Πέθανε ο θρύλος της soul, D’Angelo, σε ηλικία 51 ετών.
Ο βραβευμένος με τέσσερα βραβεία Grammy καλλιτέχνης, που καθόρισε το neo-soul, έφυγε από τη ζωή, έχοντας έλθει αντιμέτωπος με καρκίνο στο πάγκρεας.
Η οικογένειά του επιβεβαίωσε την είδηση του θανάτου του, δηλώνοντας στο Variety:
«Το λαμπερό αστέρι της οικογένειάς μας έσβησε το φως του σ’ αυτή τη ζωή… Μετά από μια μακρά και γενναία μάχη με τον καρκίνο, με βαθιά θλίψη ανακοινώνουμε ότι ο Michael D’Angelo Archer, γνωστός στους θαυμαστές του σε όλο τον κόσμο ως D’Angelo, “έφυγε” από τη ζωή σήμερα, 14 Οκτωβρίου 2025. Είμαστε συντετριμμένοι που μας αφήνει μόνο με αναμνήσεις, αλλά αιώνια ευγνώμονες για τη μουσική του παρακαταθήκη. Ζητάμε σεβασμό στην ιδιωτικότητά μας αυτή τη δύσκολη στιγμή, αλλά καλούμε όλους να τον τιμήσουν, πενθώντας τον και ταυτόχρονα γιορτάζοντας το ανεκτίμητο δώρο του τραγουδιού που χάρισε στον κόσμο».
Συνεργάτες και φίλοι του D’Angelo τον αποχαιρέτησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο DJ Premier, παραγωγός του τραγουδιού «Devil’s Pie», έγραψε: «Τόσο λυπητερή η απώλεια του D’Angelo. Περάσαμε μαζί απίστευτες στιγμές. Θα μου λείψεις πολύ. Αναπαύσου εν ειρήνη, Βασιλιά μου. Σε αγαπώ».
Ποιος ήταν ο D’Angelo
Όπως τον περιγράφει ο διεθνής Τύπος, ο D’Angelo υπήρξε μια σπάνια, χαρισματική και ταυτόχρονα μυστηριώδης φιγούρα της μουσικής βιομηχανίας. Κυκλοφόρησε τρία άλμπουμ στην καριέρα του: το «Brown Sugar» (1995), το «Voodoo» (2000) και το «Black Messiah» (2014) με το συγκρότημά του, The Vanguard.
Γεννημένος ως Michael Eugene Archer στο Νότιο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια, ο D’Angelo αγάπησε τη μουσική από πολύ μικρός - έμαθε να παίζει πιάνο σε ηλικία τριών ετών και έπαιζε στην εκκλησία μαζί με τον πατέρα του, που ήταν ιερέας. Καθ’ όλη τη διάρκεια της εφηβείας του, εμφανιζόταν τοπικά με συγκροτήματα όπως οι Three of a Kind, Michael Archer and Precise και Intelligent, Deadly but Unique (I.D.U.).
Το 1993 υπέγραψε συμβόλαιο με την EMI και έγραψε την επιτυχία “U Will Know” για το συγκρότημα Black Men United (B.M.U.). Τον Ιούλιο του 1995 κυκλοφόρησε το ντεμπούτο άλμπουμ του “Brown Sugar”, το οποίο παρέμεινε για 65 εβδομάδες στο Billboard 200, χαρίζοντας επιτυχίες όπως τα “Lady”, “Cruisin’” και το ομώνυμο κομμάτι.
Το άλμπουμ αυτό αποτέλεσε καθοριστικό σημείο για το κίνημα της “Neo-Soul” στα μέσα της δεκαετίας του ’90 -ένα ρεύμα που ανανέωσε τη soul και το R&B των δεκαετιών του ’60 και του ’70, συνδυάζοντάς τα με σύγχρονους ήχους και hip-hop αισθητική.
