«Μισάνθρωπος»: Ο αργός θάνατος του Μολιέρου

Ο θάνατος του Μολιέρου Facebook Twitter
Η παράσταση καμώνεται τη μοντέρνα με εντυπωσιακή επιδερμικότητα. Φωτ.: Πάτροκλος Σκαφίδας
0

Η παραμικρή κίνηση των χεριών την ώρα του δείπνου, ο τρόπος εισόδου και εξόδου από ένα δωμάτιο, η αρμονική τοποθέτηση των σωμάτων την ώρα μιας ευγενικής υπόκλισης, ο σμιλεμένος τόνος της φωνής, το υπολογισμένο μήκος της κάλτσας αλλά και το αδιαπραγμάτευτο ύψος της περούκας, είναι όλα, από την πιο σημαντική ως την πλέον αφανή λεπτομέρεια, αυστηρά προκαθορισμένα. Πώς πρέπει να εκφραστεί ο ερωτευμένος και πώς καλείται να αντιδράσει το αντικείμενο του πόθου του; Πώς οφείλουμε να νεύσουμε απέναντι σε μια φιλοφρόνηση και πώς, αντίστοιχα, σε μια προσβολή;

Κανείς ποτέ δεν επιτρέπεται να μολύνει την κοσμική ατμόσφαιρα της Αυλής με άπρεπα, άστοχα ή αυθόρμητα σχόλια. Όλες και όλοι οι δορυφόροι του βασιλιά οφείλουν να κατέχουν και να εξασκούν την τέχνη του ευχαριστείν («l’art de plaire») που λιπαίνει ακατάπαυστα τη μηχανή των κοινωνικών συνδιαλλαγών.

Σε αυτή την αχανή αίθουσα χορού με τους γιγάντιους καθρέφτες οι επιφανείς καλεσμένοι παρατηρούν εξονυχιστικά ο ένας τον άλλον, έτοιμοι να κατασπαράξουν τους άτσαλους, τους αδέξιους, τους ασεβείς. Κανένας δεν τολμά να δοκιμάσει τα δικά του «βήματα», κανένας δεν διανοείται να ξεφύγει από το αποπνικτικό πλαίσιο της σωστής «ετικέτας»: η παραβίασή της ισοδυναμεί με θάνατο.

Ο Μισάνθρωπος επανέρχεται συστηματικά και αμείλικτα για να μας θυμίσει ότι όσο κι αν ο κόσμος έχει αλλάξει, οι άνθρωποι ακόμη βασανίζονται από την υπερβολική έλλειψη ή την υπερβολική παρουσία της αλήθειας. Κανένας μας δεν είναι ο καθοριστικός, απόλυτος κάτοχός της, όσο κι αν αυτοπροβάλλεται ως τέτοιος. Η αλήθεια παραμένει ένα ανοιχτό, ρευστό πεδίο μάχης.

Κανένας, εκτός φυσικά από τον μολιερικό Μισάνθρωπο. Μονάχα εκείνος επιθυμεί να σπάσει θεαματικά τους καθρέφτες και να ποδοπατήσει τα κομμάτια τους, πετώντας στον αγύριστο την καλοχτενισμένη περούκα του. Γιατί, κοιτάζοντας γύρω του, ο Αλσέστ βλέπει μονάχα παραμορφωμένα είδωλα και υποκρισία. Ασφυκτιά με τα σαχλά αγκαλιάσματα, ανατριχιάζει με τα κούφια κοπλιμέντα, ιδρώνει με τις φιλάρεσκες θωπείες, ανακατεύεται από τις ζαχαρωμένες φωνές, θέλει μανιωδώς να τραβήξει τις μάσκες που έχουν κολλήσει σαν δεύτερο δέρμα πάνω στα πρόσωπα των γνωστών και των φίλων του.

Σε αυτόν τον αγώνα επιδίδεται και ματώνει, αλλά δεν υποχωρεί ακόμη και όταν οδηγείται στη γελοιοποίησή του. Μια δαμόκλειος σπάθη αιωρείται διαρκώς πάνω από το κεφάλι του απειλώντας να του στερήσει την περιουσία του, την εύνοια της Αυλής, τους οικείους του, ακόμη και τη γυναίκα που αγαπά. Εκείνος όμως συνεχίζει απτόητος: σε όλους επιτίθεται, όλους τους ξεμπροστιάζει, με μένος καυτηριάζει τα ελαττώματα και την κενοδοξία τους.

