ΑΝΤΙΟ ΔΙΟΝΥΣΗ

Η οργή του κόσμου για τους δημοσιογράφους: μία κουβέντα που δεν έγινε ποτέ

Η οργή του κόσμου για τους δημοσιογράφους: μία κουβέντα που δεν έγινε ποτέ Facebook Twitter
0

Δεν ήταν ποτέ κανένα αξιοσέβαστο επάγγελμα αυτό του δημοσιογράφου. Όχι στην Ελλάδα μόνο. Γενικώς.

Από τον μισογύνη Πολύβιο Δημητρακόπουλο μέχρι τον εραστή της αυτοκριτικής Ουμπέρτο Έκο, ο δημοσιογράφος στην καλύτερη περίπτωση ήταν ένας κακόμοιρος ιεραπόστολος της αλήθειας, στη χειρότερη κάποιος χαμερπής ψεύτης που από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι κι από κεφάλι σε κεφάλι προσπαθούσε να πλασαριστεί κάπου ψηλότερα στη διατροφική αλυσίδα. Συνήθως, και αν θυμίζει κάτι αυτό, το επόμενο βήμα ήταν και παραμένει η πολιτική. Ή κάποιο δημόσιο πόστο.

Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς που τα τελευταία χρόνια το «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» τρεντάρει ξανά με νέα χαρά και ανανεωμένο πάθος στο Twitter. Οι αναδιπλώσεις της ιστορίας χέρι – χέρι με τον εκσυγχρονισμό του επαγγέλματος έχουν δημιουργήσει άπειρες στρεβλώσεις για το τι πραγματικά είναι η δημοσιογραφία. Και τι προσφέρει. Και σε ποιους.

Από τον ωκεανό των ύβρεων, κατά καιρούς, γλιτώνουν μόνο οι φωτορεπόρτερ και οι εκπρόσωποι της γνήσιας ερευνητικής δημοσιογραφίας, κοινώς οι πιο φιλαλήθεις, εργατικές και ταλαιπωρημένες περιπτώσεις του επαγγέλματος. Οι υπόλοιποι τσουβαλιάζονται για μία σειρά από old time classic αμαρτήματα, για τα οποία δεν μιλά ποτέ κανείς, κυρίως για να μην του θυμώσει το σινάφι.

Άρα, έχει δίκιο ο κόσμος που υβρίζει τους δημοσιογράφους σε κάθε τους βήμα; Η απάντηση θα ήταν χωρίς δεύτερη σκέψη θετική, αν η λειτουργία των social media τα τελευταία χρόνια δεν συντηρούσε την ψευδαίσθηση ότι δημοσιογράφοι μπορούν να γίνουν όλοι.

Για τη δημιουργία αυτής της ψευδαίσθησης δεν ευθύνεται μόνο η χαλαρή φύση των social (ένας λογαριασμός, ένα ψευδώνυμο και γράψε ό,τι θες), αλλά και η έλλειψη παιδείας πολλών εκπροσώπων του Τύπου. Όταν εσύ δεν μπορείς να αρθρώσεις δύο κουβέντες, όταν εσύ δεν μπορείς να ελέγξεις την εξουσία, όταν εσύ δεν μπορείς να υπερασπιστείς την ιδιότητά σου εμπράκτως, γιατί ο πολίτης να μην αισθανθεί απολύτως έτοιμος να το κάνει, ειδικά, όταν διαθέτει στοιχειώδεις γνώσεις για κάτι τέτοιο;  

Δεν μιλάμε, όμως, γι’ αυτό, γιατί αν μιλήσουμε, ομολογούμε την παθογένειά μας. Δεν έχει σημασία που όλοι γνωρίζουν τις μάχες που δίνουν οι κομματικοί στρατοί στα social media. Δεν έχει επίσης σημασία που όσο ελέγχεται ο δημοσιογράφος για τα λεγόμενα και τα γραφόμενά του, όσο ελέγχονται οι αποκλίσεις και οι δεσμοί του, άλλο τόσο ελέγχεται πλέον και το τι γράφει και το τι λέει -και βάσει ποιας αφετηρίας- και ο πολίτης.

