Στην οδό Ιθάκης 28, στην Κυψέλη, υπάρχει το «Espressobar», το νέο συμμετοχικό έργο των Egill Sæbjörnsson και Τεό Τριανταφυλλίδη, σε συνεργασία με την Πολίνα Μήλιου. Το έργο, που θα διαρκέσει έως τις 20 Ιουλίου 2025, εξερευνά τη συνύπαρξη τέχνης και καθημερινότητας, δημιουργώντας έναν υβριδικό χώρο ο οποίος λειτουργεί ταυτόχρονα ως καλλιτεχνική εγκατάσταση και ως καφέ, ένα πλαίσιο όπου η εικαστική χειρονομία, η κοινωνική συνεύρεση και η τελετουργία του καφέ συνυπάρχουν σε κοινό χωροχρόνο.
«Όταν ο Τεό με προσκάλεσε να κάνω μια pop-up εκδοχή του "Espressobar" στο στούντιό του, που το μοιράζεται με την Πολίνα, δεν περίμενα ποτέ ότι θα εξελισσόταν τόσο πολύ. Είχαμε μια πολύ διασκεδαστική συζήτηση και οι ιδέες έρχονταν γρήγορα. Έτσι, τον ρώτησα αν ήθελε να το κάνουμε μαζί», λέει ο Egill Sæbjörnsson, εικαστικός καλλιτέχνης, μουσικός και δημιουργός παρεμβάσεων στον αρχιτεκτονικό χώρο, που ζει και εργάζεται στο Βερολίνο.
«Και επειδή μου αρέσουν τόσο πολύ τα έπιπλα της Πολίνας, πρότεινα να συμμετάσχει κι εκείνη, ενώ δούλεψε και η καταπληκτική ομάδα του Τεό, όπως ο Fabian, του οποίου το όμορφο άγγιγμα φαίνεται στο έργο. Ο κόσμος του gaming και της δημιουργίας κόσμων του Τεό μου φαίνεται απόλυτα λογικός, άλλωστε κι εγώ επιχειρώ να παντρέψω το ψηφιακό με το φυσικό από τη δεκαετία του ’90. Οι εγκαταστάσεις του με αντικείμενα και περιβάλλοντα που βασίζονται σε δημιουργικές μηχανές παιχνιδιών δεν διαφέρουν πολύ από τους κόσμους που χτίζω κι εγώ με τις εγκαταστάσεις μου, τους χαρακτήρες και τις δημιουργίες μου, αλλά και τις γενετικές εγκαταστάσεις μου. Θυμάσαι εκείνον τον πίνακα που είδες όταν ήσουν παιδί, με ένα σπίτι σε ένα όμορφο τοπίο και έναν δρόμο που οδηγούσε σε αυτό;
Οι επισκέπτες καλούνται να απολαύσουν καφέ (με ελεύθερη συνεισφορά), να συνομιλήσουν με άλλους παρευρισκόμενους και να παρατηρήσουν ή να εμπλακούν σε ένα ζωντανό περιβάλλον όπου ο ρόλος του «πελάτη» και του «θεατή» συγχωνεύονται.
»Ουσιαστικά, το "Espressobar" είναι αυτό το σπίτι – μόνο που τώρα μπορείς να μπεις μέσα, να παραγγείλεις έναν εσπρέσο και να καθίσεις να μιλήσεις με έναν φίλο. Η εικονική πραγματικότητα με τα μεγάλα κράνη που περιμέναμε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και στις αρχές του 2000 δεν ήρθε ποτέ όπως τη φανταζόμασταν. Ήρθε αλλιώς. Είναι τόσο ενσωματωμένη στη ζωή μας, μέσα από τις συσκευές και τα κοινωνικά δίκτυα, που η γενιά Χ, όπως εγώ, δεν κατάλαβε καν πότε συνέβη. Και τα νεότερα παιδιά τη θεωρούν δεδομένη, αφού δεν γνώρισαν τον κόσμο πριν από το διαδίκτυο. Από παιδί ήθελα να μπω μέσα σε έναν πίνακα, σε μια ταινία ή σε ένα βιβλίο. Το ψηφιακό το έχει επιτρέψει αυτό – με έναν διαφορετικό τρόπο από ό,τι η εποχή του βίντεο ή της ζωγραφικής».