«Θέλω να με ξεχωρίζουν και να μ’ επιλέγουν γι’ αυτό που είμαι», επιμένει, αλλά τα λόγια του δεν βρίσκουν αντίκρισμα· την αποδοχή και την αναγνώριση που κατά βάθος λαχταρά δεν τις εισπράττει ούτε από την κοινωνία ούτε από την αγαπημένη του, τη Σελιμέν.

Αντιθέτως, εισπράττει την ειρωνεία και τον σαρκασμό, δικαιολογημένες αντιδράσεις στις δικές του μετωπικές επιθέσεις, στη δική του μέλαινα χολή με την οποία ανενδοίαστα ποτίζει τους πάντες γύρω του. Η εύκολη εξίσωση «αληθινός» Αλσέστ, από τη μία, και «κάλπικοι» αυλοκόλακες, από την άλλη, μοιάζει να μην ευσταθεί με μια προσεκτική ανάγνωση.

Ο θάνατος του Μολιέρου Facebook Twitter
Φρασεολογία του συρμού, ανιαρή πεζολογία και ποταμοί κοινοτοπιών επιστρατεύονται για να αντικαταστήσουν το πρωτότυπο, διαγράφοντας πανηγυρικά τη λάμψη του, τη χορευτική του διάθεση, τους λεπτεπίλεπτους στροβιλισμούς του, την άτεγκτη μουσικότητά του. Φωτ.: Πάτροκλος Σκαφίδας

Ο Αλσέστ θεωρεί ότι το δικαίωμα του κρίνειν τού ανήκει απολύτως. Ότι μόνον εκείνος αντιλαμβάνεται και εκφράζει την αλήθεια, ξεσκεπάζοντας την υποκρισία. Ότι μόνον εκείνος πράττει με «αγνά» κίνητρα μέσα σε έναν «σάπιο» κόσμο.

Εκθέτοντας την αλαζονεία του με αυτόν τον τρόπο, ο Μολιέρος θέτει υπό αμφισβήτηση τον δονκιχωτικό ρόλο του «κριτή των ηθών», έναν ρόλο με τον οποίον είχε και ο ίδιος, ως κωμωδιογράφος, ταυτιστεί πολλάκις. Ανήσυχος στο πετσί του, ο συγγραφέας φαίνεται να επινοεί σε τούτο το έργο μια άλλη, πιο πολύπλοκη, επώδυνη και αμφιλεγόμενη εκδοχή της κωμωδίας: μια εκδοχή που βασίζεται στη συνεχή «διπλή θέαση» του κόσμου, στη διαλεκτική σχέση του «συνετού» και του «ανόητου», του «ειλικρινούς» και του «κάλπικου», του «σοβαρού» και του «γελοίου», ιδιότητες που παρουσιάζονται εδώ να αναπνέουν δίπλα-δίπλα, στην ίδια ψυχή, στο ίδιο σώμα ενός ήρωα κωμικού και τραγικού συνάμα που πορεύεται ανυποψίαστος μέσα στο σκοτάδι των ψευδαισθήσεών του, ανηλεώς φλεγόμενος από την ένταση του αιτήματός του μόνο και μόνο για να σκοντάφτει διαρκώς στην απόρριψη και την κατακραυγή.

Γιατί δεν είναι μόνον ο Αλσέστ που εκφράζει ανοιχτά την ωμή γνώμη του για τα πράγματα, το ίδιο πράττει και η Σελιμέν, πληρώνοντας βαρύ τίμημα για την «απρέπειά» της. Τι πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε αν αξιώνουμε να εκφέρουμε ανεμπόδιστοι την άποψή μας και ταυτόχρονα να εξασφαλίζουμε μια ανυπόκριτη συλλογική συμπόρευση στο κοινωνικό πεδίο; Πώς πρέπει να λέμε την αλήθεια στους άλλους; Πότε και με ποιον τρόπο;

Ο Μισάνθρωπος επανέρχεται συστηματικά και αμείλικτα για να μας θυμίσει ότι όσο κι αν ο κόσμος έχει αλλάξει, οι άνθρωποι ακόμη βασανίζονται από την υπερβολική έλλειψη ή την υπερβολική παρουσία της αλήθειας. Κανένας μας δεν είναι ο καθοριστικός, απόλυτος κάτοχός της, όσο κι αν αυτοπροβάλλεται ως τέτοιος. Η αλήθεια παραμένει ένα ανοιχτό, ρευστό πεδίο μάχης.

