Η κλιματική κρίση έχει προκαλέσει μαζική παγκόσμια μετακίνηση πληθυσμών, με περισσότερους από 250 εκατομμύρια ανθρώπους να έχουν εκτοπιστεί την τελευταία δεκαετία εξαιτίας φυσικών καταστροφών σύμφωνα με νέα έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR).
Η έκθεση, με τίτλο No Escape II: The Way Forward, δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα και περιγράφει μια «ανθρωπιστική κρίση που επιδεινώνεται ραγδαία» εξαιτίας της κλιματικής έκτακτης ανάγκης.
Πλημμύρες, καταιγίδες, ξηρασίες και ακραία θερμότητα αναγκάζουν ολοένα και περισσότερους ανθρώπους να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους, ενώ μακροχρόνιες περιβαλλοντικές απειλές, όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η καταστροφή οικοσυστημάτων, απειλούν την πρόσβαση σε τροφή και καθαρό νερό.
Η UNHCR επισημαίνει ότι η κλιματική κρίση λειτουργεί ως «πολλαπλασιαστής κινδύνων», ενισχύοντας υφιστάμενες ανισότητες και αδικίες και περιπλέκοντας συγκρούσεις, βία και εκτοπισμό τόσο εντός όσο και πέρα από τα εθνικά σύνορα.
Μέχρι τα μέσα του 2025, περίπου 117 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν ήδη εκτοπιστεί λόγω πολέμων, βίας ή διώξεων, ένας αριθμός που αυξάνεται δραματικά εξαιτίας της κλιματικής πίεσης.
Από το 2009, ο αριθμός των χωρών που καταγράφουν εκτοπισμούς τόσο από συγκρούσεις όσο και από φυσικές καταστροφές έχει τριπλασιαστεί. Παρά ταύτα, τα κράτη που φιλοξενούν πρόσφυγες και αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα κλιματικούς κινδύνους λαμβάνουν μόλις το ένα τέταρτο της απαραίτητης χρηματοδότησης για δράσεις προσαρμογής.
Οι πρόσφυγες και οι εκτοπισμένοι, που συχνά ζουν σε εύθραυστες και ασταθείς συνθήκες, πλήττονται περισσότερο, παρότι έχουν συμβάλει ελάχιστα στην πρόκληση της κρίσης.
Από τις πλημμύρες της Βραζιλίας στους κυκλώνες της Ασίας
Το 2024, καταστροφικές πλημμύρες στη Βραζιλία, στην πολιτεία Ρίο Γκράντε ντο Σουλ, σκότωσαν 181 ανθρώπους και ανάγκασαν 580.000 να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Μεταξύ αυτών, περίπου 43.000 πρόσφυγες από τη Βενεζουέλα, την Αϊτή και την Κούβα ζούσαν στις πλέον πληγείσες περιοχές, σύμφωνα με την UNHCR.
Ένα χρόνο νωρίτερα, ο κυκλώνας Mocha, η ισχυρότερη καταιγίδα που έπληξε τη Μιανμάρ εδώ και χρόνια, σάρωσε την πολιτεία Ρακίν, όπου 160.000 Ροχίνγκια ζουν σε πρόχειρους καταυλισμούς από το 2012.
«Είχαμε ελάχιστα πράγματα για να ζήσουμε», λέει η 37χρονη Μα Φιού Μα, εκτοπισμένη Ροχίνγκια. «Η καλύβα ήταν το σπίτι μας, η βάρκα και τα δίχτυα μάς έδιναν τροφή. Είναι οδυνηρό να τα χάνεις όλα.»
Το 2024, το ένα τρίτο όλων των επειγόντων περιστατικών που διαχειρίστηκε η UNHCR σχετίζονταν με πλημμύρες, ξηρασίες, πυρκαγιές ή άλλες ακραίες καιρικές συνθήκες που έπληξαν πληθυσμούς ήδη εκτοπισμένους από πολέμους.
Σήμερα, τρεις στους τέσσερις πρόσφυγες ζουν σε χώρες με υψηλή ή ακραία έκθεση σε κλιματικούς κινδύνους, όπου ο επαναλαμβανόμενος εκτοπισμός γίνεται ολοένα και συχνότερος.
Το Τσαντ, μια από τις πιο εύθραυστες χώρες παγκοσμίως, φιλοξενεί 1,4 εκατομμύρια πρόσφυγες, κυρίως από το Σουδάν. Οι πλημμύρες του 2024 ανάγκασαν 1,3 εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν σπίτια και καταυλισμούς, περισσότερους απ’ ό,τι τα προηγούμενα δεκαπέντε χρόνια μαζί. Οι Σουδανοί πρόσφυγες λαμβάνουν λιγότερα από 10 λίτρα νερό την ημέρα, πολύ κάτω από τα ελάχιστα ανθρωπιστικά πρότυπα.
Οι πιο ευάλωτοι πληρώνουν το τίμημα
Σχεδόν οι μισοί εκτοπισμένοι παγκοσμίως ζουν σε εύθραυστα κράτη όπως το Σουδάν, η Συρία, η Αϊτή, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ο Λίβανος, η Μιανμάρ και η Υεμένη. Οι χώρες αυτές εκπέμπουν ελάχιστες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου, αλλά έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση και μηχανισμούς προσαρμογής.
Η έκθεση προειδοποιεί ότι χωρίς ριζική δράση για τον περιορισμό της κλιματικής κρίσης και την ενίσχυση των πιο ευάλωτων χωρών, οι επιπτώσεις θα επιταχυνθούν δραματικά. Μέχρι το 2050, οι θερμότεροι προσφυγικοί καταυλισμοί ενδέχεται να βιώνουν έως και 200 ημέρες επικίνδυνης θερμικής καταπόνησης τον χρόνο, καθιστώντας πολλούς χώρους μη βιώσιμους για ανθρώπινη διαβίωση.
Η UNHCR καλεί τους διαπραγματευτές για το κλίμα στη Διάσκεψη COP 30 στη Βραζιλία να δώσουν προτεραιότητα στους πρόσφυγες και τους εκτοπισμένους, μια πληθυσμιακή ομάδα που, όπως τονίζει, «παραμένει στο περιθώριο» των διεθνών σχεδιασμών.
Ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, Φιλίπο Γκράντι, προειδοποίησε: «Οι περικοπές στη χρηματοδότηση περιορίζουν σοβαρά τη δυνατότητά μας να προστατεύσουμε πρόσφυγες και οικογένειες από τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Αν θέλουμε σταθερότητα, πρέπει να επενδύσουμε εκεί όπου οι άνθρωποι κινδυνεύουν περισσότερο. Η χρηματοδότηση για το κλίμα πρέπει να φτάσει στις κοινότητες που ήδη ζουν στο χείλος της καταστροφής. Δεν μπορούν να μείνουν μόνοι τους. Αυτή η διάσκεψη πρέπει να φέρει πραγματική δράση, όχι υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα.»
Με πληροφορίες από Guardian