Έπειτα από μαραθώνια συνεδρίαση διάρκειας 13 ωρών, το Κοινοβούλιο της Λετονίας αποφάσισε την απόσυρση της χώρας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, τη διεθνή συνθήκη του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών. Εφόσον η απόφαση επικυρωθεί από τον πρόεδρο Έντγκαρς Ρινκέβιτς, η Λετονία θα γίνει το πρώτο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποσύρεται από τη σύμβαση.
Η απόφαση εγκρίθηκε με 56 ψήφους υπέρ, 32 κατά και δύο αποχές, λιγότερο από έναν χρόνο αφότου το ίδιο κοινοβούλιο είχε εγκρίνει τη συμμετοχή της χώρας στη Σύμβαση, τον Νοέμβριο του 2024. Αν ο πρόεδρος Έντγκαρς Ρινκέβιτς υπογράψει το σχετικό διάταγμα, η Λετονία θα γίνει το πρώτο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποσύρεται από τη βασική ευρωπαϊκή συνθήκη για την προστασία των γυναικών από την κακοποίηση.
Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, που έχει υπογραφεί από 45 χώρες και την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεσπίστηκε για να ενισχύσει την προστασία των γυναικών που υφίστανται ενδοοικογενειακή ή έμφυλη βία. Ωστόσο, συντηρητικά κόμματα και θρησκευτικές οργανώσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες έχουν επιτεθεί στη συνθήκη, υποστηρίζοντας ότι προωθεί την «ιδεολογία του φύλου» και υπονομεύει τις «παραδοσιακές αξίες της οικογένειας».
Στη Λετονία, την πρωτοβουλία για την απόσυρση ανέλαβαν βουλευτές της αντιπολίτευσης, με τη στήριξη της Ένωσης Πρασίνων και Αγροτών, που μετέχει στην τρικομματική κυβέρνηση της πρωθυπουργού Έβικα Σιλίνα. Η Σιλίνα, η οποία είχε εκλεγεί το 2023 με δέσμευση να κυρώσει τη σύμβαση, καταδίκασε την απόφαση, σημειώνοντας ότι «όσοι είχαν το θάρρος να ζητήσουν βοήθεια, βλέπουν τώρα τις εμπειρίες τους να μετατρέπονται σε πολιτικό εργαλείο».
 
 Η πρωθυπουργός Έβικα Σιλίνα, της κεντροδεξιάς παράταξης Unity, εξέφρασε ανοιχτά τη δυσαρέσκειά της για την απόφαση, τονίζοντας ότι η αποχώρηση «πλήττει τα θεμελιώδη δικαιώματα των γυναικών και κοριτσιών στη Λετονία». Σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα Χ, η Σιλίνα έγραψε: «Όσοι είχαν το θάρρος να ζητήσουν βοήθεια βλέπουν τώρα τις εμπειρίες τους να χρησιμοποιούνται ως πολιτικό όπλο. Είναι σκληρό και άδικο».
Η σύμπραξη βουλευτών από την αντιπολίτευση και την κυβερνητική πλειοψηφία που στήριξαν την αποχώρηση θεωρείται ένδειξη ρήγματος στην κυβερνητική συμμαχία, ενόψει των βουλευτικών εκλογών του φθινοπώρου του 2026.
Η απόφαση προκάλεσε αντιδράσεις και εκτός Λετονίας. Η Tamar Dekanosidze, από τη διεθνή οργάνωση Equality Now, προειδοποίησε ότι το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας «θέτει σε κίνδυνο τις γυναίκες και τα κορίτσια στη Λετονία και ενθαρρύνει αντιδημοκρατικά κινήματα που επιδιώκουν να αποδυναμώσουν την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία».
Παρά τις ενστάσεις του, ο πρόεδρος Έντγκαρς Ρινκέβιτς έχει αφήσει να εννοηθεί ότι ενδέχεται να μην μπλοκάρει την κοινοβουλευτική απόφαση, γεγονός που θα επιτρέψει την επίσημη αποχώρηση της χώρας από τη σύμβαση.
Την παραμονή της ψηφοφορίας, περισσότεροι από 5.000 πολίτες διαδήλωσαν έξω από το κοινοβούλιο στη Ρίγα, ζητώντας να μην αποσυρθεί η χώρα από τη συνθήκη. Την επόμενη ημέρα, περίπου είκοσι άτομα συγκεντρώθηκαν υπέρ της αποχώρησης.
Με πληροφορίες από Euronews
 
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
  
 