Το «Espressobar» αποτελεί την τρίτη σε μια σειρά συνεργασιών του Egill Sæbjörnsson με ανθρώπινους και μη ανθρώπινους καλλιτεχνικούς «συν-δημιουργούς». Προηγήθηκαν το πρώτο «Espressobar» με τα φανταστικά τρολ Ugh & Boogar στην 57η Biennale της Βενετίας το 2017 και το δεύτερο, σε συνεργασία με τον Ívar Glói Gunnarsson, στο Ρέικιαβικ το ίδιο έτος.
«Όταν πρωτοσυζητoύσαμε την ιδέα για το "Espressobar" με τον Egill Sæbjörnsson (είχα την τύχη να δω μια πρώτη εκδοχή του ως μέρος της φανταστικής εγκατάστασης που είχε κάνει στο περίπτερο της Ισλανδίας στην Μπιενάλε της Βενετίας το 2017), μου φάνηκε αμέσως κάτι που έχει πολλές προοπτικές για την Αθήνα. Ήταν μια καλή αφορμή για να στήσουμε την πρώτη πιο ανοιχτή δράση στο νέο στούντιο που ανοίξαμε με την Πολίνα στην Κυψέλη. Το "Espressobar" ξεκίνησε ως τρόπος να γνωριστούμε με τη γειτονιά, να πιούμε έναν καφέ μαζί, και να ανοίξουμε το στούντιο ως κοινωνικό χώρο, όχι απαραίτητα ως έκθεση ή event.
»Αυτό που μου αρέσει είναι ότι λειτουργεί ως χώρος όπου μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Είναι καφέ, αλλά είναι και σκηνή. Μπορεί να είναι ήρεμο, μπορεί να ξεφύγει τελείως. Δεν υπάρχει σενάριο, οι επισκέπτες συμμετέχουν, είτε το καταλαβαίνουν είτε όχι. Κάθε εσπρέσο είναι και μια μικρή τελετή.
»Μέσα σε όλο αυτό, μας ενδιέφερε να κρατήσουμε και μια πιο ήσυχη, σχεδόν υπαινικτική ατμόσφαιρα. Κάτι ανάμεσα σε ρομαντισμό και παρατήρηση, σαν τους καφέδες όπου μπορείς να καθίσεις με κάποιον χωρίς να μιλήσεις πολύ, αλλά να συμβαίνει κάτι. Ένα βλέμμα, μια παύση, μια συνεννόηση.



»"Espressobar" είναι όλα αυτά μαζί. Ένας καφές, ένα σενάριο που δεν γράφτηκε ποτέ και μια πιθανότητα» λέει ο Τεό Τριανταφυλλίδης, που δημιουργεί κόσμους όπου το ψηφιακό και το φυσικό συναντιούνται, εξερευνώντας τον χώρο και τη σωματικότητα σε υβριδικές πραγματικότητες. Μέσα από αλγορίθμους, game engines και πειραματικές performance, κατασκευάζει καθηλωτικά περιβάλλοντα γεμάτα αμήχανες αλληλεπιδράσεις, εύθραυστες ισορροπίες και στιγμές που ταλαντεύονται ανάμεσα στο ανοίκειο, το παράλογο και το ποιητικό, προσκαλώντας το κοινό να εμπλακεί σε νέες πραγματικότητες.
«Το "Espressobar" είναι ένας κοινωνικός χώρος όπου μια καθημερινή συνήθεια πραγματοποιείται μέσα σε μια καλλιτεχνική εγκατάσταση, και ταυτόχρονα μια καλλιτεχνική εγκατάσταση γίνεται κομμάτι της γειτονιάς» λέει η Πολίνα Μήλιου, σχεδιάστρια και καλλιτέχνιδα που ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Δημιουργεί χρηστικά έργα τέχνης, συχνά ανατρέποντας και επαναχρησιμοποιώντας ευτελή υλικά και παραμελημένα λαϊκά έπιπλα. Η δουλειά της συνομιλεί με στοιχεία πρωτογονισμού, αρχετυπικής γεωμετρίας, καθώς και ανώνυμης μεσογειακής τέχνης και αρχιτεκτονικής.
