Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε σήμερα πως έδωσε εντολή να ξεκινήσουν δοκιμές πυρηνικών όπλων.
Πριν από τη συνάντησή του με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ στο περιθώριο της συνόδου της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC) στην πόλη Γκιονγκτζού της Νότιας Κορέας, ο Τραμπ αιτιολόγησε την απόφασή του, υποστηρίζοντας πως «δεν είχε άλλη επιλογή» αφού διαπίστωσε πως άλλες δυνάμεις προχώρησαν το τελευταίο διάστημα σε δοκιμές όπλων ικανών να φέρουν πυρηνικές κεφαλές.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν περισσότερα πυρηνικά όπλα από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Αυτό επιτεύχθηκε, παράλληλα με τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων οπλικών συστημάτων, κατά τη διάρκεια της πρώτης μου θητείας (στον Λευκό Οίκο)», αναφέρει ο πρόεδρος Τραμπ σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, συμπληρώνοντας πως επί του παρόντος η Ρωσία διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο και η Κίνα το τρίτο, αλλά ενδέχεται να το αυξήσουν σε ανάλογα επίπεδα την επόμενη πενταετία.
«Λόγω της τρομερής, καταστροφικής ισχύος τους, ΑΠΕΧΘΑΝΟΜΟΥΝ να το κάνω αλλά δεν είχα άλλη επιλογή!», υπογραμμίζει.
«Εξαιτίας των δοκιμών από άλλες χώρες, έδωσα εντολή στο υπουργείο Πολέμου (σ.σ. όπως έχει μετονομαστεί το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ) να αρχίσει δοκιμές των πυρηνικών μας όπλων επί ίσοις όροις. Αυτή η διαδικασία θα ξεκινήσει αμέσως», τόνισε ο Ντόναλντ Τραμπ.
Οι δηλώσεις του Τραμπ για τις πυρηνικές δοκιμές ανατρέπουν δεκαετίες αμερικανικής πολιτικής
Η τελευταία τοποθέτηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με το ενδεχόμενο επανεκκίνησης των πυρηνικών δοκιμών στις ΗΠΑ έχει ταράξει τα νερά της παγκόσμιας ασφάλειας και της ισορροπίας ισχύος στον κόσμο. Παρότι το πυρηνικό δόγμα είχε μείνει σε δεύτερη μοίρα εδώ και δεκαετίες, οι πρόσφατες εξελίξεις με απειλές από τη Ρωσία, επιθετικές κινήσεις της Κίνας και δοκιμές της Βόρειας Κορέας αναζωπύρωσαν τις συζητήσεις. Ο ίδιος ο Τραμπ, λίγο πριν από τη συνάντησή του με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, δήλωσε στη δική του πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social πως έχει ζητήσει να ξεκινήσουν άμεσα οι δοκιμές πυρηνικών όπλων, προκειμένου οι ΗΠΑ να "ισοφαρίσουν" την αυξανόμενη δραστηριότητα άλλων μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων.
Η ανακοίνωση αυτή προκάλεσε κύμα ερωτημάτων όσον αφορά τη διαχείριση των πυρηνικών οπλοστασίων, αλλά και το κατά πόσο η εκτελεστική εξουσία έχει πραγματικά τη δυνατότητα να πάρει ανάλογες αποφάσεις. Εδώ και δεκαετίες το Υπουργείο Ενέργειας και ο Εθνικός Οργανισμός Πυρηνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ είναι οι μόνοι αρμόδιοι για τη συντήρηση και δοκιμή ατομικών όπλων, όχι το Υπουργείο Άμυνας, κάτι που φαίνεται να αγνοείται από πολλούς πολιτικούς διαλόγους.
Με βάση τα επίσημα στοιχεία, σήμερα οι ΗΠΑ διαθέτουν περίπου 5.225 πυρηνικές κεφαλές, λιγότερες από τις 5.580 της Ρωσίας, με τις δύο χώρες να κατέχουν σχεδόν το 90% του συνολικού πυρηνικού οπλοστασίου παγκοσμίως. Η όποια αλλαγή στρατηγικής στις ΗΠΑ θα μπορούσε να προκαλέσει ντόμινο αντιδράσεων διεθνώς.
ΗΠΑ και πυρηνικές δοκιμές: Μια σύντομη ιστορική αναδρομή
Από την πρώτη δοκιμή «Trinity» το 1945 μέχρι το 1992 οι ΗΠΑ πραγματοποίησαν 1.030 πυρηνικές δοκιμές. Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και την υπογραφή της Συνθήκης Ολικής Απαγόρευσης των Πυρηνικών Δοκιμών το 1996, οι Αμερικανικές δοκιμές σταμάτησαν, αν και άλλες χώρες όπως η Ινδία, το Πακιστάν και η Β. Κορέα συνέχισαν. Αντί για πραγματικές εκρήξεις, οι Αμερικανοί κατόρθωσαν να αξιοποιήσουν τα δεδομένα προηγούμενων δοκιμών και την τεχνολογία προσομοίωσης ώστε να διατηρήσουν επιχειρησιακά τα όπλα τους χωρίς να παραβιάζουν τις διεθνείς συνθήκες.
Σήμερα το λεγόμενο «πυρηνικό τρίπτυχο» των ΗΠΑ — δηλαδή σιλό στην ξηρά, πυρηνικοί πύραυλοι σε υποβρύχια και αεροπορικά μέσα — παρέχει ισχυρή αποτρεπτική δύναμη. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια έχει εγκριθεί από όλους τους Προέδρους πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του οπλοστασίου, με προϋπολογισμό σχεδόν ένα τρισεκατομμύριο δολάρια.
Οι επιπτώσεις μιας πιθανής επανέναρξης των πυρηνικών δοκιμών
Η υπόθεση του ενδεχόμενου νέου κύκλου πυρηνικών δοκιμών έχει φέρει στο προσκήνιο πλήθος επιστημονικών και πολιτικών ανησυχιών. Οι ειδικοί στον τομέα της μη διάδοσης (non-proliferation) υποστηρίζουν ότι μια νέα δοκιμή από τις ΗΠΑ θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα για ανάλογες κινήσεις από Ρωσία, Κίνα και άλλες πυρηνικές δυνάμεις, ανοίγοντας ενδεχομένως έναν «νέο ψυχρό πόλεμο». Οι επιπτώσεις στη διεθνή ασφάλεια και τη σταθερότητα θα ήταν απρόβλεπτες, ενώ θα υπονομεύονταν δεκαετίες προσπαθειών για περιορισμό των εξοπλισμών.
Επιπλέον, σήμερα απαιτείται τεράστια προετοιμασία και αναβάθμιση των υποδομών στα παλιά πεδία δοκιμών στη Νεβάδα, καθώς έχουν περάσει πάνω από 30 χρόνια από την τελευταία πραγματική πυρηνική έκρηξη. Για την οργάνωση μιας μόνο δοκιμής απαιτούνται δύο έως τέσσερα χρόνια σκληρής προετοιμασίας, με τη σχετική οργανωτική και επιστημονική γνώση να έχει περιοριστεί σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Στη σημερινή παγκόσμια συγκυρία, η συζήτηση για τα πυρηνικά και πιθανή επιστροφή των ΗΠΑ σε ενεργές δοκιμές δεν αφορά μόνο την ισχύ, αλλά και τη διεθνή αξιοπιστία των συνθηκών ελέγχου των εξοπλισμών, την ισορροπία τρόμου και το μέλλον της ασφάλειας.
Με πληροφορίες από Reuters, AP