Η εικαστική πρόταση του Ανδρέα Αγγελιδάκη και του επιμελητή Γιώργου Μπεκιράκη με τίτλο «Δωμάτιο Απόδρασης/Escape Room» θα εκπροσωπήσει τη χώρα μας στην 61η Διεθνή Καλλιτεχνική Έκθεση της Biennale Βενετίας 2026 (9 Μαΐου - 22 Νοεμβρίου 2026), σύμφωνα με απόφαση του υφυπουργού Πολιτισμού Ιάσονα Φωτήλα και μετά τη σχετική γνωμοδότηση της άμισθης επταμελούς γνωμοδοτικής επιτροπής.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Μητροπολιτικός Οργανισμός Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης-MOMus ως φορέας υλοποίησης της εθνικής συμμετοχής (Εθνικός Επίτροπος).
Στο πλαίσιο της ανοικτής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος που απηύθυνε το υπουργείο Πολιτισμού σε επιμελητές, ιστορικούς τέχνης, τεχνοκριτικούς και θεωρητικούς τέχνης με εμπειρία στην οργάνωση και επιμέλεια εκθέσεων από κοινού με καλλιτέχνες, αλλά και σε καλλιτέχνες από κοινού με τους προαναφερθέντες, κατατέθηκαν συνολικά 21 προτάσεις.
Το κόστος της εθνικής συμμετοχής στην ανωτέρω διεθνή έκθεση θα καλυφθεί από τις πιστώσεις του Τακτικού Προϋπολογισμού του υπουργείου Πολιτισμού με επιχορήγηση του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης-MOMus (φορέας υλοποίησης).
Η αξιολόγηση των προτάσεων και η γνωμοδότηση για την επιλογή των συντελεστών της εθνικής συμμετοχής πραγματοποιήθηκαν από άμισθη επταμελή επιτροπή, απαρτιζόμενη από τους/τις: Ιωάννη Κονταράτο, αναπληρωτή καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Σοφία Παπαδοπούλου, επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, Κατερίνα Γρέγου, καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, Ιωάννη Μπόλη, ιστορικό τέχνης, προϊστάμενο του Τμήματος Σύγχρονης Γλυπτικής, MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, Συραγώ Τσιάρα, διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, Κωνσταντίνα Κώτσιου, χαράκτρια, μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος, Εμμανουήλ Μαυρομμάτη, πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Κριτικών Τέχνης (AICA HELLAS).
Τι είναι το «Δωμάτιο Απόδρασης/Escape Room»
«Ο Ανδρέας Αγγελιδάκης, με σταθερή παρουσία στην ελληνική και διεθνή καλλιτεχνική σκηνή, αναπτύσσει μια υβριδική και ερευνητική πρακτική που τέμνει την αρχιτεκτονική, την επιτελεστικότητα, τη θεωρία και το ψηφιακό. Η δουλειά του συντίθεται από αφηγήσεις που συχνά υπερβαίνουν γραμμικές χρονικότητες και συμβατικούς διαχωρισμούς μεταξύ φανταστικού και πραγματικού, φυσικού και εικονικού. Εστιάζοντας σε σύγχρονα ζητήματα ταυτότητας, πολιτιστικής μνήμης και ερμηνείας της ιστορίας, προτείνει ένα εναλλακτικό πλαίσιο κατανόησης της πραγματικότητας μέσα από διαρκείς παραμορφώσεις και ανατροπές της.
Κεντρικός άξονας στην καλλιτεχνική του προσέγγιση είναι το πώς κατασκευάζονται οι αφηγήσεις: ποιοι μηχανισμοί καθορίζουν τι θεωρείται αληθινό ή αυθεντικό και πώς αυτές οι κατασκευές διαπερνούν το βλέμμα μας, τον πολιτισμό και την εμπειρία του εαυτού. Στην εγκατάσταση “Δωμάτιο Απόδρασης” που προτείνει για την 61η Μπιενάλε της Βενετίας, ο Αγγελιδάκης προσεγγίζει την αλληγορία του πλατωνικού σπηλαίου όχι ως παγιωμένο φιλοσοφικό σχήμα αλλά ως εργαλείο διερεύνησης της σύγχρονης συνθήκης της ψηφιακής παραίσθησης, της μετα-αλήθειας και της πολιτιστικής κατανάλωσης. Αντλεί από το φαινόμενο των escape rooms για να φωτίσει τη διασταύρωση του πραγματικού με το εικονικό, σε μια εποχή όπου η επιθυμία για “απόδραση” είναι ενδημική και μετατρέπεται σε προϊόν και εμπειρία.