«Είναι αποτέλεσμα μιας δημιουργικής διαδικασίας, που και η ίδια προέκυψε μέσα από ένα “ανακάτεμα” διαφορετικών ανθρώπων, εκφράσεων και της καθημερινότητας του στούντιο. Η δημιουργία των γλυπτών, που είναι το κομμάτι στο οποίο και εγώ πέρασα τον περισσότερο χρόνο, έγινε σε μια ενδιαφέρουσα ομαδική συνθήκη, όπου κάθε μέρα μαζευόμασταν 3 με 8 άτομα, έχοντας καταλάβει όλο τον χώρο του στούντιο με όλους τους πιθανούς τρόπους, όλες τις ώρες της ημέρας. Το κάθε άτομο της ομάδας δούλευε είτε ατομικά, είτε σε δυάδες, είτε με όλους τους πιθανούς σχηματισμούς ατόμων – άλλοτε ελεύθερα, χωρίς οδηγία, άλλοτε μέσα από συζήτηση, άλλοτε με πειραματισμό, με ζημιές, με φροντίδα, άλλοτε με σχεδιασμό. Επικρατούσε φασαρία, μετά μουσική, μετά ησυχία, ο συνεχής ήχος των χτυπημάτων των χεριών στις επιφάνειες των γλυπτών – όλα σε εναλλαγή. Το κάθε έργο έχει πλαστεί με πολύ διαφορετικό τρόπο, παρότι δημιουργήθηκαν όλα μαζί και μοιράζονται το ίδιο DNA. Έχει μείνει όλο στο μυαλό μου ως μια καθημερινότητα, μια συνύπαρξη, μια συλλογική έκφραση που συνέβη με δημιουργικό, fun και αλληλεπιδραστικό τρόπο.



Με αντίστοιχο τρόπο βλέπω και την εγκατάσταση, ως προς το πώς λειτουργεί στη γειτονιά αλλά και στην καλλιτεχνική σκηνή. Ο ίδιος ο χώρος ανοίγεται προς τον δρόμο και είναι αναπόφευκτο να τον δει κάποιος περαστικός. Ενώνει πολύ αρμονικά διαφορετικούς κόσμους, όπου κάθε μέρα η εικόνα μέσα στον χώρο αλλάζει ανάλογα με τη σύνθεση του κοινού που θα εμφανιστεί. Είναι ένας παράξενος κόσμος, τον οποίο ο οποιοσδήποτε μπορεί κυριολεκτικά να ακουμπήσει και να τον κάνει μέρος της μέρας του στην πόλη».
Το «Espressobar» εμπνέεται από τη μορφολογία του espresso bar ως κοινωνικού και εμπορικού τόπου, προτείνοντας μια εναλλακτική εμπειρία θέασης και συμμετοχής. Οι επισκέπτες καλούνται να απολαύσουν καφέ (με ελεύθερη συνεισφορά), να συνομιλήσουν με άλλους παρευρισκόμενους και να παρατηρήσουν ή να εμπλακούν σε ένα ζωντανό περιβάλλον όπου ο ρόλος του «πελάτη» και του «θεατή» συγχωνεύονται. Εντός του «Espressobar» τίποτα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνεται. Οι baristas και περφόρμερς ενσαρκώνουν διάφορους ρόλους σε διαρκή ροή μεταξύ τελετουργικής επανάληψης και αυθόρμητης δράσης. Το έργο διερευνά ακόμα τη σχέση του ανθρώπου με το μη ανθρώπινο, θέτοντας ερωτήματα γύρω από την κοινότητα, την επιτέλεση της κοινωνικότητας και τη φαντασιακή δυνατότητα των συλλογικών εμπειριών.