Εκείνο που έχει σημασία, αλλά δεν το λέμε, είναι ότι ο κόσμος, στην πλειονότητά του, οργίζεται με τους δημοσιογράφους για τους σωστούς λόγους, αλλά με τους λάθος ανθρώπους.

Η κάλυψη των καταστροφικών πυρκαγιών που σαρώνουν τη χώρα εδώ και μία εβδομάδα έφεραν και πάλι στην επιφάνεια αυτή την κουβέντα, με νέες δυσάρεστες προεκτάσεις.

Πώς καλύφθηκε αυτή η κρίση; Ας είμαστε ειλικρινείς: υπήρξαν δημοσιογράφοι που λειτούργησαν υποδειγματικά, με αυταπάρνηση, με απέραντο φιλότιμο, σχεδόν με ρομαντισμό. Κάποιοι έφαγαν και ξύλο, άλλοι υβρίστηκαν και χλευάστηκαν, άλλοι είδαν το μικρόφωνό τους να κλείνει –μετά από ώρες στα καμένα- για να μιλήσει κάποιο πολιτικό «τίποτα». Να μια δουλειά που δεν πληρώνεται με κανένα μπόνους και καμία αύξηση. Αλλά δεν μιλάμε γι’ αυτό.

Και ναι, υπήρξαν και ντροπές. Ξεφωνητά, κραυγές, δραματοποίηση εκεί που δεν χρειαζόταν, γιατί η κατάσταση, έτσι κι αλλιώς, ήταν τραγική, ρεπορτάζ άλλα αντί άλλων, τη στιγμή που μιλούσε η εικόνα και ο κόσμος, άκοπος και αμοντάριστος στην πιο αφιλτράριστη εκδοχή της απόγνωσής του. Α, υπήρξε και κατάχρηση του δημοσιογραφικού βήματος και της ιδιότητας. Η εικόνα δημοσιογράφου που τραμπουκίζει γυναίκα, η οποία «τραβά» με το κινητό της όσα συμβαίνουν, είναι μόνο ντροπιαστική. Αλλά ούτε γι’ αυτό μιλάμε.

Ωστόσο, είναι αυτό το δίπολο «καλού – κακού επαγγελματία» που συντηρεί  την τρομακτική παρεξήγηση, αυτό το κακοφορμισμένο ανέκδοτο κοινωνικού αυτοματισμού που παραδοσιακά μπερδεύει τον ρεπόρτερ, τον «τρεχαλιτζή» επιτόπιο, αυτόν που κάνει τίμια και σχεδόν γυμνός τη δουλειά του με τις μεγάλες και μη εξαιρετέες ντροπές του χώρου.

Γιατί ο ρεπόρτερ δεν κάνει απλώς τη ζόρικη δουλειά. Ακριβώς, επειδή είναι πολίτης ανάμεσα σε πολίτες, πληρώνει τις αμαρτίες των εστέτ του industry, των καλομαθημένων παιδιών, που όλοι τα ξέρουν πια και κανείς δεν τα σέβεται.

Κι αυτό δεν το λέμε, αλλά αυτό κι αν είναι μια τεράστια αδικία.

Να «δέρνεις» τον αγγελιαφόρο, τον αναμεταδότη, την ορατή και έντιμη φύση ενός άχαρου και πολύ συχνά ανέντιμου επαγγέλματος. Να εκδικείσαι όλο το σινάφι στο πρόσωπο εκείνου που όντως επιτελεί λειτούργημα. «Ναι, αλλά για τους άλλους δεν λέτε!». Λέμε. Ντρεπόμαστε για τα live τους, ντρεπόμαστε και που λεγόμαστε «συνάδελφοι». Δεν είμαστε όμως, και το ΄χουμε καλύτερο να δηλώνουμε «ιδιωτικοί υπάλληλοι», αν ποτέ βρεθούμε δίπλα – δίπλα.

