Η παραγωγή όπλων στην Ευρώπη βρίσκεται σε τροχιά που θυμίζει πολεμικές δεκαετίες, με εργοστάσια να επεκτείνονται τρεις φορές ταχύτερα σε σχέση με την ειρηνική περίοδο.
Σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times σε δορυφορικά δεδομένα ραντάρ, περισσότερες από 150 εγκαταστάσεις σε 37 εταιρείες έχουν αναπτυχθεί σε συνολική έκταση άνω των 7 εκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων, σηματοδοτώντας μια στροφή από την παραγωγή «just-in-time» στην οικοδόμηση μιας βιομηχανικής βάσης έτοιμης για παρατεταμένες συγκρούσεις.
Η έκρηξη αυτή ξεκίνησε αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022. Οι κυβερνήσεις της ΕΕ, ανησυχώντας τόσο για τη στήριξη του Κιέβου όσο και για την αναπλήρωση των δικών τους στρατηγικών αποθεμάτων, διοχετεύουν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις.
Το πρόγραμμα ASAP (Act in Support of Ammunition Production) έχει ήδη διαθέσει 500 εκατ. ευρώ για να ξεπεραστούν τα «στενώματα» στην παραγωγή πυρομαχικών και πυραύλων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέες εγκαταστάσεις, εργοστάσια και οδικά δίκτυα σε όλη την ήπειρο.
Στην Ουγγαρία, η συνεργασία της Rheinmetall με την κρατική N7 Holding έχει οδηγήσει στη δημιουργία ενός τεράστιου συγκροτήματος παραγωγής πυρομαχικών και εκρηκτικών, με εργοστάσια που κατασκευάζουν βλήματα 30mm, 155mm για τα Leopard 2 και 120mm για άρματα μάχης, ενώ περιλαμβάνεται και μονάδα παραγωγής εκρηκτικών. Στη Γερμανία, η MBDA επεκτείνει την παραγωγή πυραύλων Patriot GEM-T, ενώ στη Νορβηγία η Kongsberg εγκαινίασε νέο εργοστάσιο πυραύλων, αυξάνοντας εκθετικά την παραγωγική της ικανότητα.
Η BAE Systems στο Ηνωμένο Βασίλειο επενδύει πάνω από 150 εκατ. λίρες για να δεκαεξαπλασιάσει την παραγωγή βλημάτων 155mm, ενώ η φινλανδική Nammo ενισχύει δραστικά την παραγωγή προωθητικών υλών και εκρηκτικών.
Παρά τη ραγδαία αυτή ανάπτυξη, ειδικοί προειδοποιούν ότι η πραγματική παραγωγή μπορεί να παραμείνει χαμηλότερη από τη δυναμικότητα, κυρίως λόγω ελλείψεων σε κρίσιμα εξαρτήματα, όπως κινητήρες μικρού μεγέθους για πυραύλους και υψηλής ποιότητας εκρηκτικά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήδη σχεδιάζει ένα νέο πρόγραμμα ύψους 1,5 δισ. ευρώ για περαιτέρω ενίσχυση της παραγωγής, δίνοντας προτεραιότητα σε πυραύλους, αεράμυνα, πυροβολικό και drones.
Όπως προειδοποιούν στρατιωτικοί αναλυτές, η ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης όπλων δεν είναι απλώς μια οικονομική ή τεχνολογική πρόκληση, αλλά κρίσιμος παράγοντας για τη διατήρηση αξιόπιστης αποτροπής απέναντι σε μια Ρωσία που συνεχίζει να επεκτείνει τις δικές της δυνατότητες.
Με πληροφορίες από Financial Times