Άπαξ και επιβλήθηκε το shutdown, η Ουάσινγκτον μπήκε και πάλι στο επίκεντρο μιας τεράστιας πολιτικής κρίσης. Για πρώτη φορά έπειτα από σχεδόν επτά χρόνια, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ αναγκάστηκε να σταματήσει μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων της, οδηγώντας σε αβεβαιότητα εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους και αφήνοντας ολόκληρη την αμερικανική οικονομία εκτεθειμένη σε ζημιές που υπολογίζονται σε δισεκατομμύρια δολάρια.
Το shutdown ενεργοποιήθηκε τα μεσάνυχτα της Τετάρτης, όταν Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί απέτυχαν να συμφωνήσουν σε νέο σχέδιο χρηματοδότησης. Οι διαπραγματεύσεις είχαν φτάσει σε αδιέξοδο μέρες πριν, αλλά η τελική αποτυχία πυροδότησε ένα πολιτικό θρίλερ που, όπως όλα δείχνουν, θα έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις.
Ήδη, μια πρώτη ψηφοφορία για την άρση του αδιεξόδου απέτυχε λίγες μόλις ώρες μετά την έναρξη της κρίσης, ενώ η Γερουσία διέκοψε τις εργασίες της, στέλνοντας ανησυχητικά μηνύματα ότι η παράλυση μπορεί να κρατήσει μέρες ή ακόμη και εβδομάδες.
Shutdown: Σκληρό blame game στον Λευκό Οίκο και στο Καπιτώλιο
Η ατμόσφαιρα στην Ουάσινγκτον είναι ηλεκτρισμένη. Ο Λευκός Οίκος εμφανίστηκε επιθετικός απέναντι στους Δημοκρατικούς, με τον αντιπρόεδρο JD Vance να κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι «παίζει πολιτικά παιχνίδια στις πλάτες του αμερικανικού λαού». Δίπλα του, η γραμματέας Τύπου Καρολάιν Λέβιτ έριξε ακόμη περισσότερο λάδι στη φωτιά, προειδοποιώντας ότι μέσα στις επόμενες 48 ώρες θα ξεκινήσουν μαζικές απολύσεις ομοσπονδιακών υπαλλήλων.
«Μερικές φορές πρέπει να πάρεις δύσκολες αποφάσεις, ακόμη κι αν δεν τις θέλεις», είπε η Λέβιτ, κατηγορώντας ευθέως τους Δημοκρατικούς ότι οδήγησαν τη χώρα σε αυτή την κατάσταση. Από την άλλη πλευρά, ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ αντέδρασε έντονα, κατηγορώντας τους Ρεπουμπλικανούς ότι χρησιμοποιούν τακτικές «εκφοβισμού» για να περάσουν το δικό τους σχέδιο δαπανών.
Η εικόνα είναι ξεκάθαρη: καμία από τις δύο πλευρές δεν δείχνει διάθεση συμβιβασμού, ενώ το blame game κορυφώνεται μέρα με τη μέρα, με εκατομμύρια Αμερικανούς να βρίσκονται στο μέσον μιας πολιτικής μάχης χωρίς νικητές.
Ποιοι κινδυνεύουν να χάσουν δουλειά ή μισθό από το shutdown
Οι συνέπειες του shutdown είναι ήδη ορατές. Αναλυτές εκτιμούν ότι περίπου 40% του ομοσπονδιακού προσωπικού, δηλαδή περίπου 750.000 υπάλληλοι, θα βρεθούν σε καθεστώς αναγκαστικής άδειας άνευ αποδοχών. Πρόκειται για εργαζόμενους σε υπηρεσίες που δεν θεωρούνται «απαραίτητες», όπως διοικητικά τμήματα, γραφεία κοινωνικών υπηρεσιών και φορολογικές υπηρεσίες.
Την ίδια ώρα, εργαζόμενοι σε κρίσιμες θέσεις, όπως οι στρατιωτικοί, οι συνοριοφύλακες και οι πράκτορες ασφαλείας, θα κληθούν να συνεχίσουν να εργάζονται, αλλά χωρίς να πληρώνονται μέχρι να βρεθεί λύση. Στο παρελθόν, αυτοί οι εργαζόμενοι λάμβαναν εκ των υστέρων τα δεδουλευμένα, ωστόσο αυτή τη φορά η κυβέρνηση Τραμπ απειλεί ακόμη και με μόνιμες απολύσεις.
Ο αντιπρόεδρος Vance δεν μάσησε τα λόγια του: «Αν αυτό παραταθεί, θα χρειαστεί να απολύσουμε κόσμο», είπε, επιβεβαιώνοντας τους χειρότερους φόβους των συνδικάτων.
Shutdown: Γιατί δεν βρίσκουν λύση Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί
Η ρίζα της σύγκρουσης βρίσκεται στη χρηματοδότηση της υγείας. Οι Δημοκρατικοί ζητούν να διασφαλιστούν παροχές για χαμηλόμισθους Αμερικανούς, κατηγορώντας τους Ρεπουμπλικανούς ότι θέλουν να περικόψουν βασικές καλύψεις που επηρεάζουν εκατομμύρια πολίτες. Οι Ρεπουμπλικανοί, αντίθετα, υποστηρίζουν ότι αυτές οι παροχές θεσπίστηκαν στη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 και δεν έχουν πλέον λόγο ύπαρξης, τονίζοντας ότι το κόστος για τους φορολογούμενους θα είναι δυσβάσταχτο.
Το αδιέξοδο έχει οδηγήσει σε πρωτοφανείς κατηγορίες εκατέρωθεν. Ορισμένοι Ρεπουμπλικανοί κατηγορούν τους Δημοκρατικούς ότι θέλουν να επεκτείνουν τις παροχές ακόμη και σε μετανάστες χωρίς έγγραφα – κάτι που οι Δημοκρατικοί διαψεύδουν έντονα, λέγοντας πως «κανείς δεν έχει προτείνει αλλαγή του νόμου».
Στο Καπιτώλιο, οι πιθανότητες συμβιβασμού φαίνονται ελάχιστες. Ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, ξεκαθάρισε ότι «δεν υπάρχει τίποτα να διαπραγματευτούμε», ενώ νέα ψηφοφορία για προσωρινό σχέδιο δαπανών αναμένεται την Παρασκευή.
Τι σημαίνει το shutdown για την οικονομία και την καθημερινότητα
Η ιστορία έχει δείξει ότι κάθε shutdown αφήνει βαθιά σημάδια. Το προηγούμενο, το 2018, κράτησε 35 ημέρες και θεωρήθηκε το μεγαλύτερο στην ιστορία. Αυτή τη φορά, όμως, οι οικονομικές απώλειες μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερες, καθώς δεν έχουν εγκριθεί καθόλου προϋπολογισμοί που να περιορίζουν το σοκ.
Η απώλεια εισοδήματος για τους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους θα πλήξει άμεσα την κατανάλωση, ενώ η αβεβαιότητα στις αγορές αναμένεται να πιέσει το δολάριο και να αυξήσει τα επιτόκια δανεισμού. Παράλληλα, καθυστερήσεις σε φορολογικές δηλώσεις, ελέγχους αεροδρομίων και κρατικές υπηρεσίες θα ταλαιπωρήσουν εκατομμύρια πολίτες.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι αν το shutdown διαρκέσει εβδομάδες, μπορεί να κοστίσει πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια την ημέρα στην αμερικανική οικονομία, με ανυπολόγιστες συνέπειες σε επενδύσεις και ανάπτυξη.
Με πληροφορίες από BBC