Τα τελευταία χρόνια, εμφανίζονται στην Αθήνα όλο και περισσότεροι καλλιτεχνικοί χώροι και ομάδες που φιλοξενούν ή διοργανώνουν ανεξάρτητες παραγωγές, από θεατρικές παραστάσεις μέχρι συναυλίες, παραστάσεις χορού αλλά και διάφορα υβριδικά events.
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν είναι αρκετές, αλλά επιμένουν παρά τις αντιξοότητες, προσπαθώντας να αφήσουν το δικό τους στίγμα σε μια πόλη που δεν φαίνεται να χορταίνει από τέχνη.
Τζάμια Κρύσταλλα
Σχετικά νέος αλλά ήδη δραστήριος χώρος στην καλλιτεχνική ζωή της Αθήνας, τα Τζάμια Κρύσταλλα άνοιξαν τον Απρίλιο του 2024 και από τότε έχουν εξελιχθεί σε σημείο συνάντησης για τις παραστατικές τέχνες και για πειραματικές δράσεις. Στους δύο ορόφους του χώρου –ισόγειο και υπόγειο που επικοινωνούν μέσω εξωτερικής σκάλας και πίσω αυλής– φιλοξενούνται πρόβες, παραστάσεις, συναυλίες, εκθέσεις, υβριδικά καλλιτεχνικά events, μαθήματα χορού και σεμινάρια.
Πριν αποκτήσει τη σημερινή του μορφή, το κτίριο λειτουργούσε, από τη δεκαετία του ’60, ως εργοστάσιο τζαμιών. Στο υπόγειο βρίσκονταν οι φούρνοι και στο ισόγειο γινόταν η ανάρτηση και η επεξεργασία των τζαμιών.
«Η Αθήνα πάσχει από έλλειψη στήριξης σε ανερχόμενους καλλιτέχνες∙ συχνά οι ανεξάρτητες προσπάθειες αναγκάζονται να μένουν “μικρές”, όχι από επιλογή αλλά από αναγκαιότητα».
Η ιδρύτρια, Αντωνία Οικονόμου, επέλεξε να διατηρήσει την ιστορική του ταυτότητα, κρατώντας το όνομα και αντλώντας έμπνευση από τις ιδιότητες του κρυστάλλου –ευθραυστότητα, διαφάνεια, ευαισθησία. Έτσι, το Τζάμια Κρύσταλλα λειτουργεί ως εργαστήριο ιδεών, ως χώρος ζύμωσης και ανάδειξης νέων καλλιτεχνικών φωνών.
«Ο χώρος ξεκίνησε πρωτίστως για να στεγάσει τις πρόβες και τις παραστάσεις του θιάσου μου», λέει η Αντωνία. «Παράλληλα, είδαμε ένα πραγματικό κενό στην καλλιτεχνική κοινότητα: την απουσία μεγάλων, προσιτών χώρων για πρόβες και για τις παραστατικές τέχνες».
Όπως εξηγεί, η λειτουργία του χώρου βασίζεται στην αυτονομία και την επιθυμία να παραμείνει οικονομικά προσβάσιμος για τους καλλιτέχνες, γεγονός που συχνά συνεπάγεται δυσκολίες. «Δεν υπάρχει κρατική στήριξη για τέτοιες πρωτοβουλίες και η αυτοοργάνωση απαιτεί πολλή ενέργεια. Η Αθήνα πάσχει από έλλειψη στήριξης σε ανερχόμενους καλλιτέχνες∙ συχνά οι ανεξάρτητες προσπάθειες αναγκάζονται να μένουν “μικρές”, όχι από επιλογή αλλά από αναγκαιότητα».
Αυτή την περίοδο, στο υπόγειο παρουσιάζεται το έργο «Αναγγελία Θανάτου» της Ευφροσύνης Μαστρόκαλου, θα ακολουθήσει τον Δεκέμβριο το «Πράσινο Κονσομέ» της Λίτας Ασλάνογλου, ενώ τον Φεβρουάριο η Αντωνία Οικονόμου θα παρουσιάσει το νέο της έργο σε μορφή work in progress στο ισόγειο.