Όταν ο D’Angelo συναντήθηκε με τον Questlove
Ο D’Angelo συμμετείχε επίσης στο πολυπλατινένιο ντεμπούτο άλμπουμ της Lauryn Hill, “The Miseducation of Lauryn Hill” (1998), όπου τραγουδά και παίζει ηλεκτρικό πιάνο στο κομμάτι “Nothing Even Matters.” Την περίοδο αυτή βρήκε έναν μουσικό «αδελφό» στο πρόσωπο του Ahmir “Questlove” Thompson, ντράμερ και ηγέτη των The Roots, με τον οποίο θα συνεργαζόταν για το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του. Οι δυο τους αφιέρωσαν τα επόμενα χρόνια στη δημιουργία του δεύτερου άλμπουμ του D’Angelo, “Voodoo”, που κυκλοφόρησε τελικά τον Ιανουάριο του 2000.
Το άλμπουμ δημιουργήθηκε ύστερα από μήνες ηχογραφήσεων και μιξαρίσματος στα στούντιο Electric Lady της Νέας Υόρκης, μαζί με μια ομάδα μουσικών γνωστή ως Soulquarians -μέλη της οποίας ήταν, εκτός από τον D’Angelo και τον Questlove, ο Roy Hargrove (πνευστά), ο James Poyser (πλήκτρα), ο Pino Palladino (μπάσο) και ο J Dilla (παραγωγός). Η ομάδα αυτή πειραματιζόταν διαρκώς, ωθώντας τα όρια του R&B και δουλεύοντας παράλληλα σε άλμπουμ της Badu και του Common.
Ωστόσο, το βίντεο του πρώτου single, “Untitled (How Does It Feel)”, με τον D’Angelo ημίγυμνο και μυώδη, τον μετέτρεψε σε σεξουαλικό σύμβολο, κάτι που ο ίδιος απέρριψε και δεν άντεξε. Αν και η περιοδεία του “Voodoo” (μαζί με τους Soulquarians) γνώρισε τεράστια επιτυχία, ο D’Angelo εξαφανίστηκε για σχεδόν δέκα χρόνια, αλλάζοντας μάνατζερ και δισκογραφική, ενώ συνελήφθη αρκετές φορές για οδήγηση υπό την επήρεια και κατοχή ουσιών.
Τελειομανής μουσικός, αποσύρθηκε στο σπίτι του στη Βιρτζίνια και συνέχισε να δουλεύει το επόμενο άλμπουμ του. Ο Questlove συχνά δήλωνε ότι ήταν «99% έτοιμο», αλλά περνούσαν άλλα τρία χρόνια χωρίς να κυκλοφορεί. Στο μεταξύ, έκανε περιστασιακές εμφανίσεις σε κομμάτια των J Dilla, Snoop Dogg, Common και Q-Tip.
Τα χρόνια μετά το Voodoo
Στις αρχές της δεκαετίας του 2010 επέστρεψε σιγά-σιγά, περιοδεύοντας στην Ευρώπη και εμφανιζόμενος με τον Questlove σε αυτοσχεδιαστικές συναυλίες με κλασικές soul διασκευές. Το 2013, στη συναυλία-αφιέρωμα “Music of Prince” στο Carnegie Hall, έκλεψε την παράσταση με ένα εκρηκτικό “Baby I’m a Star”, συνεπαίρνοντας το κοινό.
Το 2014, ο τότε μάνατζέρ του Kevin Liles ανακοίνωσε ότι ο νέος δίσκος θα κυκλοφορούσε εκείνη τη χρονιά. Όπως είπε: «Για τον D’Angelo, ήταν μια διαδικασία. Δεν είχε παίξει για 10 χρόνια και δούλευε σε ένα άλμπουμ για 12. Του είπα: “Πρέπει να ξαναμπείς στη σκηνή, να θυμηθείς τι σημαίνει να το ζεις.” Και μου απάντησε: “Το στούντιο και η σκηνή είναι το αίμα μου. Θέλω το άλμπουμ μου να είναι το καλύτερο παιδί που μπορώ να φέρω στον κόσμο.”»