Το έργο φέρνει τον θεατή αντιμέτωπο με τον εαυτό του. Όχι με την έννοια της ταύτισης αλλά της απόστασης. Η παρουσία του γίνεται θέαμα· το βλέμμα του επιστρέφει σε αυτόν μέσα από κυκλώματα ανατροφοδότησης. Η εμπειρία προσομοιάζει με μια “εξωσωματική” συνθήκη, όπου η συνείδηση λειτουργεί σε καθυστέρηση σε σχέση με το σώμα, σαν να ζει κανείς τη ζωή του από απόσταση. Ο Αγγελιδάκης δεν σχολιάζει μόνο την ψηφιακή εποχή· σχολιάζει τη συνθήκη του σύγχρονου ανθρώπου ως υποκειμένου παγιδευμένου σε μια εικόνα που διαρκώς καθρεφτίζεται, πολλαπλασιάζεται και καταναλώνεται. Η “αλήθεια” που προτείνει ο καλλιτέχνης δεν είναι μια απόλυτη, μεταφυσική αξία, αλλά μια σκηνοθετημένη συνθήκη που μπορεί να ανατραπεί. Στο έργο αυτό η ιστορία δεν λειτουργεί ως παρελθοντολογική αφήγηση, αλλά ως πεδίο συμβολοποίησης και εργαλείο αποδόμησης.
Ο Αγγελιδάκης αναδεικνύει με σαφήνεια την προβληματική της σύγχρονης οπτικής κουλτούρας: την ταύτιση του αληθινού με την αναπαράσταση, την εξάρτηση του νοήματος από την εικόνα, την αδυναμία της εμπειρίας να υπάρξει έξω από το βλέμμα της κάμερας ή της οθόνης. Παράλληλα, αγγίζει την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου να βρει μια διέξοδο από τον ψυχολογικό και πολιτισμικό εγκλωβισμό σε κατασκευασμένες πραγματικότητες. Η εγκατάσταση λειτουργεί ως χώρος προσομοίωσης και συνάμα ως σχόλιο για την ίδια την έννοια του “δωματίου απόδρασης”: δεν προσφέρει λύσεις, αλλά ερωτήματα που οδηγούν σε αναστοχασμό. Αντί να υποδεικνύει μια “αλήθεια” προς ανακάλυψη, αποκαλύπτει τον μηχανισμό παραγωγής της. Σε αυτό το πλαίσιο, ο θεατής δεν καλείται να λύσει έναν γρίφο, αλλά να αναλογιστεί ποια αφήγηση υπηρετεί», αναφέρουν οι συντελεστές της πρότασης.
Ο καλλιτέχνης και αρχιτέκτονας Ανδρέας Αγγελιδάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1968 και σπούδασε αρχιτεκτονική στο Southern California Institute of Architecture και στη συνέχεια στο Columbia University στη Νέα Υόρκη. Ωστόσο, εργάστηκε ελάχιστα ως αρχιτέκτονας, αφού στην πορεία τον κέρδισαν άλλα καλλιτεχνικά και ερευνητικά πεδία: οι εικαστικές τέχνες, ο σχεδιασμός και η επιμέλεια εκθέσεων, το διαδίκτυο και η εικονική πραγματικότητα, η συγγραφή. Η αρχιτεκτονική, όπως λέει ο ίδιος, είναι περισσότερο ένα εργαλείο για να εκφράσει τις πολλές πλευρές της ταυτότητάς του. Η πρακτική του περιλαμβάνει εγκαταστάσεις, συγγραφή και σχεδιασμό εκθέσεων.
Έχοντας υπόβαθρο στην αρχιτεκτονική, ο Αγγελιδάκης διερευνά την πολιτισμική λογική των ερειπίων, του διαδικτύου και της θεσμικής κριτικής μέσα από γλυπτικά περιβάλλοντα και εικοτολογικές αφηγήσεις. Συχνά ξεκινώντας από ψηφιακές προσομοιώσεις, τα έργα του εξελίσσονται σε υλικές μορφές που αμφισβητούν την ιδεολογική υποδομή του χώρου. Με χιούμορ και κριτική ματιά, ασχολείται με τη μεταμόρφωση των κτιρίων, των κοινωνιών και των ταυτοτήτων μέσα στην ιστορία. Το έργο του έχει εκτεθεί σε ιδρύματα και θεσμούς, όπως στο Ίδρυμα Ωνάση (Αθήνα), την documenta 14 (Αθήνα και Κάσελ), το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Σικάγου και το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Λουιζιάνα (Humlebæk, Δανία), ενώ περιλαμβάνεται στις συλλογές του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ), του Ιδρύματος Ωνάση, του MOCA (Τορόντο), της SubBrixia (Μπρέσια), του Luci d'Artista (Τορίνο), του CHAT (Χονγκ Κονγκ), του UQ Art (Κουίνσλαντ, Αυστραλία), του Albertinum (Δρέσδη), του Palazzo Bentivoglio (Μπολόνια), της Ειρήνης Παναγοπούλου, του Εθνικού Μουσείου της Νορβηγίας (Όσλο), του Art Institute of Chicago κ.ά.