Αγίου Όρους 10, Αθήνα
To Πάνω Σπίτι
Είναι ένας χώρος που συνδέθηκε στενά με τη σύγχρονη τζαζ σκηνή της Αθήνας. Το επιβλητικό νεοκλασικό, αληθινό στολίδι στην γκρίζα καθημερινότητα της λεωφόρου Αλεξάνδρας, ανήκει στον πιανίστα Πύρρο Μαρματάκη και έχει περάσει από γενιά σε γενιά, φτάνοντας στα χέρια του από τον προπάππου του.
Ξεκίνησε να λειτουργεί πριν από περίπου τρία χρόνια, αρχικά σε μικρότερη και πιο πειραματική κλίμακα. Τα πρώτα event ήταν «κλειστά», συναυλίες και θεατρικές παραστάσεις μεταξύ φίλων και ανθρώπων του καλλιτεχνικού κύκλου. Ο χώρος, με τα μεγάλα δωμάτια, την άπλα και την εξαιρετική ακουστική, αποδείχθηκε ιδανικός για πρόβες και ζωντανές εμφανίσεις. Ένα πραγματικό καλειδοσκόπιο δημιουργίας, ανοιχτό σε πολλαπλές μορφές έκφρασης.
«Το Πάνω Σπίτι είναι ένας ελεύθερος χώρος τέχνης χωρίς προκαταλήψεις και χωρίς να κυριαρχεί η έννοια του κέρδους», λέει ο Πύρρος. «Είμαστε κι εμείς καλλιτέχνες, κι αυτό μας επιτρέπει να επικοινωνούμε ουσιαστικά με όσους έρχονται να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Δεν υπάρχει business λογική∙ υπάρχει ανάγκη για γνήσια καλλιτεχνική συνάντηση». Όπως εξηγεί, η ανάγκη για έναν ζεστό και φιλόξενο χώρο τέχνης αλλά και η αυθόρμητη ανταπόκριση των καλλιτεχνών οδήγησαν φυσικά στη δημιουργία του χώρου. «Η πρόβα έφερε την παράσταση, η παράσταση τη συναυλία, και έτσι κύλησαν όλα μόνα τους».
Τα events που φιλοξενούνται είναι ποικίλα και προέρχονται από διαφορετικά καλλιτεχνικά πεδία, με μόνη προϋπόθεση την αγάπη και την ειλικρίνεια πίσω από κάθε έργο. «Το θετικό είναι ότι κάνουμε αυτό που αγαπάμε και γνωρίζουμε ανθρώπους με πάθος και ιδέες», σημειώνει. «Το δύσκολο είναι ότι όλο αυτό απαιτεί πολλή, συχνά σωματική εργασία, αφού είναι ένα αυτοοργανωμένο εγχείρημα». Ο Πύρρος θεωρεί ότι, όπως παντού, έτσι και στην Αθήνα η τέχνη εκτός μεγάλων θεσμών δυσκολεύεται να βρει τον χώρο της, ειδικά όταν δεν είναι κερδοσκοπική. «Παντού υπάρχουν αξιόλογοι καλλιτέχνες με όρεξη να εκφραστούν και παντού η τέχνη δυσκολεύεται να εκδηλωθεί μέσα στο σύστημα».