Περίπου 15 χρόνια μετά το “Voodoo”, κυκλοφόρησε το “Black Messiah” (Δεκέμβριος 2014), ένα έργο που συνέχισε το πνεύμα του προηγούμενου, αλλά με πιο περίπλοκους, ρυθμικά “σπασμένους” J Dilla ήχους.
Ακολούθησε μια μεγάλη περιοδεία, ξεκινώντας από το Apollo Theater στο Χάρλεμ -εκεί όπου, το 1991, είχε κερδίσει το Amateur Night ως 16χρονος. Όπως έγραψε το Billboard τον Φεβρουάριο του 2015: «Από τη στιγμή που εμφανίστηκε μόνος στη σκηνή, τραγουδώντας το “Prayer”, φάνηκε πως, αν και πιο ώριμος, δεν είχε χάσει καθόλου τη μαγνητική του δύναμη. Με τη νέα του μπάντα, τους The Vanguard, κάθε τραγούδι ακουγόταν έτοιμο για περιοδεία. Όπως οι Prince και James Brown, που τόσο θαύμαζε, οδηγούσε τη μπάντα του σαν παιχνίδι που δεν χόρταινε να ανακαλύπτει.»
Μετά την περιοδεία, ξαναεξαφανίστηκε. Μετά τον θάνατο του Prince το 2016, τον τίμησε στο The Tonight Show ερμηνεύοντας το “Sometimes It Snows in April”, όμως ακύρωσε απρόσμενα τη συμμετοχή του στο BET Awards Tribute λίγες εβδομάδες αργότερα. Το 2019 συνέβαλε με το κομμάτι “Unshaken” στο soundtrack του Red Dead Redemption 2.
Τον Φεβρουάριο του 2021, εμφανίστηκε ξανά στο Apollo Theater στο πλαίσιο του Verzuz webcast, μαζί με τους Keyon Harrold, Method Man & Redman και H.E.R.. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους τραγούδησε το “Unshaken” στο Φεστιβάλ Tribeca, αλλά αυτή φαίνεται να ήταν η τελευταία δημόσια του εμφάνιση. Το 2024 εμφανίστηκε στο εννιάλεπτο τραγούδι του Jay-Z, “I Want You Forever”, από την ταινία The Book of Clarence. Είχε ανακοινωθεί για το Roots Picnic στη Φιλαδέλφεια, όμως αποσύρθηκε πριν από τη συναυλία. Λεγόταν ότι δούλευε πάνω σε νέο άλμπουμ με τον Raphael Saadiq, συνδημιουργό του “Untitled”.
Εμφανίζεται εκτενώς στο πρόσφατο ντοκιμαντέρ του Questlove για τον Sly Stone, “Sly Lives!”, όπου μιλά για τις δυσκολίες της διασημότητας και το βάρος του να είσαι «μαύρη ιδιοφυΐα». Αν και η ταινία αφορά τον Sly Stone, είναι φανερό πως ο D’Angelo μιλούσε και για τον εαυτό του.
Ο Questlove είπε χαρακτηριστικά: «Ναι, μιλούσε για τον εαυτό του. Από την αρχή της ιστορίας του ένιωθε πως τον διάλεξαν -χωρίς να το επιδιώξει. Και αυτή η ενοχή, το “γιατί εγώ;”, ήταν πάντα μέσα του.»
Στο φιλμ, ο D’Angelo περιγράφει με ένταση την πίεση του να είσαι ταλαντούχος μαύρος καλλιτέχνης: «Δεν έχει σημασία αν κάνεις μουσική ή αθλητισμό· εμείς, οι μαύροι, πρέπει πάντα να είμαστε τρία, τέσσερα, πέντε βήματα μπροστά απ’ όλους τους άλλους, μόνο και μόνο για να είμαστε ίσοι. Έτσι ήταν πάντα.»
Με πληροφορίες από Variety