Αλλάζει κάτι μ’ αυτό; Νιώθει κανείς καλύτερα; Όχι, φυσικά. Η δημοσιογραφία είναι λειτούργημα, ασχέτως που το ξεχνάμε. Και είναι επίσης μια πολύ σοβαρή δουλειά, που, όταν πέφτει σε λάθος χέρια, χαίρεται το σύστημα, η ξύλινη, παμπόνηρη γλώσσα του και κανείς άλλος.  Δεν μάς αρέσει να το παραδεχόμαστε και δεν το ομολογούμε ποτέ ανοιχτά, αλλά ναι, είναι επάγγελμα με αγκυλώσεις, περιορισμούς και κακοτοπιές, που, όμως, έχει και ευκαιρίες για ανατροπές.

Για παράδειγμα, αυτό που γίνεται τώρα ανά τον κόσμο με τη «δημοσιογραφία των πολιτών» και τον τρόπο που τα social media παρεμβαίνουν στην κουβέντα, είναι μία τέτοια ευκαιρία. Αν όλος αυτός ο έλεγχος δεν μετατραπεί σε εκβιασμό με κομματικό –κάθε φορά- πρόσημο έχουν να κερδίσουν όλοι, εκτός από εκείνους που πραγματικά έχουν κάτι να κρύψουν.

Και για είναι κανείς τέλεια και απόλυτα δίκαιος: όταν κάτι δεν «δουλεύει» πια (εν προκειμένω, η παλιά, κουρασμένη, συστημική ενημέρωση) και ακόμη χειρότερα δεν επιδέχεται διορθώσεων και αλλαγών, δεν έχει θέση στην οθόνη και την καθημερινότητά μας. Είναι η φύση της ζωής μας τέτοια, που πιέσεις προς αυτή την κατεύθυνση και δικαιώνονται και αφήνουν χώρο για οτιδήποτε καλύτερο.

Οι ύβρεις, οι απειλές και οι λογικές του αχταρμά δεν έχουν καμία θέση σ’ αυτή την καινούρια ζωή. Ας ξεχωρίσει ο καθένας το «πώς», το από «πού» και από «ποιον» θέλει να ενημερώνεται και τα υπόλοιπα θα τα κάνει το -πάντα συμφεροντολόγο και καθόλου συνηθισμένο στις ήττες- σύστημα. Ή για να το πούμε απλά: κανείς δεν θέλει στην ομάδα του κάποιον που, μονίμως, χάνει, ειδικά, αν η χασούρα μετριέται σε αξιοπιστία.  

Σε κάθε διαφορετική περίπτωση, το να βρίζεις τον δημοσιογράφο, που αύριο πολύ πιθανόν θα εκλέξεις βουλευτή, γιατί έχει τα...μέσα, μάντεψε τι σε κάνει.

Οπτική Γωνία
0

ΑΝΤΙΟ ΔΙΟΝΥΣΗ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Λίγες λέξεις για τον Διονύση Σαββόπουλο

Οπτική Γωνία / Λίγες λέξεις για τον Διονύση Σαββόπουλο

«Ό,τι όμως και αν υπήρξε ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε τη δόνηση, τον λοξό τόνο, μια διάθεση μεταμόρφωσης και γιορτής. Επέστρεφε σε μια πάμφωτη αυλή περιμένοντας τους φίλους, το νόημα της συνάθροισης».
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
ΕΠΕΞ Στην εποχή του Οφθαλμού

Ιλεκτρίσιτυ / Στην εποχή του Οφθαλμού

Οι κρίσεις ευνοούν την εξουσία, διατηρώντας ένα επίπεδο φόβου μες στην κοινωνία, νομιμοποιώντας μέτρα που ανακουφίζουν τον φόβο αυξάνοντας τον έλεγχο, και δημιουργώντας ευκαιρίες για τη διοχέτευση του κεφαλαίου.
ΧΑΡΗΣ ΚΑΛΑΪΤΖΙΔΗΣ
ΕΠΕΞ Τα 25 πιο επιδραστικά εξώφυλλα όλων των εποχών