Λεωφ. Αλεξάνδρας 37, Αθήνα
Red Jasper Cabaret Theatre
Στον πιο θεατρικό δρόμο της Κυψέλης, στην οδό Κεφαλληνίας, ανακαλύπτει κανείς το Red Jasper – τη μοναδική θεατρική σκηνή καμπαρέ στην Ελλάδα, που είναι εμπνευσμένη από αντίστοιχους σύγχρονους χώρους του εξωτερικού. Άνοιξε επίσημα τον Ιανουάριο του 2020 εκεί που στεγαζόταν η Β' Σκηνή του θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας και συστήθηκε στο κοινό με την παράσταση «Tanz – Οι περιπέτειες μιας νεότητας», σε σκηνοθεσία Γιάννη Παναγόπουλου, μια queer εκδοχή του «Ευλαβικού Χορού» του Κλάους Μαν. Λίγες εβδομάδες αργότερα, η πανδημία οδήγησε στο κλείσιμο της σκηνής, όμως το όραμα έμεινε ζωντανό. Παρά την αρχική παύση, το Red Jasper μετρά πλέον ουσιαστικά τρία χρόνια πλήρους λειτουργίας και τον ερχόμενο Ιανουάριο συμπληρώνει έξι χρόνια παρουσίας. Το πρόγραμμά του περιλαμβάνει μουσικοθεατρικές παραστάσεις, stand-up, καμπαρέ, performance, queer και φεμινιστικές αφηγήσεις, θεματικά πάρτι και διοργανώσεις που ξεφεύγουν από τα συμβατικά καλούπια.
«Τα πρώτα χρόνια υπήρξε μια δυσκολία κατανόησης τού τι κάνουμε, τι είναι το Red Jasper. Επειδή ήταν ένα πρωτοπόρο εγχείρημα, ένα μέρος του κοινού δυσκολεύτηκε να καταλάβει τι μπορεί να σημαίνει καμπαρέ-θέατρο», αναφέρει η ιδρύτρια, Χριστίνα Χατζηνικολάου. «Πλέον έχει δημιουργηθεί ένα κοινό που μας εμπιστεύεται, και αυτό μας συγκινεί. Για αρκετούς, το Red Jasper είναι καταφύγιο: ένα safe space όπου η οικειότητα συναντά μια σχεδόν μαγική ατμόσφαιρα».
Σύμφωνα με τη Χριστίνα, τα μικρής κλίμακας events έχουν μειωθεί αρκετά: «Οι λόγοι είναι κυρίως οικονομικοί – δεν βγαίνουν τα νούμερα. Ένα μικρό event απαιτεί ανθρώπους, εξοπλισμό, προώθηση, αλλά τα έσοδα έχουν φυσικό όριο. Με τη φορολογία, πολλές φορές το αποτέλεσμα είναι μηδενικό κέρδος. Είναι μια ψυχοφθόρα συνθήκη που δεν μπορεί να έχει διάρκεια χωρίς στήριξη ή δίκτυα. Αρκετοί καλλιτέχνες επιλέγουν πια να εμφανίζονται λίγες φορές τον χρόνο σε μεγαλύτερα events, όπου θα πληρωθούν καλύτερα και θα τους δει περισσότερος κόσμος. Παρ’ όλα αυτά, τα μικρά events είναι ο καλλιτεχνικός πυρήνας μιας πόλης· εκεί γεννιούνται ιδέες, αυθεντικές φωνές, επαφή και αλήθεια».
Τον φετινό χειμώνα επιμελούνται μαζί με τη Χριστίνα Βούλγαρη ένα πολυμορφικό πρόγραμμα που περιλαμβάνει την παράσταση «Τα πιρούνια σε ακριβά σπορτέξ» του Κωσταντή Ντίσιου (σκηνοθεσία Τάσου Καρακύκλα), τη μουσικοθεατρική παράσταση «Ομπρέλα να πάρεις» του Κυρίου και της Κυρίας Μπάνγκο, τη µουσικοθεατρική παράσταση της Ευσταθίας «Σε θέλω» από τις Angela Fabre και Βίνα Σέργη, αλλά και έργα που βραβεύτηκαν στο 4ο Φεστιβάλ Σύγχρονου Καλλιτεχνικού Καμπαρέ. Το πρόγραμμα συμπληρώνεται από θεματικές βραδιές, stand-up του Snap-Athens Queer Comedy Club, cabaret acts, drag shows, cult nights με DJ sets, signature cocktails και μικρές εκπλήξεις.
