ΕΝΑ ΠΑΓΚΑΚΙ ΕΞΩ από τον θάλαμο που κοιμόταν ως φαντάρος στην Τρίπολη έδωσε το έναυσμα στον Θανάση Παπουτσή για να αλλάξει ζωή. Να αφήσει τη Λάρισα όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε και να ασχοληθεί με την κτηνοτροφία στο χωριό του πατέρα του, τον Ελληνόπυργο Καρδίτσας.
Το παγκάκι αυτό, στο οποίο συνήθιζε να κάθεται κατά τη διάρκεια της θητείας του, είχε θέα σε μια γειτονική κτηνοτροφική μονάδα και ήταν εκεί που του μπήκε η ιδέα να ασχοληθεί κι αυτός με τα ζώα. Δεν ήταν μια λύση ανάγκης, αλλά μια συνειδητή επιλογή η οποία μετουσιώθηκε σε πράξη με μεγάλη προσπάθεια, ξεκινώντας με τριάντα κότες και είκοσι γίδια.
Δέκα χρόνια αργότερα, βρίσκουμε τον Θανάση δικαιωμένο από την απόφασή του και με νέα επαγγελματικά σχέδια, καθώς παράλληλα με τα ζώα ασχολείται με τον αγροτουρισμό και προσφάτως ανέλαβε και το καφενείο του χωριού, το οποίο φιλοδοξεί να λειτουργεί με μια λογική «farm to table». Ακολουθεί η ιστορία του Θανάση με τα δικά του λόγια.
«Τη ζωή στο χωριό πλέον δεν την αλλάζω για κανένα λόγο, μια και πιστεύω ότι η ποιότητα είναι σημαντικότερη από την ποσότητα».
«Ονομάζομαι Θανάσης Παπουτσής είμαι 35 χρονών και είμαι μόνιμος κάτοικος Ελληνόπυργου τα τελευταία δέκα χρόνια. Έχω το παραδοσιακό καφενείο του χωριού με την επωνυμία “Η Γράλιστα”, αλλά και 130 γίδια φυλής Σκοπέλου και Αλπίν, καθώς και 40 πρόβατα.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Λάρισα. Η παιδική μου ηλικία ήταν όπως όλων των παιδιών των ’90s: σχολείο, φροντιστήριο και μπάλα στις γειτονιές της πόλης. Στα 18 μου πέρασα στο τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του ΤΕΙ Λάρισας και παράλληλα έπιασα δουλειά σε καφέ και σε μπαράκια της πόλης, ζώντας το τότε όνειρο της φοιτητικής μου ανεξαρτησίας με νέες παρέες, με δικό μου χαρτζιλίκι, ξενύχτια και εξορμήσεις σε διάφορους προορισμούς με φίλους. Μπορώ να πω πως για πέντε χρόνια που συνεχίστηκε αυτό γέμισε η ψυχή μου από νέες παραστάσεις, φίλους, διασκέδαση.
Τελειώνοντας τη σχολή, πήγα φαντάρος στην Τρίπολη και ακριβώς πίσω από τους θαλάμους που κοιμόμασταν ήταν ένα παγκάκι με θέα μια κτηνοτροφική μονάδα. Εκεί ακριβώς μου γεννήθηκε η πρώτη σκέψη να πάω να εγκατασταθώ στον τόπο καταγωγής του πατέρα μου. Από τον Ελληνόπυργο, βέβαια, είχα άπειρες παραστάσεις και τον αγαπούσα πολύ, μια και τα καλοκαίρια, μετά το σχολείο, οι διακοπές μας για τουλάχιστον ενάμιση μήνα ήταν εκεί. Τελειώνοντας τον στρατό λοιπόν, καθώς έκανα την πρακτική μου άσκηση σε λογιστικό γραφείο, κατάλαβα ότι αυτή η δουλειά δεν με γεμίζει και άρχισα τις επαφές με κτηνοτροφικές μονάδες, ρωτώντας άγνωστα ως τότε πράγματα σ' μένα, όπως ποιες είναι οι ράτσες των αιγοπροβάτων, λεπτομέρειες για τη διατροφή τους, τις οικονομικές δραστηριότητες μιας κτηνοτροφικής επιχείρησης και διάφορα άλλα. Μέχρι που έφτασε η μέρα και πήρα την απόφαση να αλλάξω τη ζωή μου.
Το επόμενο πρωί γέμισα βαλίτσες το αμάξι και ανακοίνωσα στους γονείς και στους φίλους μου ότι θα πάω να μείνω στον Ελληνόπυργο. Έτσι απλά, χωρίς καμία ιδιαίτερη προετοιμασία. Όλοι το πέρασαν για μια τρέλα της στιγμής, μια και ήταν έτσι ο χαρακτήρας μου και πολλοί μάλιστα από αυτούς μου έβαζαν στοιχήματα για το πόσους μήνες θα αντέξω. Βέβαια όλοι έχασαν, γιατί οι μήνες έγιναν δέκα χρόνια.