Επιθυμώντας να αναδείξει τις αναλογίες εκείνου του κόσμου με τον δικό μας, ο Γιάννης Κακλέας αποφάσισε να προβεί στη λήψη δραστικών μέτρων. Πώς να μιλήσεις τη γλώσσα του Μολιέρου στη σύγχρονη εποχή, φαίνεται να αναρωτήθηκε. Έπιασε λοιπόν τον μπαλτά κι άρχισε να κόβει αλόγιστα στα μέτρα του. Δεν είναι απλώς ότι μετέτρεψε τον έμμετρο λόγο σε πεζό, θεωρώντας προφανώς ότι έτσι τον φέρνει πιο κοντά στον μέσο θεατή. Είναι ότι καταργώντας τη γλώσσα του Μολιέρου με τόσο βάναυσο τρόπο, κατήργησε ολόκληρο το σύμπαν των ηρώων του.

Γιατί το σύμπαν τους είναι η γλώσσα τους. Αυτή η γλώσσα που ενσαρκώνεται έμμετρα, μέσα από μια συστηματική ομοιοκαταληξία, αντικατοπτρίζει απαράμιλλα το αλύγιστο πλέγμα κανόνων που ορίζει τις ζωές τους. Όλα πρέπει να κάνουν ρίμα, εφόσον η ρίμα –η επιταγή του «ταιριάζειν» απαρεγκλίτως– στηρίζει πρόσχαρα το κοινωνικό οικοδόμημα και εμποδίζει την κατάρρευσή του.

Οι ήρωες είναι αιχμάλωτοι της γλώσσας με τον ίδιο τρόπο που είναι αιχμάλωτοι της «ετικέτας». Επιπλέον, κι αυτό δεν είναι καθόλου αμελητέο, η αντιπαραβολή του δομημένου, μετρημένου, αυστηρού στίχου με το ευτράπελο των νοημάτων και των καταστάσεων συνθέτει εν πολλοίς το υψηλό κωμικό πνεύμα του έργου.

Ο θάνατος του Μολιέρου Facebook Twitter
Ο Μισάνθρωπος του Κακλέα κάνει πολύ ντόρο, πράγματι: αυτός, όμως, δεν είναι παρά ο θόρυβος που γεννάται από την εκκωφαντική πτώση του Μολιέρου στον βυθό των ανούσιων πραγμάτων. Φωτ.: Πάτροκλος Σκαφίδας

Μια «πεζή» απόδοση, συνεπώς, θα μπορούσε να λειτουργήσει στον βαθμό που θα αναλάμβανε να διατηρήσει την αίσθηση αυτών των εύθραυστων ισορροπιών, στον βαθμό που θα επινοούσε μια νέα φόρμα, διαποτισμένη με το απαστράπτον πνεύμα ενός λόγου χαρίεντος και καλογυαλισμένου, ενός λόγου με εσώτερο ρυθμό και συνέπεια, ικανά να μεταδώσουν εκ νέου, σε σύγχρονη μορφή, τις περιφραγμένες –από πάσης φύσεως επιταγές και σχήματα– ζωές μας.

Αντ’ αυτού, εδώ έχουμε τη μαϊμού. «Έλα μαϊμού, πες αστειάκια στην παρέα!»: φρασεολογία του συρμού, ανιαρή πεζολογία και ποταμοί κοινοτοπιών επιστρατεύονται για να αντικαταστήσουν το πρωτότυπο, διαγράφοντας πανηγυρικά τη λάμψη του, τη χορευτική του διάθεση, τους λεπτεπίλεπτους στροβιλισμούς του, την άτεγκτη μουσικότητά του.