Κεφαλληνίας 18, Αθήνα
ΠΛΥΦΑ
Αρκετοί το γνώρισαν ως το σπίτι του Αγοραφοβικού Φεστιβάλ, που παρουσιάζει κάθε χρόνο την ελληνική ανεξάρτητη μουσική σκηνή. Πέρα, όμως, από αυτό, το ΠΛΥΦΑ έχει καταφέρει σε σύντομο διάστημα να χαράξει τη δική του ξεχωριστή πορεία στην πολιτιστική ζωή της Αθήνας. Στεγάζεται σε ένα πρώην βιομηχανικό πάρκο στο οποίο βρίσκονταν τα Πλεκτήρια, Υφαντήρια Αθηνών (ΠΛΥΦΑ). Ο χώρος αναγεννήθηκε μετά από μια εντατική περίοδο αποκατάστασης και επανάχρησης μόλις τριών μηνών, ανοίγοντας δύο μήνες πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας.
Παρά το αναγκαστικό «πάγωμα», λειτουργεί πλέον ενεργά εδώ και περίπου τέσσερα χρόνια, στεγάζοντας ένα ζωντανό «οικοσύστημα» δημιουργών, καλλιτεχνών και επαγγελματιών. Παραμένει πιστός στη βιομηχανική του καταγωγή, καθώς δίπλα στις πολιτιστικές δράσεις εξακολουθούν να λειτουργούν δύο βιοτεχνίες και μηχανουργεία, διατηρώντας τον χαρακτήρα του χώρου ως τόπου συνάντησης παραγωγής και δημιουργίας.
Μεγάλο πλεονέκτημά του είναι η ιδιαίτερη τοποθεσία του στον Βοτανικό· μια γωνιά ηρεμίας που κάνει τον επισκέπτη να νιώθει πως βρίσκεται μακριά από το συχνά χαοτικό κέντρο της Αθήνας. «Η γαλήνη του ανοιχτού ουρανού και οι αυθόρμητες κουβέντες στην αυλή είναι ό,τι μας χαρακτηρίζει», αναφέρουν οι άνθρωποι του χώρου. Η φιλοσοφία του βασίζεται στην πολυμορφία: από πρόβες και παραστάσεις μέχρι φεστιβάλ, εκθέσεις, συναυλίες και συνέδρια, με επιλογές που καθοδηγούνται από ένα απλό κριτήριο: «Να μας συγκινεί αυτό που βλέπουμε».
Τα μεγαλύτερα οφέλη, όπως λένε, είναι οι άνθρωποι, οι ιδέες και οι στιγμές που γεννιούνται καθημερινά. Δυσκολίες υπάρχουν, όπως «η εξάντληση και οι συνεχείς προκλήσεις ενός ανεξάρτητου εγχειρήματος». Ωστόσο, το κοινό ανταποκρίνεται θερμά, με πιστούς επισκέπτες αλλά και νέο κόσμο που ανακαλύπτει το ΠΛΥΦΑ, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι ο χώρος έχει ήδη καθιερωθεί ως ένα από τα σημαντικά σημεία πολιτιστικής ζύμωσης της πόλης. Προσεχώς θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε συναυλίες από τον Πίεβ, το φεστιβάλ Lullaby Άθενζ vol. 1, το Παιδί Τραύμα, και πρωτότυπες θεατρικές παραστάσεις όπως τις «Το συνέδριο για το Ιράν», «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου», «Η κουκούλα», «Ατυχές πήδημα ή Παλαβό πορνό» κ.ά.
