Επέτειος για το CoMuseum, το συνέδριο για τα μουσεία που πριν από 15 χρόνια ξεκίνησε το Μουσείο Μπενάκη σε συνεργασία με το British Council και την πρεσβεία των ΗΠΑ και σήμερα έχει φτάσει να θεωρείται από τις σημαντικότερες πρωτοβουλίες διεθνώς και να τελείται υπό την αιγίδα της ΟΥΝΕΣΚΟ.
Μια ιδέα που ξεκίνησε για τους επαγγελματίες των μουσείων, επιλεκτικά, με ελάχιστους ομιλητές, και έφτασε τα τελευταία χρόνια να φιλοξενεί τη συμμετοχή δεκάδων σημαντικών προσωπικοτήτων, οι ομιλίες των οποίων γίνονται sold out με το που ανακοινώνονται. Παράλληλα, χιλιάδες θεατές τις παρακολουθούν μέσω του διαδικτύου παγκοσμίως.
Έτσι, για ένα τριήμερο, από την Τετάρτη 3/12 στο Μουσείο Μπενάκη / Πειραιώς 138, έως και την Παρασκευή 5/12, που το συνέδριο «μετακομίζει» στο Μέγαρο Μουσικής της Θεσσαλονίκης όπου ολοκληρώνει τις εργασίες του, όποιος και όποια ενδιαφέρεται θα έχει την ευκαιρία να δώσει το «παρών» σε ομιλίες, συζητήσεις, εργαστήρια και δράσεις δικτύωσης. Γιατί το CoMuseum δεν είναι ένα ακόμα συνέδριο ρουτίνας. Είναι μια παγκόσμια πλατφόρμα γνώσης και μεταφοράς τεχνογνωσίας που στόχο έχει την ευημερία των πολιτιστικών οργανισμών και των κοινοτήτων. Δηλαδή ένας ζωντανός χώρος που ενισχύει την παραγωγή και ανταλλαγή ιδεών και διευκολύνει τη δημιουργία δικτύων μεταξύ επαγγελματιών του πολιτισμού και των τεχνών από όλο τον κόσμο. Δεν αποτελεί έκπληξη λοιπόν ο τίτλος που επέλεξαν οι διοργανωτές του για την 15η διοργάνωση του θεσμού: «Μουσεία και ελπίδα».
Τα μουσεία δεν μας ενδιαφέρουν απλώς ως τέσσερις τοίχοι, άλλωστε είναι μια έννοια που τη διερευνούμε πολλά χρόνια τώρα στο CoMuseum. Μας ενδιαφέρουν ως χώροι που δημιουργούν περισσότερο το αίσθημα του ανήκειν.
Συναντηθήκαμε με δύο γυναίκες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο από την ίδρυση του CoMuseum, τη Σοφία Χανδακά, επιμελήτρια του Τμήματος Πολιτισμοί του Κόσμου στο Μουσείο Μπενάκη, και τη Μαρία Παπαϊωάννου, Επικεφαλής Τεχνών του Βρετανικού Συμβουλίου και επικεφαλής του προγράμματος Museums Revisited στην Ευρώπη, για να μιλήσουμε για όλα όσα έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα και όσα ελπίζουν να πετύχουν από εδώ και πέρα.