Να μιλάμε γι’ αυτούς «που δεν τους ξέρει η μάνα τους», για «ξεφτιλοπούτανα» και για «αραχνομούνες», να πάσχουμε από «ξερολίαση επί παντός επιστητού», να δηλώνουμε πως «ο έρωτας είναι και λίγο δευτεράντζα», να σετάρουμε την «γκουμούτσα» με την «πούτσα», να αναστενάζουμε ειρωνικά «αλίμονο, κούκλα μου» και «σώπα, καλέ» – η λίστα της λαϊκότροπης «ανετίλας» δεν σταματά λεπτό να αντλεί από τη δεξαμενή της πιο ξενέρωτης, εύπεπτης, εύθρυπτης καθομιλουμένης για να μας σερβιριστεί ως κοκτέιλ γελαστικής σκόνης που στεγνώνει αντί να υγραίνει το στόμα.

Στήνοντας, δήθεν, ενώπιόν μας ένα τρέντι πάρτι «εποχής Λουδοβίκου» –με τραγούδια των Ντέιβιντ Μπάουι, Κλάους Νόμι, Dead Kennedys και Jay-Z στη διαπασών–, η παράσταση καμώνεται τη μοντέρνα με εντυπωσιακή επιδερμικότητα. Γιατί, στην πραγματικότητα, αναπαράγει τα πλέον ξεπερασμένα(;), στερεότυπα, παρουσιάζοντας τις γυναίκες είτε ως κατίνες που «ξεμαλλιάζονται» σε παρωχημένη κωμωδία του πενήντα, είτε ως καταπιεσμένες λυσσάρες που ορμούν στους άντρες, είτε ως υστερικές κουτσομπόλες που σχολιάζουν τι φοράνε οι φιλενάδες τους και πόσο μικρο είναι το πέος του «αρχηγού της δηθενιάς» με το μεγάλο αμάξι.

Αγκαλίτσες, φιλάκια, χάι-χούι, χάχανα, χορευτικά με παλάμες, λίγα «λεσβιακά» χάδια, ένας ημίγυμνος νεαρός με κρινολίνο (λίγο queer πάντα χαρίζει) και μια ναζιάρα κομπέρ (Φωτεινή Αθερίδου) που εμφανίζεται κάθε τόσο να μας κάνει κήρυγμα ή να μας εξηγήσει ότι «ερωτευόμαστε αυτόν που με το βλέμμα είπε / εμένα που με βλέπετε ούτε να μου το δείτε».

Ο θάνατος του Μολιέρου Facebook Twitter
Μονάχα ο Αλσέστ του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου υφίσταται ως ήρωας με σάρκα και οστά, που σε προκαλεί να τον παρακολουθήσεις.

Ο raisonneur Φιλέντ (Κυριάκος Σαλής) δεν έχει κανένα εκτόπισμα ως αντίπαλον δέος του Αλσέστ. Η Αρσινόη (Αθηνά Μουστάκα) γίνεται μια νευρόσπαστη καρικατούρα της «στερημένης» σεμνότυφης. Η Σελιμέν (Ευγενία Σαμαρά) δηλώνει «ροκ» και ασυμβίβαστη, αλλά δεν κρύβει τίποτε ανατρεπτικό στη χάρτινη ερμηνεία της.

Μονάχα ο Αλσέστ του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου υφίσταται ως ήρωας με σάρκα και οστά, που σε προκαλεί να τον παρακολουθήσεις. Ο Μισάνθρωπός του είναι ένας ευφυής είρων, ένας καλοπροαίρετος «γκρινιάρης» που τα λέει «χύμα», ένας συμπαθής ερωτοχτυπημένος που πασχίζει να βγάλει άκρη, αλλά μέχρι εκεί: η διττή όψη του χαρακτήρα και η τραγική απομόνωση που αυτή προκαλεί μένουν ανεξερεύνητες – σχεδόν αναγκαστικά, θα έλεγε κανείς, μέσα σε ένα τέτοιο, ευτελές πλαίσιο.

