Το Κέντρο Ζωρζ Πομπιντού στο Παρίσι αποχαιρέτησε το κοινό του με έναν τρόπο αντάξιο της ιστορίας του. Λίγο πριν κατεβάσει ρολά για ριζική ανακαίνιση που θα διαρκέσει πέντε χρόνια, ο χώρος φιλοξένησε μια θεαματική performance του διεθνώς αναγνωρισμένου Κινέζου καλλιτέχνη Cai Guo-Qiang, με τίτλο «The Last Carnival».
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες πριν από το Art Basel Paris (24–26 Οκτωβρίου) και συγκέντρωσε πλήθος επισκεπτών, φιλότεχνων και απλών Παριζιάνων που θέλησαν να παρακολουθήσουν το αποχαιρετιστήριο γεγονός.
Η πρόσοψη του μουσείου μετατράπηκε σε έναν «μνημειώδη πίνακα ζωγραφικής», όπως σχολίασε ο επιμελητής Jérôme Neutres, με τον Cai να παρουσιάζει μια φαντασμαγορική σύνθεση πυροτεχνημάτων, προβολών και ψηφιακών παραστάσεων τεχνητής νοημοσύνης.
«Για πρώτη φορά στην ιστορία του, η πρόσοψή του έγινε ένας μνημειώδης πίνακας ζωγραφικής», είπε ο Neutres, προσθέτοντας πως ο καλλιτέχνης «παρουσίασε το πιο βαθύ και σύνθετο έργο του, σε διάλογο με την Τεχνητή Νοημοσύνη και το κοινό του Παρισιού».
Κέντρο Ζωρζ Πομπιντού: Το εμβληματικό μουσείο του Παρισιού που αλλάζει εποχή
Σύμβολο της σύγχρονης Γαλλίας, ένα από τα πιο σημαντικά μουσεία σύγχρονης τέχνης στον κόσμο, το Κέντρο Ζωρζ Πομπιντού (Centre Georges-Pompidou), γνωστό και ως Μπομπούρ (Beaubourg), κλείνει τις πόρτες του για την πιο σημαντική ανακαίνιση στην ιστορία του.
Έχοντας κάνει το τέταρτο δημοτικό διαμέρισμα του Παρισιού πόλο έλξης για τους φιλότεχνους από όλο τον κόσμο, το Μπομπούρ εγκαινιάστηκε φέροντας το όνομα του πρώην προέδρου της Γαλλίας Ζωρζ Πομπιντού, το 1977 και φιλοξενεί τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Πληροφοριών και το Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης.
Το 1969, ο Πρόεδρος Ζωρζ Πομπιντού αποφάσισε να προσφέρει στη Γαλλία έναν χώρο που δεν μοιάζει με κανέναν άλλο: ένα κέντρο τέχνης και πολιτισμού ικανό να στεγάσει τόσο το Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης, με διεθνή διάσταση, μια μεγάλη δημόσια βιβλιοθήκη (το μελλοντικό Bpi), ένα κέντρο βιομηχανικής δημιουργίας και ένα κέντρο μουσικής έρευνας και δημιουργίας (IRCAM), όλα μαζί σε ένα και το αυτό κτίριο στην καρδιά της πρωτεύουσας. «Θέλω με πάθος το Παρίσι να έχει ένα πολιτιστικό κέντρο […] όπου οι εικαστικές τέχνες συμβαδίζουν με τη μουσική, τον κινηματογράφο, τα βιβλία, την οπτικοακουστική έρευνα κ.λπ.», έλεγε. Ως μεγάλοι λάτρεις της τέχνης, ο πρόεδρος και η σύζυγός του ήταν επίσης ένθερμοι υποστηρικτές του εκδημοκρατισμού της τέχνης. Για τον Ζωρζ Πομπιντού, το Κέντρο Πομπιντού έπρεπε να είναι ένας χώρος όπου όλοι οι κλάδοι μπορούσαν να συναντηθούν, όπου οι καλλιτέχνες μπορούσαν να συνομιλήσουν με το κοινό. Έπρεπε επίσης να υποστηρίζει αναδυόμενες σκηνές και να εισάγει νέα ζητήματα και να προκαλεί τη δημόσια συζήτηση. O Πομπιντού πέθανε το 1974 πριν προλάβει να δει το Κέντρο Πομπιντού να ολοκληρώνεται. Εγκαινιάστηκε από τον διάδοχό του, Βαλερύ Ζισκάρ ντ' Εστέν, στις 31 Ιανουαρίου 1977.