Και το πρώτο στο οποίο αναφερθήκαμε ήταν τι σηματοδοτεί η έννοια της «ελπίδας» για το συνέδριο. Η Σοφία Χανδακά πήρε τον λόγο πρώτη λέγοντας: «Όλα αυτά τα χρόνια που εργαζόμαστε στο μουσείο και ως συνδιοργανωτές, είναι βαθύ μας “πιστεύω” ότι τα μουσεία έχουν τη δυνατότητα να καλλιεργούν την ενσυναίσθηση, την κοινωνική συνοχή και τη δικαιοσύνη. Όλες τις αξίες που συνδέονται με αυτές τις έννοιες». Και η Μαρία Παπαϊωάννου παρεμβαίνοντας διευκρίνισε: «Γενικότερα φέτος μας ενδιαφέρει να προβάλουμε τον ρόλο αυτών των αξιών στην κοινωνία και στη διαμόρφωση ενός καλύτερου μέλλοντος. Ειδικά ζώντας σε μια πολωμένη εποχή, θέλουμε να αναδείξουμε προγράμματα και ανθρώπους των μουσείων από το εξωτερικό και την Ελλάδα που μας εμπνέουν, νοηματοδοτούν την καθημερινότητά μας και ενισχύουν την έννοια της κοινότητας. Παράλληλα θέλουμε να τους δώσουμε την ευκαιρία να δικτυωθούν. Επομένως να δημιουργήσουν νέες συνέργειες που θα οδηγήσουν τόσο τους ίδιους όσο και τα μουσεία τους σε ένα καλύτερο μέλλον, ανοίγοντας νέους δρόμους και δυνατότητες για την κοινωνία».
— Αυτά είναι σαφή, αλλά γιατί τα μουσεία; Τι ρόλο παίζουν στη σύγχρονη κοινωνία;
Σ.Χ.: Ακόμα και η θετική διάθεση του μοιράσματος της γνώσης, ακόμα και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται τα τελευταία χρόνια στον δημόσιο λόγο, παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση της νοοτροπίας των ανθρώπων· μελέτες των τελευταίων χρόνων από αμερικανικούς φορείς αναδεικνύουν πόσο αξιόπιστα θεωρεί ο κόσμος τα μουσεία. Με μια τέτοια προσέγγιση και έμφαση στις δημοκρατικές αρχές και την ανθρωπιά (τον ουμανισμό), τα μουσεία μπορούν να λειτουργήσουν ως ένας «τρίτος» χώρος – όρος της κοινωνιολογίας που σημαίνει τον χώρο όπου νιώθουμε άνετα, εκεί όπου γίνονται δύσκολες συζητήσεις, όπου μιλάμε για την ανισότητα, μιλάμε για τον ρατσισμό. Καταρχάς, ως αρχή και ως βάση, τα μουσεία ως χώροι και ο πολιτισμός ως αξία μπορούν να έχουν θετικό αντίκτυπο στις κοινωνίες, τονίζοντας βασικές αρχές και αξίες. Η «ελπίδα» είναι «αγώνας για έναν καλύτερο κόσμο», για να παραθέσω τον Δημήτρη Χριστόπουλο, έναν από τους καλεσμένους ομιλητές της φετινής διοργάνωσης.
Μ.Π.: Αυτό που μπορεί να μας κάνει να συνεχίσουμε είναι η «ελπίδα». Τα μουσεία δεν μας ενδιαφέρουν απλώς ως τέσσερις τοίχοι, άλλωστε είναι μια έννοια που τη διερευνούμε πολλά χρόνια τώρα στο CoMuseum. Μας ενδιαφέρουν ως χώροι που δημιουργούν περισσότερο το αίσθημα του ανήκειν. Άρα θέλουμε να εξετάζουμε το πώς εσείς και εγώ, οι γείτονές μας και οι διαφορετικές κοινότητες, όλοι όσοι απαρτίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες, μπορούν να αισθανθούν ότι τα μουσεία είναι οικείοι χώροι, χώροι δικοί τους, που αντανακλούν τις εμπειρίες, τις ανάγκες και τις φωνές τους. Είτε μέσα από προγράμματα, εργαστήρια, είτε μέσα από χώρους όπως οι βιβλιοθήκες, τα καφέ, τα πωλητήρια, τα μουσεία, μπορούν να λειτουργήσουν ως σημεία συνάντησης και συμμετοχής. Τα βρετανικά μουσεία –κι αυτό είναι κάτι που επισημαίνω ως εκπρόσωπος ενός βρετανικού οργανισμού– τα τελευταία 20 χρόνια παίζουν έναν ρόλο στη διαμόρφωση και τη χάραξη κοινωνικών πολιτικών, αποτελώντας παραδείγματα ενεργής συμμετοχής των κοινοτήτων.