«Έχεις τα δίκια σου κι εσύ,/ υπάρχει υποκρισία,/ έχει όμως άραγε αυτό και τόση σημασία;» αναρωτιέται εκ νέου η τσαχπίνα κομπέρ στο τέλος της παράστασης. «Όχι!» απαντάει μόνη της. «Αν δεν κοιτάξουμε στο φως, αν δεν αγαπηθούμε,/ αν δεν κατανοήσουμε, αν δε συγχωρεθούμε,/ αν αφεθούμε έρμαια στα πάθη και στα μίση,/ όχι, συγγνώμη, θα το πω: την έχουμε γαμήσει!».

Αφελής διδακτισμός; Ισοπεδωτική απλοϊκότητα; Όλα αυτά μαζί και τίποτα συγχρόνως. Ο Μισάνθρωπος του Κακλέα κάνει πολύ ντόρο, πράγματι: αυτός, όμως, δεν είναι παρά ο θόρυβος που γεννάται από την εκκωφαντική πτώση του Μολιέρου στον βυθό των ανούσιων πραγμάτων.

Δείτε εδώ πληροφορίες για την παράσταση «Ο μισάνθρωπος»

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΥΤΕΡΑ 12/12- «Τα φώτα της πόλης»: Είναι δυνατό να μεταφερθεί μια βωβή ταινία στο θέατρο;

The Review / «Τα φώτα της πόλης»: Πώς μεταφέρεται μια βωβή ταινία του '30 στο θέατρο;

Ο Χρήστος Παρίδης συζητάει με τη δημοσιογράφο Βένα Γεωργακοπούλου σχετικά με την παράσταση «Τα φώτα της πόλης» που ανεβαίνει από το Εθνικό Θέατρο στη Σκηνή Μαρίκα Κοτοπούλη στο θέατρο Ρεξ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν: από το «La Distance» του Ροντρίγκες έως τη μεγάλη επιτυχία του Μπανούσι

Θέατρο / Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν

Οι θερμές κριτικές της «Liberation» και της «Le Monde» για το «ΜΑΜΙ» του Μπανούσι σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση είναι απλώς μια λεπτομέρεια μέσα στις απανωτές εκπλήξεις που έκρυβε το πιο γνωστό θεατρικό φεστιβάλ στον κόσμο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κωνσταντίνος Ζωγράφος: Ο «Ορέστης» του Τερζόπουλου

Θέατρο / Κωνσταντίνος Ζωγράφος: «Ο Τερζόπουλος σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό»

Ο νεαρός ηθοποιός που πέρυσι ενσάρκωσε τον Πυλάδη επιστρέφει φέτος ως Ορέστης. Με μια ήδη πλούσια διαδρομή στο θέατρο δίπλα σε σημαντικούς δημιουργούς, ετοιμάζει ένα νέο έργο εμπνευσμένο από το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

The Review / «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

Με αφορμή την παράσταση γι’ αυτόν τον αυθεντικό δημιουργό που τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 μεσουρανούσε, ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου σχολιάζουν τον αντίκτυπό του στο κοινό σήμερα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, πτώση και η αποθέωση

Αρχαίο Δράμα Explained / «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, η πτώση και η αποθέωση

Τι μας μαθαίνει η ιστορία του Οιδίποδα, ενός ανθρώπου που έχει τα πάντα και τα χάνει εν ριπή οφθαλμού; Η κριτικός θεάτρου Λουίζα Αρκουμανέα επιχειρεί μια θεωρητική ανάλυση του έργου του Σοφοκλή.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Αλίκη Βουγιουκλάκη: Στη ζωή έσπαγε τα ταμπού, στο θέατρο τα ταμεία

Θέατρο / Αλίκη Βουγιουκλάκη: Πώς έσπαγε τα ταμεία στο θέατρο επί 35 χρόνια

Για δεκαετίες έχτισε, με το αλάνθαστο επιχειρηματικό της ένστικτο, μια σχέση με το θεατρικό κοινό που ακολουθούσε υπνωτισμένο τον μύθο της εθνικής σταρ. Η πορεία της ως θιασάρχισσας μέσα από παραστάσεις-σταθμούς και τις μαρτυρίες συνεργατών της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Θέατρο / Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Στον πολυαναμενόμενο «Οιδίποδα» του Γιάννη Χουβαρδά, ο Νίκος Καραθάνος επιστρέφει, 23 χρόνια μετά, στον ομώνυμο ρόλο, ακολουθώντας την ιστορία από το τέλος προς την αρχή και φωτίζοντας το ανθρώπινο βάθος μιας τραγωδίας πιο οικείας απ’ όσο νομίζουμε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι

