Στο Silverdale Primary Academy στο St Leonards, στη νοτιοανατολική Αγγλία, το σχολείο καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να υπενθυμίζει στους μαθητές τη χαρά των βιβλίων.
Τα παιδιά ακούνε καθημερινά αναγνώσεις, δέχονται επισκέψεις συγγραφέων και ενθαρρύνονται να διαλέγουν βιβλία για τον ελεύθερο χρόνο τους, ενώ στους τοίχους του σχολείου, αφίσες λειτουργούν ως «αναλογικοί αλγόριθμοι» προτρέποντας τους μαθητές να στραφούν στα βιβλία.
Σε μια μικρή ομάδα 10χρονων και 11χρονων, η Λέισι δηλώνει: «Το διάβασμα με κάνει να θέλω να γράψω ένα βιβλίο και να δημιουργήσω τη δική μου ιστορία στο μυαλό μου». Ένα αγόρι, ωστόσο, παραμένει αδιάφορο: «Αν είχα επιλογή, πάντα θα διάλεγα το ποδόσφαιρο αντί για το διάβασμα. Απλώς δεν το απολαμβάνω», λέει.
Η απροθυμία του δεν πτοεί τη Νίκι Ντάκετ, υπεύθυνη για το πρόγραμμα ανάγνωσης, που στοχεύει να συνδυάσει τη «δεξιότητα» με τη «θέληση» για διάβασμα. Όπως παρατηρεί, η εξάπλωση των βιντεοπαιχνιδιών και των smartphones, το φορτωμένο σχολικό πρόγραμμα και οι εξωσχολικές δραστηριότητες δημιουργούν «περισσότερες απαιτήσεις στον χρόνο των παιδιών». Η πανδημία και το κλείσιμο σχολείων και βιβλιοθηκών «είχαν επίσης αντίκτυπο», ειδικά σε παιδιά χωρίς πρόσβαση σε βιβλία στο σπίτι.
Διάβασμα: Η πτώση της φιλαναγνωσίας αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο
Η κατάσταση έχει φτάσει σε σημείο κρίσης. Έρευνα του National Literacy Trust (NLT) στη Βρετανία δείχνει ότι η απόλαυση του διαβάσματος στα παιδιά βρίσκεται «στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων 20 ετών». Μόνο το 32,7% των παιδιών 8-18 ετών δηλώνει ότι αντλεί «πολλή» ή «αρκετή» ευχαρίστηση από το διάβασμα, ποσοστό μειωμένο κατά 18,7 μονάδες σε σχέση με πριν από δύο δεκαετίες. Το φαινόμενο παρατηρείται και στις ΗΠΑ, όπου μόλις το 14% των παιδιών διαβάζει για ευχαρίστηση σχεδόν καθημερινά.
«Η παγκόσμια πτώση στη στάση των νέων απέναντι στο διάβασμα και στη συχνότητα ανάγνωσης αποτελεί σοβαρό λόγο ανησυχίας», σημειώνουν ερευνητές. «Βρισκόμαστε μπροστά σε έναν διαγενεακό κύκλο αδιαφορίας και αποξένωσης;»
Οι αιτίες είναι πολλές:
- Έλλειψη προτύπων: «Χωρίς ενήλικες που να λειτουργούν ως πρότυπα ανάγνωσης στο σπίτι, το σχολείο και την κοινωνία, τα παιδιά δυσκολεύονται να αναπτύξουν τη συνήθεια του διαβάσματος».
- Άνοδος της τεχνολογίας: Η χρήση συσκευών και η εκπαίδευση με έμφαση στα τεστ απομακρύνουν τα παιδιά από τα βιβλία.
- Κοινωνικές πιέσεις εφήβων: «Η μοναχικότητα μειώνεται στην εφηβεία, όπου το ανήκειν σε ομάδα είναι το πιο σημαντικό. Το διάβασμα χάνει έδαφος», εξηγεί ο Jonathan Douglas, διευθύνων σύμβουλος του NLT.
- Σχολική πίεση και ανισότητες: Οι εκπαιδευτικοί είναι υπερφορτωμένοι, ενώ η έλλειψη βιβλιοθηκών σε φτωχότερες περιοχές επιδεινώνει το πρόβλημα.
- Στερεότυπα φύλου: Το διάβασμα θεωρείται «θηλυκοποιημένη δραστηριότητα». Μόνο το 25,7% των αγοριών διαβάζει για ευχαρίστηση, έναντι 39,1% των κοριτσιών.