Σ.Χ.: Κι όχι μόνο ως κάλεσμα σε κάτι έτοιμο, αλλά ως πρόσκληση συμμετοχής στον σχεδιασμό των προγραμμάτων, των εκθέσεων αλλά ακόμα και στη διοίκηση των μουσείων. Επειδή η «ελπίδα» είναι μια λέξη μεγάλη και δύσκολη, εμείς στο συνέδριο θα μιλήσουμε για πολύ συγκεκριμένες πρακτικές. Υπάρχουν τρεις θεματικές. Η μία είναι ο ανθρωποκεντρικός προγραμματισμός. Τα μουσεία δεν αφορούν πλέον αντικείμενα, αφορούν ανθρώπους. Είναι μια έννοια και μια ιδεολογία της νέας μουσειολογίας, που εδώ και πάνω από 20 χρόνια έχει μπει και στο πετσί των νεότερων επαγγελματιών στον χώρο των μουσείων. Υπάρχουν μουσεία που δεν έχουν καθόλου αντικείμενα. Ανθρωποκεντρικές λοιπόν πρακτικές με δημοκρατία, συμπερίληψη, συμμετοχή, εκπροσώπηση. Δύο θεματικές που μας ενδιαφέρει να συζητήσουμε φέτος είναι το κομμάτι «στρατηγικές και εργαλεία», μελέτες προοπτικής και μεθοδολογίες. Θα έχουμε ειδικούς να μιλήσουν για όλα αυτά, το πώς θα μπορέσουμε να φανταστούμε το μέλλον, άρα να συμμετέχουμε στον σχεδιασμό των μουσείων του αύριο. Ποια θα είναι η αξία και η σημασία ενός μουσείου, πηγαίνοντας πίσω στο ανήκειν.
Μ.Π.: Η ουσία είναι ότι και στην πράξη –και όχι μόνο στη θεωρία– οι συλλογές και τα προγράμματα θα συν-σχεδιάζονται από τους ίδιους τους ανθρώπους των μουσείων και των κοινοτήτων που υπηρετούν.
Σ.Χ.: Είναι ένα συνέδριο που αφορά πολύ περισσότερους ανθρώπους από τους επαγγελματίες του χώρου των μουσείων. Θέλουμε να μιλήσουμε και σε ανθρώπους που δεν αντιλαμβάνονται τι λέμε. Οι πολιτικοί, οι policy makers, εκείνοι στους οποίους πρέπει να μιλήσεις μια γλώσσα που θα καταλάβουν, για να χρηματοδοτήσουν, για παράδειγμα, το πρόγραμμά σου για τις ευάλωτες ομάδες. Μια μεγάλη ανάγκη των μουσείων είναι οι χρηματοδοτήσεις. Υπάρχουν δίκτυα και μεγάλοι φορείς πολιτιστικής συνηγορίας και τους έχουμε καλέσει φέτος, όπως η Culture Action Europe, που δουλεύουν για να αυξηθούν τα κονδύλια για τον πολιτισμό. Αυτό που λέμε στο συνέδριο είναι ότι για να καταφέρουμε ένα καλύτερο μέλλον για τα μουσεία και τους ανθρώπους των μουσείων πρέπει λειτουργήσουμε συνεργατικά. Αυτό μας οδηγεί στη δημιουργία δικτύων. Καλέσαμε το Balcan Museum Network για να μιλήσουμε για την ίδια τη σημασία της δικτύωσης με πολύ συγκεκριμένη στρατηγική, ώστε να αλλάξει η τακτική που έχει να κάνει με την πολιτική και την οικονομική πολιτική σε σχέση με τον πολιτισμό.