Η προσαρμογή στο χωριό ήταν εύκολη, πιο εύκολη απ’ ό,τι περίμενα, αφού προϋπήρχε ένα καλοδιατηρημένο σπίτι και ήδη είχα πολλούς γνωστούς. Στην αρχή δοκίμασα τον εαυτό μου στη νέα ζωή που είχα ονειρευτεί αγοράζοντας τριάντα κότες και είκοσι γίδια φυλής Σκοπέλου, τα οποία πήγα και διάλεξα από το νησί της Σκοπέλου ένα ένα. Το πρωί λοιπόν στα ζώα για άρμεγμα, για καθάρισμα του στάβλου και μετά στο δάσος για βοσκή. Το απόγευμα ξανά άρμεγμα, μεταφέρουμε το γάλα στο σπίτι και μετά στο καφενείο, στην ταβέρνα ή πάμε καμιά βόλτα στα γύρω χωριά, γνωρίζοντας νέο κόσμο. Οι σπουδές στη Λογιστική και οι ξένες γλώσσες με βοήθησαν να ασχοληθώ με τον αγροτουρισμό, κάτι που μου έδωσε ένα έξτρα εισόδημα και την ευκαιρία να αξιοποιήσω το χωριό μου, που είναι χαρακτηρισμένο ως παραδοσιακός οικισμός.
Ο Ελληνόπυργος είναι ένας πετρόκτιστος οικισμός εβδομήντα μονίμων κατοίκων –οι οποίοι για έξι μήνες γίνονται τριακόσιοι, ίσως και παραπάνω– με πάνω από διακόσια σπίτια, σε υψόμετρο 650 μέτρων. Έχει πέτρινα σοκάκια, πολλές εκκλησίες χτισμένες πριν από την Τουρκοκρατία, έχει έναν αρχαίο πύργο, έναν παραδοσιακό ξενώνα που κατά περιόδους γεμίζει, ένα αθλητικό κέντρο και ένα δάσος γεμάτο από μνήμες μιας άλλης ζωής, δεδομένου ότι τα λιθόστρωτα μονοπάτια, τα παρατημένα μαντριά και τα αλώνια σε ταξιδεύουν στον χρόνο. Λίγο έξω από τον Ελληνόπυργο υπάρχει και πίστα ανεμοπτεριστών όπου διοργανώνονται πανελλήνιοι αγώνες.
Χειμώνας και καλοκαίρι για μένα είναι το ίδιο. Ξύπνημα έξι το πρωί, στα ζώα για άρμεγμα και τάισμα, είτε στον στάβλο, είτε στο δάσος για βοσκή. Στις 9:30 ανοίγουμε το καφενείο μας για τα πρωινά καφεδάκια και τσίπουρα, το μεσημέρι πάλι στα ζώα για άρμεγμα και βραδινό τάισμα και το απόγευμα ξανά στο καφενείο, μόνο που αυτήν τη φορά, εκτός από καφέ, θα ετοιμάσουμε τη σχάρα και τις σούβλες για φαγητό.
Από την άνοιξη και μετά, στο πρόγραμμά μας προστίθεται και η καλλιέργεια των κηπευτικών (πατάτες, μαρούλια, αγγούρια, πιπεριές, ντομάτες, λάχανα, κρεμμύδια, κολοκύθια) που προορίζονται κι αυτά για το τραπέζι του καφενείου μας. Στόχος μας είναι όλα τα προϊόντα της φάρμας (κρέας, τυροκομικά, κηπευτικά, αυγά) να έρχονται για κατανάλωση στο καφενείο, ώστε ο κόσμος να έχει τις αυθεντικές γεύσεις της φύσης στο τραπέζι του. Αυτός ήταν και ο λόγος που αγοράσαμε το καφενείο. Μελλοντικοί μας στόχοι είναι να αυξήσουμε τα προϊόντα της φάρμας μας για τις ανάγκες του καφενείου μας και να κατορθωσουμε να φέρουμε όλο και περισσότερους τουρίστες στο χωριό μας.
Δεν θα άλλαζα τίποτα σε αυτό το ευλογημένο μέρος, το μόνο που ονειρεύομαι είναι να έρθουν για μόνιμη εγκατάσταση κι άλλοι νέοι. Γι' αυτόν τον λόγο προσφέρουμε και θέσεις εργασίας μέσω διαφόρων προγραμμάτων, είτε στο καφενείο είτε στην κτηνοτροφική μας μονάδα.
Το πιο δύσκολο στο χωριό είναι ότι αν χρειαστείς σχολείο, νοσοκομείο ή κάποια άλλη δημόσια υπηρεσία, πρέπει να διανύσεις μια απόσταση είκοσι χιλιομέτρων, κάτι που τον χειμώνα είναι πιο δύσκολο λόγω καιρού.
Αυτό που μου λείπει από τη Λάρισα είναι τα Σαββατοκύριακα στο γήπεδο για την ΑΕΛ. Βέβαια, παρακολουθώ όλους τους αγώνες σε συνδρομητικό κανάλι, αλλά το γήπεδο και τα τσίπουρα πριν από τον αγώνα στο στέκι μας μου έχουν λείψει.
Τη ζωή στο χωριό πλέον δεν την αλλάζω για κανένα λόγο, γιατί πιστεύω ότι η ποιότητα είναι σημαντικότερη από την ποσότητα. Ελπίζω όλο και περισσότεροι νέοι να κάνουν πράξη την αποκέντρωση και είμαι σίγουρος ότι θα δικαιωθούν γι' αυτή την επιλογή. Υπάρχουν εκτάσεις ακαλλιέργητες, βοσκοτόπια και μαντριά παρατημένα που μπορούν να ξαναζωντανέψουν».
Στείλτε τις προτάσεις σας για τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» στο [email protected]