Η κατασκευή του Κέντρου ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1972 και τα αρχιτεκτονικά σχέδια ανήκαν στους αρχιτέκτονες Ρέντσο Πιάνο, Ρίτσαρντ Ρότζερς και Τζιανφράνκο Φραντσίνι. Εξωτερικά δεσπόζουν ο μεταλλικός σκελετός του κτιρίου και οι διαφανείς ή έγχρωμοι σωλήνες που το περιβάλλουν. Οι χρωματισμοί των σωλήνων, ακολουθούν μία συγκεκριμένη σύμβαση: μπλε χρώμα για τους αγωγούς αέρος, πράσινο για σωλήνες νερού και κίτρινο για τις γραμμές ηλεκτρισμού. Στοιχεία που συνδέονται με τη μετακίνηση, όπως οι ανελκυστήρες, έχουν επίσης κόκκινο χρώμα. Η βιβλιοθήκη του Κέντρου φιλοξενείται στους τρεις πρώτους ορόφους του κτιρίου, ενώ το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης καταλαμβάνει τον τέταρτο και πέμπτο όροφο.
Το μουσείο των Ρέντζο Πιάνο και Ρίτσαρντ Ρότζερς ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων όταν παρουσιάστηκε, σαν ένα «περίεργο» και πολύ μοντέρνο για την περιοχή κτίριο, διαφανές, με εμφανείς χρωματιστούς σωλήνες που ακολουθούν τη ροή του κτιρίου και την τεράστια μηχανική κυλιόμενη σκάλα, γνωστή ως «κάμπια».
Το άνοιγμα του μουσείου όμως σήμανε και μια μεγάλη επιτυχία, πέρα από τις επικρίσεις. Είτε οι άνθρωποι έφταναν από περιέργεια, είτε ως ερασιτέχνες είτε ως ειδικοί, από κοντά ή από πιο μακριά, από κάθε μέρος του κόσμου, το Κέντρο Πομπιντού καλωσόριζε τους πάντες. Ο χώρος θεωρήθηκε ως μια «πολιτιστική μηχανή» που καταργούσε τα σύνορα μεταξύ επιστημονικών κλάδων και μεταξύ γενεών και γρήγορα έγινε ένα από τα πέντε μνημεία με τις περισσότερες επισκέψεις στο Παρίσι.
Σήμερα σηματοδοτεί το κέντρο της πόλης του Παρισιού, και είναι το πολιτιστικό κέντρο που καθόρισε και την αστική κουλτούρα της περιοχής. Οι ανακαινίσεις θα στοιχίσουν 200 εκατομμύρια ευρώ αλλά η τεράστια συλλογή του Εθνικού Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης δε θα είναι αόρατη. Σύμφωνα με το πρόγραμμα «Constellation» το «Μπομπούρ» θα εκθέσει 120.000 έργα της συλλογής του σε όλη τη Γαλλία σε μια μεγάλη «επιχείρηση» με στόχο να κάνει ένα άνοιγμα στο μεγάλο κοινό της Γαλλίας, στο οποίο ανήκει η μεγάλη συλλογή του.
Η μεγάλη συλλογή του Μπομπούρ
Σχηματισμένη με υπομονή όλα αυτά τα χρόνια, σήμερα η συλλογή μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης συγκεντρώνει περισσότερα από 120.000 έργα. Είναι η πλουσιότερη συλλογή στην Ευρώπη και η δεύτερη στον κόσμο. Joseph Beuys, Louise Bourgeois, Constantin Brancusi, Marc Chagall, Robert και Sonia Delaunay, Otto Dix, Jean Dubuffet, Marcel Duchamp, Frida Kahlo, Wassily Kandinsky, Yves Klein, Fernand Léger, Henri Matisse, Annette Messager, Joan Miro, Piet Mondrian, Jean Prouvé, Niki de Saint Phalle, Xavier Veilhan και πολλοί άλλοι παρελαύνουν στον κατάλογο των καλλιτεχνών του μουσείου.