Το CoMuseum ξεκίνησε πριν από 15 χρόνια ως μία πρωτοβουλία του Μουσείου Μπενάκη, με τη συνεργία της αμερικανικής πρεσβείας και του Βρετανικού Συμβουλίου. Όπως εξηγεί η Μαρία Παπαϊωάννου, «θέλαμε να αναδείξουμε ό,τι καλύτερο έχουν να προσφέρουν η Αμερική και η Βρετανία, αλλά και τις καλές πρακτικές που έχουν αναπτυχθεί στην Ελλάδα, ώστε να προτείνουμε στους επαγγελματίες των μουσείων κατευθύνσεις και θεματικές που αξίζει να διερευνηθούν και να προβληθούν στο πλαίσιο της σύγχρονης μουσειακής πρακτικής. Επίσης, να τους βοηθήσουμε να εξελίξουν τις δεξιότητές τους προσφέροντας τα κατάλληλα εργαλεία για να γίνουν ανταγωνιστικοί σε ένα διεθνές περιβάλλον». Πάνω σε αυτό η Σοφία Χανδακά θέλησε να υπογραμμίσει τα εξής: «Το CoMuseum δεν είναι ένα θεωρητικό συνέδριο μουσειολόγων, είναι των ανθρώπων που δουλεύουν στα μουσεία, peer-to-peer. Δεν καλούμε μόνο τον καθηγητή πανεπιστημίου και τον διευθυντή του μουσείου για να μιλήσει. Καλούμε το πρόσωπο που έχει τρέξει για αυτό το προτζεκτ. Άρα είναι μια ανταλλαγή πρακτικών, προγραμμάτων, εκθέσεων και εκδηλώσεων περισσότερο ή λιγότερο πετυχημένων. Όσο περνάνε τα χρόνια βλέπουμε μια κοινότητα –εμείς το αποκαλούμε οικοσύστημα– ανθρώπων από όλο το φάσμα πολιτισμού και δημιουργικότητας, από τον αρχαιολόγο του υπουργείου και τον φοιτητή έως τον ντιζάινερ και τον αρχιτέκτονα, ακόμα και πολιτικούς που ασχολούνται με την πολιτιστική πολιτική, την κοινωνία των πολιτών και ομάδες που δεν ασχολούνται αμιγώς με τον πολιτισμό, γιατί θέλουμε να σπάσουμε αυτά τα στεγανά».
— Ωστόσο, τι εξέλιξη είχε η διοργάνωση σε αυτά τα 15 χρόνια;
Σ.Χ.: Το 2011 ξεκινήσαμε με την αμερικανική πρεσβεία για να φέρουμε αντίστοιχους experts του χώρου του πολιτισμού σε επαφή με το προσωπικό του Μουσείου Μπενάκη. Τότε, σκεφτήκαμε να κάνουμε μία μέρα για τους εργαζόμενους του μουσείου αλλά και μια ημερίδα. Να μοιραστούμε τη γνώση του Αμερικανού ομιλητή με επαγγελματίες και από άλλα μουσεία. Πολύ σύντομα μπήκε το Βρετανικό Συμβούλιο, που είχε το άλλο τεράστιο χαρτί που μοιράστηκε μαζί μας, τις Ακαδημίες Μουσείων, εργαστήρια με πολύ ειδικευμένους επαγγελματίες σε πολύ συγκεκριμένους τομείς, διάφορες κατηγορίες, και όλο αυτό έδεσε πάρα πολύ ισχυρά.
Μ.Π.: Ξεκινήσαμε με δύο ομιλητές και μέχρι το 2019 είχαμε 35 από Ελλάδα, Βρετανία, Αμερική. Εμείς ως Βρετανικό Συμβούλιο αναπτύξαμε πάρα πολύ το πρόγραμμα των μουσείων και μας ενδιέφερε να ερευνήσουμε τον ρόλο τους στην κοινωνία. Υπήρχαν οι ομιλητές, αλλά μας ενδιέφερε να κάνουμε εργαστήρια με τους ανθρώπους των μουσείων και επίσης μας ενδιέφερε το πώς διαμορφώνεται και μετεξελίσσεται στις μέρες μας η έννοια του «ηγέτη». Να προβάλουμε νέα «ηγετικά» προφίλ μέσα στα μουσεία. Είτε είναι ο επικεφαλής των εκπαιδευτικών προγραμμάτων είτε είναι ο επικεφαλής των κοινωνικών προγραμμάτων. Το 2020 μεταφερθήκαμε διαδικτυακά, προσεγγίζοντας ένα διευρυμένο κοινό με παραπάνω από 1.200 άτομα και το CoMuseum έφτασε να είναι το κύριο πρόγραμμα του Βρετανικού Συμβουλίου στην Ευρώπη για τα Μουσεία και τους ανθρώπους τους.