Κορυτσάς 39, Αθήνα
Στούντιο
Γνωστό και ως Στούντιο Οικονόμου, το Στούντιο «άνοιξε για ένα πυκνό μεγαλοβδομαδιάτικο πρόγραμμα το Πάσχα του 2023, και λειτουργεί κανονικά από την αρχή της σεζόν 2023-24. Μετράει δύο χρόνια λειτουργίας», αναφέρει η Μυρτώ Ράις, εμπνεύστρια του εγχειρήματος, το οποίο χαρακτηρίζει ως «ένα καλλιτεχνικό πείραμα εκτός οικονομίας». Φιλοξενεί θέατρο, μουσική, περφόρμανς, αναγνώσεις, εκθέσεις, πρότζεκτ «που δεν χωράνε πουθενά αλλού» και ανοίγει τις πόρτες του σε καλλιτέχνες και κοινό με συμβολικό οικονομικό αντίτιμο: για το κοινό η συνεισφορά είναι πάντα ελεύθερη, οι δε καλλιτεχνικές ομάδες συνεισφέρουν με ένα συμβολικό αντίτιμο ώστε ο χώρος να εξασφαλίζει τη συνέχισή του.
Ο χώρος του Στούντιο είναι οικογενειακή της ιδιοκτησία με μεγάλη ιστορία στη γειτονιά των Εξαρχείων, η οποία έμεινε ανεκμετάλλευτη για κάμποσα χρόνια. Αποτελείται από το ισόγειο που έχει μια μεγάλη τζαμαρία η οποία βλέπει στον δρόμο και θέα στον ακάλυπτο από την πίσω πλευρά, και από ένα αρκετά ευρύχωρο πατάρι. Οι μεγαλύτεροι ίσως θυμούνται το ιστορικό Studio café στην οδό Οικονόμου της πλατείας Εξαρχείων, μια από τις πρώτες «τσαγερί», όπως τις έλεγαν τότε, που άνοιξαν στην Αθήνα τη δεκαετία του ’80.
«Οι μνήμες της εποχής εκείνης είναι ακόμα τόσο ζωντανές που, όταν άνοιξαν τα παράθυρα και φάνηκε ότι κάτι καινούργιο θα γίνει εδώ, οι περαστικοί μάς έλεγαν “Εδώ ήταν το Studio”, “εγώ καθόμουν στο τραπέζι εκεί”, “εδώ φίλησα για πρώτη φορά την κοπέλα που είχα ερωτευτεί”. Κάποιος, θυμάμαι, είχε φωνάξει από το απέναντι πεζοδρόμιο “εδώ έχω πιει δύο χιλιάδες ουίσκι!”. Μπαίναμε λοιπόν σε έναν χώρο που οι κάτοικοι θεωρούσαν ήδη δικό τους, είχε υπάρξει κομμάτι της ζωής τους. Επιπλέον, ο χώρος άνοιξε σε μια στιγμή που η τουριστικοποίηση της Αθήνας έδιωχνε ήδη τους κατοίκους της, και η πλατεία Εξαρχείων είχε καταστραφεί από τις εργασίες για το μετρό».
Το στοίχημα, σύμφωνα με τη Μυρτώ, είναι να αντέξει στην πίεση και να κρατήσει τον πειραματικό του χαρακτήρα και τον διαφορετικό τρόπο λειτουργίας του, χωρίς αυτό να απαγορεύει τις διορθωτικές κινήσεις. «Μια από τις δυσκολίες που νιώθω πως υπάρχουν είναι ότι οι ομάδες θεωρούν την ελεύθερη συνεισφορά συνώνυμη του ερασιτεχνισμού. Συγχέουν, κατά κάποιον τρόπο, την οικονομία με το περιεχόμενο. Το Στούντιο, από την άλλη, υπάρχει για να δώσει την ευκαιρία στους νεότερους να πειραματιστούν, να δοκιμάσουν, να αποτύχουν, να αποτύχουν καλύτερα, χωρίς οικονομικό ρίσκο, χωρίς να χρεωθούν προτού καν ξεκινήσουν»». Αυτήν τη στιγμή παίζεται μια θεατρική δημιουργία του Εμμανουήλ Κοντού με τίτλο «Πιο ασφαλές σημείο στην πόλη», ενώ προς το τέλος της χρονιάς θα κάνει πρεμιέρα η ιστορική παράσταση «Νύχτα λίγο πριν τα δάση».