Μέσα από αίθουσες και περάσματα, διαδρόμους και διαδρόμους, μια περιήγηση στο μουσείο αποκαλύπτει την ποικιλομορφία της συλλογής και το εύρος της δημιουργικότητας σε όλες τις πρακτικές: φωτογραφία, κινούμενες εικόνες, ζωγραφική, γλυπτική, design, αρχιτεκτονική, πειραματικό φιλμ και βίντεο. Εμπλουτισμένες με την πάροδο του χρόνου με νέα αποκτήματα και υποστηριζόμενες κυρίως από γενναιόδωρες δωρεές, οι συλλογές δεν σταματούν ποτέ να αυξάνονται, ανοίγοντας νέες σκηνές. Από το 2000 οι επιμελητές του μουσείου παρακολουθούν την παγκοσμιοποίηση της τέχνης και τον αυξανόμενο αριθμό σύγχρονων σκηνών, φτάνοντας στις χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, τη Λατινική Αμερική και, πιο πρόσφατα, τη Νότια Ασία και την Κίνα, καθώς και τη Δυτική Αφρική και τη Νότια Αφρική.
Μια απαράμιλλη συλλογή, εξαιρετικές μονογραφίες και εντυπωσιακές εκθέσεις έχουν καταστήσει το Κέντρο Πομπιντού έναν ουσιαστικό προορισμό στον κόσμο της τέχνης, με περισσότερες από τρία εκατομμύρια επισκέψεις κάθε χρόνο. Μεταξύ των εκθέσεων που σημάδεψαν την εποχή τους, βρίσκουμε τις εκθέσεις «Παρίσι-Νέα Υόρκη», «Παρίσι-Μόσχα» και «Παρίσι-Βερολίνο» (1977-1981), «Μανιφέστο» (1992), «elles@centrepompidou» (2009), χωρίς να ξεχνάμε τις εξαιρετικά επιτυχημένες μονογραφίες όπως αυτές που αφιερώθηκαν στον Pierre Soulages το 2009, στον Salvador Dali το 2013, στον Jeff Koons το 2014 και στον René Magritte το 2016 ή, πιο πρόσφατα (2019) στον Francis Bacon, οι οποίες προσέλκυσαν από 500 έως 800 χιλιάδες επισκέπτες.
Ο κινηματογράφος, είναι επίσης παρών στο Κέντρο Πομπιντού με τη μορφή εκθέσεων, φεστιβάλ (π.χ. Hors Pistes, Cinéma du Réel) ή αναδρομικών αφιερωμένων σε διάσημους ή ακόμη και μελλοντικά (ανα)καλυπτόμενους σκηνοθέτες. Η «Grande Salle» και η «Petite Salle» χρησιμοποιούνται για τη φιλοξενία ζωντανών παραστάσεων, με χορό, συναυλίες, performance art, θέατρο κ.λπ. που παρουσιάζουν τη σύγχρονη δημιουργία σε όλη της την ποικιλομορφία. Πιστό στον προορισμό του ως χώρος σκέψης και πειραματισμού, το Κέντρο Πομπιντού αναπτύσσει μια προοδευτική προσέγγιση σε καθέναν από αυτούς τους τομείς, παρακολουθώντας τις ανανεώσεις στη μορφή και τις διασταυρώσεις στις προσεγγίσεις τους.
Η κύρια δέσμευση του Κέντρου Πομπιντού αφορά τη δημιουργία: να επιτρέψει σε έναν μέγιστο αριθμό ανθρώπων να ανακαλύψουν μοντέρνα και σύγχρονα έργα μέσω εξαιρετικών εκθέσεων, υποστηρίζοντας την αναδυόμενη δημιουργία και παρουσιάζοντας ένα πρόγραμμα με προοπτική που βασίζεται στην ελευθερία και τη δημιουργικότητα των καλλιτεχνών.