Θέατρο / Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε την «Ορέστεια»

Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου συζητήθηκε όσο λίγες παραστάσεις: ενθουσίασε, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και ανέδειξε ερμηνείες υψηλής έντασης και ακρίβειας. Ξεχώρισε εκείνη της Έβελυν Ασουάντ, η οποία, ως Κασσάνδρα, ερμήνευσε ένα αραβικό μοιρολόι που έκανε πολλούς να αναζητήσουν το όνομά της. Το φετινό καλοκαίρι, η παράσταση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στους Δελφούς και στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων.
M. HULOT
Η Λίνα Νικολακοπούλου υπογράφει και σκηνοθετεί τη μουσικοθεατρική παράσταση «Χορικά Ύδατα»

Θέατρο / «Χορικά Ύδατα»: Ο έμμετρος κόσμος της Λίνας Νικολακοπούλου επιστρέφει στη σκηνή

Τραγούδια που αποσπάστηκαν από το θεατρικό τους περιβάλλον επιστρέφουν στην πηγή τους, σε μια σκηνική τελετουργία γεμάτη εκπλήξεις που φωτίζει την τεράστια καλλιτεχνική παρακαταθήκη της στιχουργού.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

The Review / «Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

Γιατί εξακολουθεί να κερδίζει το σύγχρονο κοινό η διάσημη κωμωδία του Άγγλου βάρδου κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητούν με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί η Εύα Βλασσοπούλου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Darkest White»: Ένα σύμπαν που εξερευνά την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναίκας 

Θέατρο / «Darkest White»: Ο εμφύλιος από την πλευρά των χαμένων

Το έργο της Δαφίν Αντωνιάδου που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, εξερευνά μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσια ένα τραπέζι με φίλους

Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας / Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσία ένα τραπέζι με φίλους

Ο σπουδαίος λιβανέζος χορευτής και χορογράφος Omar Rajeh, επιστρέφει με την «Beytna», μια ιδιαίτερη περφόρμανς με κοινωνικό όσο και γαστριμαργικό αποτύπωμα, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του φετινού 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύφη και το «Καληνύχτα, Σταχτοπούτα»

Θέατρο / Η Καρολίνα Μπιάνκι παίρνει το ναρκωτικό του βιασμού επί σκηνής. Τι γίνεται μετά;

Μια παράσταση-περφόρμανς που μέσα από έναν εξαιρετικά πυκνό και γοητευτικό λόγο, ένα κολάζ από εικόνες, αναφορές, εξομολογήσεις, όνειρα και εφιάλτες μάς κάνει κοινωνούς μιας ακραίας εμπειρίας, χωρίς να σοκάρει.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Ούρλιχ Ράσε και το παρασκήνιο της ιστορίας της Ισμήνης

Θέατρο / Η σκηνή του Ούρλιχ Ράσε στριφογύριζε - και πέταξε έξω την Ισμήνη

Στην παράσταση που άνοιξε την Επίδαυρο, ο Γερμανός σκηνοθέτης επέλεξε να ανεβάσει μια Αντιγόνη χωρίς Ισμήνη. Η απομάκρυνση της Κίττυς Παϊταζόγλου φωτίζει τις λεπτές –και άνισες– ισορροπίες εξουσίας στον χώρο του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μέσα στη γοητεία και στον τρόμο του Δράκουλα

Πρώτες Εικόνες / Dracula: Η υπερπαραγωγή που έρχεται το φθινόπωρο στην Αθήνα

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μιλά αποκλειστικά στη LiFO για την πιο αναμενόμενη παράσταση της επερχόμενης σεζόν, για τη διαχρονική γοητεία του μύθου που φαντάστηκε ο Μπραμ Στόκερ στα τέλη του 19ου αιώνα, για το απόλυτο και το αιώνιο μιας ιστορίας που, όπως λέει, τον «διαλύει».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