— Βρίσκουν όλα αυτά πραγματική εφαρμογή; Ποια είναι η εμπειρία σας στο Μπενάκη;
Σ.Χ.: Εγώ είμαι επιμελήτρια του Τμήματος Πολιτισμών του Κόσμου. Πέρυσι διοργανώσαμε την έκθεση «Η Αφρική ανάμεσά μας». Ήταν μια έκθεση η οποία σχεδιάστηκε από τη βάση της με τη συμμετοχή των αφροδιασπορικών κοινοτήτων της Αθήνας. Πριν από αρκετά χρόνια, μας είχαν παρουσιάσει στο CoMuseum ένα αντίστοιχο έργο του Peoples History Museum του Μάντσεστερ, ένα μουσείο που συλλέγει ιστορίες ανθρώπων, μια έκθεση με τίτλο «Never Going Underground» όπου είχαν συνεπιμεληθεί ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεις, παρουσιάζοντας σύγχρονα αντικείμενα και ιστορίες των μελών τους.
Μ.Π.: Με αυτόν τον τρόπο, οι ίδιοι οι συμμετέχοντες συμβάλλουν ενεργά στη συνδιαμόρφωση του μουσείου, επηρεάζοντας το περιεχόμενο, τις δράσεις και τον ρόλο του μέσα στην κοινωνία.
— Τελικά, τι σημαίνει για εσάς η επέτειος των 15 χρόνων;
Σ.Χ.: Είναι κομβική γιατί μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε 15 χρόνια πριν και 15 χρόνια μετά – σε μια εποχή σαν αυτή που ζούμε σήμερα. Το γιορτάζουμε με την πρόσκληση παλιότερων συμμετεχόντων να μιλήσουν για το μέλλον των μουσείων, ενώ από φέτος βρισκόμαστε υπό την αιγίδα της ΟΥΝΕΣΚΟ χάρη στην Karalyn Monteil, μέλος της Διεθνούς Συμβουλευτικής Επιτροπής του Συνεδρίου.
Η κυρία Monteil είναι μία από τις ομιλήτριες της Τετάρτης 3 Δεκεμβρίου στο Αμφιθέατρο του Μπενάκη / Πειραιώς 138, μέσω διαδικτύου, αλλά η λίστα ομιλητών και ομιλητριών είναι μακρά, με τη συμμετοχή ιδιαίτερα ενδιαφερουσών προσωπικοτήτων, όπως η Sharon Ament, διευθύνουσα σύμβουλος του Μουσείου του Λονδίνου, η Sandra Shakespeare του Museum X, επικεφαλής του προγράμματος Black British Museum, η Ελίνα Κουντούρη, διευθύντρια του ΝΕΟΝ, και η Sado Jirde, διευθύντρια του Black South West Network. Την Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου το CoMuseum θα φιλοξενήσει μια σειρά από masterclasses για επαγγελματίες από τον χώρο των μουσείων και του πολιτισμού, ενώ την Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου, η διοργάνωση θα φιλοξενηθεί στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, όπου επαγγελματίες του χώρου σε μια συνάντηση-εργαστήριο με εκπρόσωπους πολιτιστικών θεσμών και οργανισμών της πόλης θα ανταλλάξουν τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους ανοίγοντας τον δρόμο για μελλοντικές συνεργασίες. Στο κλείσιμο της ημέρας θα ακολουθήσει εκδήλωση δικτύωσης για τις συμμετέχουσες/τους συμμετέχοντες.