικά - κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη και κίνηση της Μαρίας Χορς.

 

Η εκδοχή αυτή, με την οποία θυμόμαστε τελικά την Κάλλας-Μήδεια, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 6 Νοεμβρίου 1958 στο Ντάλας του Τέξας, στο αχανές State Fair Music Hall των 4.000 θέσεων.

 

Η Κάλλας είχε μεταμορφωθεί από μια γυναίκα 95 κιλών που ήταν στο τέλος του 1952, σε μια γυναίκα κάτω από 60. Το κυριότερο ήταν όμως ότι είχε κατακτήσει την απόλυτη θεατρική αλήθεια, τόσο ως τραγουδίστρια όσο και ως ηθοποιός/τραγωδός. Για χάρη του θεάτρου η Κάλλας ανέτρεψε όλους τους κοινούς τόπους μιας τραγουδίστριας όπερας.

 

Ακολούθησαν παραστάσεις στη Βασιλική Όπερα του Κόβεντ Γκάρντεν στο Λονδίνο, τον Ιούνιο του 1959, πάλι στο Ντάλας, τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου τον Αύγουστο του 1961 και τέλος στη Σκάλα του Μιλάνου τον Δεκέμβριο του 1961 και τον Μάιο - Ιούνιο του 1962.

 

Αποφασισμένη η Κάλλας να επιστρέψει στον ρόλο της Μήδειας του Κερουμπίνι, αλλά δίνοντάς του κλασικό, τραγικό στυλ, αναζήτησε ως σκηνοθέτη τον Αλέξη Μινωτή. Το όνομα του Μινωτή το συζητούσαν πολύ στην Ευρώπη μετά τις παραστάσεις αρχαίου δράματος με το Εθνικό Θέατρο στην Μπιενάλε της Βενετίας και στο Διεθνές Φεστιβάλ Δραματικής Τέχνης στο Παρίσι.

 

Αρχικά ο Μινωτής αντέδρασε, λέγοντας ότι δεν είναι σκηνοθέτης όπερας. Η Κάλλας του απάντησε ότι δεν ψάχνει σκηνοθέτη όπερας αλλά απλώς σκηνοθέτη. Τελικά αποδέχτηκε την πρόταση μετά την επιμονή της Κατίνας Παξινού.

Η Κατίνα Παξινού είχε παίξει τον ρόλο της Μήδειας στο θέατρο Σαρά Μπερνάρ του Παρισιού τον Μάρτιο του 1958.

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του μαέστρου Νικόλα Ρεσίνιο, που διηύθυνε την ορχήστρα στο Ντάλας, η Κάλλας ζητούσε από τον Μινωτή να της δίνει τις ίδιες οδηγίες που έδινε και στην Παξινού.

 

Άλλο θεατρικό πρότυπο της Κάλλας ήταν σίγουρα η Αμερικανοαυστραλή τραγωδός Τζούντιθ Άντερσον, που είχε ερμηνεύσει τη «Μήδεια» του Ευριπίδη στην Αμερική το 1947, με τεράστια επιτυχία, σε διασκευή του ποιητή Ρόμπινσον Τζέφερς και με τον σερ Τζον Γκίλγκουντ στο ρόλο του Ιάσονα.

 

Μετά την ανακοίνωση της συνεργασίας Κάλλας - Μινωτή, ο Γιάννης Τσαρούχης ζήτησε να αναλάβει το εικαστικό μέρος της παράστασης, όπως και έγινε.

 

Ο Μινωτής επανέφερε τη λειτουργία του μύθου κοντά στο αρχαίο πρότυπο και τροποποίησε το φινάλε με τη μέθοδο του από μηχανής θεού. Ένα άρμα που το σέρνουν φίδια παίρνει τη Μήδεια και χάνεται στους ουρανούς.

 

Τα χρώματα του Τσαρούχη ήταν το λευκό, το γαλάζιο και το κόκκινο. Η Κάλλας του είχε ζητήσει στο κοστούμι της να περιλαμβάνεται μανδύας που με την κίνηση θα τη βοηθούσε να αναδείξει τις δραματικές παραμέτρους του ρόλου.

 

Η Μήδεια-Κάλλας εμφανίζεται στην πρώτη πράξη, στο παλάτι της Κορίνθου, αστόλιστη, φορώντας ένα σκοτεινό κοστούμι με μια στενή κόκκινη ζώνη.