TV & Media / Τα 25 πιο επιδραστικά εξώφυλλα όλων των εποχών σύμφωνα με τους ΝΥΤ

Από τον Esquire μέχρι το Rolling Stone και από το Time ως το New Yorker: εξώφυλλα που έγραψαν ιστορία, με πρόσωπα-σύμβολα που καθόρισαν την εποχή τους, από τον Μοχάμεντ Άλι και τη Μαντόνα μέχρι τον Τζον Λένον και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
LIFO NEWSROOM
Μετά τα ερείπια της Γάζας: ποιος μπορεί να χτίσει ξανά την ελπίδα;;

Οπτική Γωνία / Η Γάζα μετά τον πόλεμο: Υπάρχει ελπίδα;

Η καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος του Κέντρου Ερευνών για το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Μαρία Γαβουνέλη, αναλύει τις προκλήσεις της ανοικοδόμησης, τον ρόλο της Ευρώπης και της Ελλάδας και το αβέβαιο μέλλον μιας λύσης δύο κρατών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πόσοι ηλικιωμένοι ζουν μόνοι και κανείς δεν τους αναζητά;

Ακροβατώντας / Πόσοι ηλικιωμένοι ζουν μόνοι και κανείς δεν τους αναζητά;

Οι μοναχικοί θάνατοι ηλικιωμένων ανθρώπων είναι ένα φαινόμενο που ολοένα εντείνεται και στη χώρα μας, όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο. Ας μπει στον δημόσιο διάλογο, μήπως πειστούν οι αρμόδιοι ότι πρόκειται για ένα σοβαρό θέμα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ
Πάου Μπρουνέτ: Ο 12χρονος σταρ του YouTube που εξηγεί στον κόσμο τον περίπλοκο σύμπαν του αυτισμού

TV & Media / Πάου Μπρουνέτ: Ο 12χρονος σταρ του YouTube που εξηγεί στον κόσμο τον περίπλοκο σύμπαν του αυτισμού

Η φήμη του ήταν ήδη σημαντική πριν μια συνέντευξη με τον διάσημο Ισπανό ποδοσφαιριστή Μαρκ Κουκουρέγια, ο γιος του οποίου είναι επίσης αυτιστικός, τον εκτοξεύσει σε άλλα επίπεδα δημοτικότητας
LIFO NEWSROOM
Πελοπόννησος: Σιδηρόδρομος ή ποδηλατόδρομος;

Ρεπορτάζ / Πελοπόννησος: Σιδηρόδρομος ή ποδηλατόδρομος;

Η προκήρυξη διαγωνισμών για την εκπόνηση μελετών που αφορούν τη χρήση της ιστορικής σιδηροδρομικής γραμμής Πελοποννήσου ως ποδηλατοδρόμου έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. Διατυπώνονται σοβαρές επιφυλάξεις για την οριστική απώλεια μιας εμβληματικής υποδομής με υψηλή ιστορική, τουριστική και συγκοινωνιακή αξία.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Πολιτική κινητικότητα που δεν αλλάζει τίποτα 

Οπτική Γωνία / Πολιτική κινητικότητα που δεν αλλάζει τίποτα 

Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ξανά τη φθορά εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα, με κυβέρνηση και αντιπολίτευση να δείχνουν ανήμπορες να ανατρέψουν το κλίμα απαξίωσης, όπως και οι νέοι παίκτες – που είναι παλιοί. 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
«Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζ. κάνει επίθεση στη δημόσια υγεία»

Υγεία / «Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζ. κάνει επίθεση στη δημόσια υγεία»

Δημήτρης Δασκαλάκης: Ο διακεκριμένος ελληνικής καταγωγής λοιμωξιολόγος, που παραιτήθηκε πρόσφατα από επιτελική θέση  καταγγέλλοντας το υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ για εξωθεσμικές πιέσεις και αντιεπιστημονικές πρακτικές, μιλά για την απόφασή του, τη δημόσια υγεία στην Αμερική, τον Covid, τον HIV αλλά και την αφύπνιση του επικίνδυνου «ιού» του φασισμού.   
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