Οικονόμου 3, Πλατεία Εξαρχείων
Πώρωση
«Πώρωση» ονομάζεται το νεοσύστατο συναυλιακό πρότζεκτ του Μάριου Μπουμπή, που αποφάσισε να αναστήσει το πνεύμα της Arte Fiasco, της ομάδας που ήταν υπεύθυνη για μερικές από τις πιο σημαντικές συναυλίες που είδα στην Αθήνα την προηγούμενη δεκαετία. Η Arte Fiasco δημιουργήθηκε το 2010 από μια παρέα φίλων και μέχρι το 2019 διοργάνωσαν περίπου 70 συναυλίες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, φέρνοντας ονόματα –ορισμένα στο ξεκίνημά τους– όπως οι Future Islands, Ty Segall, Angel Olsen, Parquet Courts, Dirty Beaches κ.ά. Φέτος επέστρεψαν σε πολύ πιο μικρή κλίμακα, με τη διοργάνωση δυο ειδικών προβολών ντοκιμαντέρ, ενός για τους Pavements και το «Goodbye Horses: The many lives of Q Lazzarus».
Η Πώρωση ως ιδέα στριφογύριζε στο μυαλό του Μάριου από το 2022. Πρόκειται για ένα πρότζεκτ που κινείται σε ένα ευρύ φάσμα μουσικών ειδών, με στόχο να προτείνει ήχους που να ενθουσιάζουν και να αξίζουν την προσοχή του ακροατή. «Η κεντρική ιδέα είναι σταθερά η ίδια. Να εμφανίζονται στην Αθήνα καλλιτέχνες που αγαπάμε, εκτιμάμε, μας αρέσουν και μας πωρώνουν, σε συναυλίες που το κοινό θα θυμάται για χρόνια.
Είναι η δημιουργία μιας αισθητικής και μιας ταυτότητας τελείως διαφορετικής από την πεπατημένη, που χτίζεται με τόλμη, φαντασία, ελευθερία και ένστικτο. Ο σκοπός δεν είναι βιοποριστικός αλλά η βιωσιμότητα του πρότζεκτ στο πέρασμα των χρόνων και η βελτίωση, με σταθερό κοινό παρονομαστή ένα πολύ καλό value for money για τον θεατή.
Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα είναι γεμάτη events και συναυλίες πια, στα όρια του κορεσμού μάλλον. Η χειροπιαστή έλλειψη που ένιωσα και καλύπτει η Πώρωση είναι η διοργάνωση συναυλιών που με ενθουσιάζουν και με κάνουν να ανυπομονώ. Αυτό μάλλον μοιάζει κάπως niche, όλα όμως από κάπου ξεκινούν, από την κάλυψη ενός μικρού κενού. Βέβαια, τα κατά ενός τέτοιου πρότζεκτ είναι περισσότερα. Το ρίσκο, η άγνοια κινδύνου, η δυσκολία τού να τοποθετηθείς και να ξεχωρίσεις σε ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο πραγματικά πλέον διοργανώνονται πάρα πολλές συναυλίες. Ίσως μοιάζει λίγο αυτοκτονικό το σχέδιο σε μια πόλη σαν την Αθήνα. Δεν πειράζει όμως, μια ζωή την έχουμε». Επόμενα ραντεβού με την Πώρωση: 7/12, Oren Ambarchi + Tropical Geometry + Savvas Metaxas @ Gazarte Main, 10/1/2026, Decius + Modern Ruin + Degear0001 @ AN club κ.ά.