Σύμφωνα με συγγραφείς, υπάρχει έλλειψη ελκυστικού υλικού για αγόρια: «Υπάρχει ένα τεράστιο κενό όταν τα αγόρια φτάνουν τα 11-12. Τα κορίτσια είναι πιο ώριμα συναισθηματικά, ενώ τα αγόρια δεν θέλουν ούτε "παιδικά" βιβλία ούτε βιβλία με έντονη συναισθηματική εσωστρέφεια».
Διάβασμα: Η τεχνολογία ως διπλή πρόκληση
Η τεχνολογία θεωρείται ο μεγαλύτερος φραγμός: «Το κείμενο είναι λιγότερο σημαντικό για τους νέους από το βίντεο και τον ήχο», λέει ο Douglas McCabe. «Όλοι είναι σε εφαρμογές που δεν επιτρέπεται λόγω ηλικίας, έχουν WhatsApp, συμμετέχουν σε τεράστια group chats και προτιμούν το X-Box από το διάβασμα», προσθέτει η Tugwell.
Ωστόσο, η τεχνολογία δεν είναι μόνο αρνητική. Η καθηγήτρια Natalia Kucirkova επισημαίνει ότι «η σχέση των τεχνολογιών αυτών με το διάβασμα είναι πολύ πιο σύνθετη». Οι οθόνες, αν σχεδιαστούν σωστά, μπορούν να ενισχύσουν τη φιλαναγνωσία, ειδικά για παιδιά με ειδικές ανάγκες, προσφέροντας διαδραστικές δυνατότητες, φωνητική υποστήριξη και άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες.
Τα audiobooks και τα ψηφιακά αναγνώσματα μπορεί να αποτελέσουν γέφυρα για τα παιδιά που διστάζουν να διαβάσουν παραδοσιακά βιβλία. Ταυτόχρονα, τα social media δημιουργούν κοινότητες βιβλιόφιλων, όπου οι νέοι ανταλλάσσουν προτάσεις και εμπειρίες.
Η μείωση της φιλαναγνωσίας έχει ευρύτερες συνέπειες:
- Εργασιακή προοπτική και δημοκρατική συμμετοχή: Η ανάγνωση ενισχύει τη σκέψη, την κριτική ικανότητα και την προσαρμοστικότητα στην ψηφιακή εποχή.
- Ανάπτυξη παιδιών: Έρευνες δείχνουν ότι το διάβασμα συνδέεται με τη γνωστική ανάπτυξη, την ψυχική υγεία και τη δομή του εγκεφάλου.
- Οικονομία: Βελτίωση της αναγνωστικής ικανότητας θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ της Βρετανίας κατά 4,6 δισ. λίρες ετησίως.
Η υπουργός Παιδείας, Bridget Phillipson, προειδοποιεί: «Η πτώση της φιλαναγνωσίας στους νέους ηχεί καμπανάκι κινδύνου. Το διάβασμα κρατά τα κλειδιά για τόσα πολλά στην εκπαίδευση των παιδιών».
Το Υπουργείο Παιδείας επανεξετάζει το πρόγραμμα σπουδών και έχει δεσμεύσει σχεδόν 30 εκατ. λίρες για την ενίσχυση της ανάγνωσης και της γραφής, αλλά αναγνωρίζει ότι «απομένουν πολλά να γίνουν».
Διάβασμα: Τι μπορεί να γίνει;
Όλοι οι ειδικοί τονίζουν τη σημασία της αυτονομίας και της επιλογής, αλλά και της στήριξης από γονείς και δασκάλους. Πρωτοβουλίες όπως το πρόγραμμα LitUp στο Hastings, που προσφέρει εκπαίδευση σε εκπαιδευτικούς και γονείς, δωρεάν βιβλία και επισκέψεις συγγραφέων, δείχνουν ότι η αλλαγή είναι δυνατή: πάνω από τα δύο τρίτα των γονέων ανέφεραν ότι το παιδί τους συζητά για το διάβασμα στο σπίτι.
Η Jasmine, μαθήτρια του Silverdale, που δυσκολευόταν να βρει βιβλίο που να της αρέσει, πλέον λατρεύει να «χάνεται» στις σελίδες. «Αν έχεις περάσει μια αγχωτική μέρα, το διάβασμα σε ηρεμεί. Σε στέλνει σε έναν άλλο κόσμο».
Με πληροφορίες από Financial Times