 

Το δεύτερο κοστούμι της είναι ένα ιερατικό φόρεμα, μ’ ένα μακρύ μανδύα στερεωμένο στους ώμους.

Το τρίτο κοστούμι είναι κόκκινο και απλό, σαν ένα πήλινο είδωλο. «Δεν θα έχει τίποτα το γυναικείο. Θα ξεχωρίζει μέσα στο γκριζοκαφέ σκηνικό σαν μια λιγνή φλόγα», έγραφε ο Τσαρούχης.

 

Η κινησιολογία της Μαρίας Χορς για τη «Μήδεια» αλλά και για τον Χορό δανειζόταν αρχαία υποδείγματα από παραστάσεις αγγείων και ειδώλια, ιδιαίτερα τις Ταναγραίες.

 

Η θεατρική ερμηνεία της Κάλλας παρομοιάστηκε παντού με αυτήν μεγάλης τραγωδού, κυρίως μέσα από την εκφραστικότητα των ματιών και του στόματος και μέσα από την κίνηση των χεριών της.

 

Για το πρώτο ανέβασμα στο Ντάλας ράφτηκαν στην Αθήνα 130 κοστούμια. Τα υφάσματα, πολλά από τα οποία υφάνθηκαν στον αργαλειό, ήταν της Ρίτσαρντσον, της Σικελιανού, του Τσαντίλη και του Δερμίτογλου.

 

Κάθε παράσταση της «Μήδειας» δημιουργούσε συναγερμό. Ιδιαίτερα στο Λονδίνο, τον Ιούνιο του 1959, το κοινό αποθέωσε τη Μαρία Κάλλας, φέρνοντάς τη στη σκηνή δώδεκα φορές. Γι’ αυτή την παράσταση, της οποίας τα εισιτήρια είχαν βγει στη μαύρη αγορά, ο Αριστοτέλης Ωνάσης είχε βάλει αγγελία στους «Times», αναζητώντας 33 εισιτήρια.

 

Αλλά και οι παραστάσεις στην Επίδαυρο ήταν ένας θρίαμβος, πολύ περισσότερο που η Κάλλας ερμήνευσε έναν «ελληνικό» ρόλο.

 

Για το φωνητικό μέρος της ερμηνείας της μένουν παντοτινό τεκμήριο οι πειρατικές ηχογραφήσεις από το Ντάλας, το Κόβεντ Γκάρντεν και τη Σκάλα του Μιλάνου. Αξεπέραστη παραμένει η ηχογράφηση σε στούντιο, το 1957, υπό τη διεύθυνση του μαέστρου και στενού συνεργάτη της Κάλλας, Τούλιο Σεραφίν.

 

Κορυφαία, μουσικά και δραματικά, στιγμή της όπερας είναι η άρια της πρώτης πράξης, «Dei tuoi figli». «This aria is a killer» είχε πει η Κάλλας το 1972, διδάσκοντας στη Σχολή Τζούλιαρντ της Νέας Υόρκης.

 

Και πραγματικά, ο ρόλος της Μήδειας ήταν το κύκνειο άσμα της στο Θέατρο της Σκάλας, όπου η Κάλλας εμφανίστηκε στις 29 Μαΐου και στις 3 Ιουνίου του 1962 με αβεβαιότητα στις υψηλές νότες, βιμπράτο και βεβιασμένους τονισμούς.

 

Η παράδοση ήθελε τις ερμηνεύτριες που επιζητούσαν να αναμετρηθούν με τον ρόλο αυτό να καταβάλουν έναν τρομακτικό φωνητικό φόρο.

 

Αλλά ακόμη και σ’ αυτή την τελευταία παράσταση, με την οποία έκλεινε τον κύκλο ενός ρόλου, η Κάλλας είχε αποτινάξει κάθε περιττή σκηνική και φωνητική ρητορεία, άρθρωνε μουσικές φράσεις πάνω σε μια παλέτα κιαροσκούρων, ενώ οι παύσεις μετέδιδαν τον τρόμο της αρχέγονης σιωπής.

Του Νίκου Μπακουνάκη

Σχεδιασμός και υλοποίηση: Παπαστεργίου Άγγελος

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