Patari Records
Το Πατάρι, ένα παλιό εργοστάσιο παπουτσιών στην ευρύτερη περιοχή των νοτίων προαστίων, ξεκίνησε το 2012 ως χώρος συνάντησης μιας παρέας που μετά το λύκειο έψαχνε χώρο για πρόβες με το συγκρότημά της. Το 2018 δημιουργήθηκε το Patari Records. Ήταν μια κίνηση από τα γκρουπ που έκαναν πρόβες εκεί με στόχο να δείξουν στον έξω κόσμο αυτό που γινόταν μέσα στο εργοστάσιο. Από τότε έχουν φιλοξενήσει πολλών ειδών events, με σκοπό τη στήριξη και την ανάδειξη νέων καλλιτεχνών της ανεξάρτητης μουσικής σκηνής καθώς και την προώθησή τους. Από το 2020 και μετά άρχισαν να ανοίγουν τον χώρο στο κοινό μία φορά τον μήνα περίπου, οργανώνοντας secret gigs που γίνονταν γνωστά μέσω social media. Προσκαλούσαν 2 ή 3 acts κάθε φορά από την Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ πλέον διοργανώνουν συναυλίες με την ίδια φιλοσοφία και σε επίσημους χώρους.
Όπως μου λένε: «Όταν ξεκινήσαμε, τα κάναμε όλα από το μηδέν. Σίγουρα μια μεγάλη δυσκολία ήταν να μπορέσουμε να εναρμονιστούμε με τη γειτονιά. Κανείς δεν θέλει υψηλά ντεσιμπέλ στο σπίτι του. Οπότε, τους ευχαριστούμε που μας έχουν στηρίξει όλα αυτά τα χρόνια με το να μη μας έχουν δημιουργήσει κάποιο θέμα. Υπήρξε τριβή σίγουρα με κάποιους, αλλά πιστεύω πως μετά από 13 χρόνια πλέον είμαστε μέλη της γειτονιάς. Είναι σημαντικό να σεβόμαστε τα κριτήρια συνύπαρξης του καθενός και να προσπαθούμε να συζητάμε κάθε ζήτημα με τον συνάνθρωπό μας, με σκοπό να βρεθεί μια λύση.
Άλλες προκλήσεις έχουν να κάνουν με τη συντήρηση και την επισκευή του εξοπλισμού, που εξαιτίας της χρήσης έχει την τάση να χαλάει. Η συνεννόηση και ο συντονισμός είκοσι και πλέον ατόμων μπορεί να κάνει κάποια απλά θέματα δύσκολα κάποιες φορές, αλλά στο τέλος πάντα βρίσκουμε τον τρόπο να λύνονται, αρκεί να υπάρχει καλή διάθεση. Ο χώρος λειτουργεί και επιβιώνει χάρη στο πνεύμα συλλογικότητας και την αλληλεγγύη των μελών του και μέσω της στήριξης του κόσμου που έρχεται στα events. Δεν θεωρούμε πως υπάρχει μεγάλο κοινό στην Ελλάδα, αλλά η αλήθεια είναι πως οι μπάντες και τα ανεξάρτητα καλλιτεχνικά εγχειρήματα βασίζονται εξ ολοκλήρου στη στήριξη του κόσμου.
Δεν θέλουμε να απογοητευόμαστε από τις αποτυχίες, έτσι κι αλλιώς η προοπτική του οικονομικού κέρδους είναι μακριά μας προς το παρόν. Το κοινό που έρχεται στα δικά μας happenings είναι αρκετά ετερόκλητο και ευρύ. Τα acts που προσκαλούμε στα secret gigs που διοργανώνουμε στον χώρο μας αντιπροσωπεύουν ευρεία γκάμα μουσικών ειδών. Όλοι είναι ευπρόσδεκτοι, και θέλουμε να νιώθουν όσο άνετα νιώθουμε κι εμείς μέσα στο στούντιο. Η Αθήνα πάσχει σε πολλούς τομείς. Δεν νιώθουμε πως υπάρχει χώρος για μας∙ προσπαθούμε να βρούμε τη θέση μας στη σκηνή, αλλά νιώθουμε πως και αυτή νοσεί μαζί με την πόλη. Υπάρχει ανάγκη για χώρους μεσαίου βεληνεκούς που θα φιλοξενούν ανερχόμενες μπάντες. Δεν υπάρχει ανάγκη για νέα μεγάλα φεστιβάλ που θα φέρουν τις ίδιες μπάντες για ακόμα μια φορά».